Παρασκευή 30 Σεπτεμβρίου 2022

“ΒΥΖΑΝΤΙΟ” Ή ΚΑΡΛΟΜΑΓΝΟΣ; ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΗΣ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

 Τοῦ Μάνου Ν. Χατζηδάκη, Προέδρου Δ.Σ. τοῦ Ε.ΠΟ.Κ.

Ἡ λέξις “Eὐρώπη” εἶναι ἑλλη­νι­κή (εὐρύ – ὤψ) καί πρωτοαναφέρεται στήν ἑλλη­νι­κή μυθολογία. Κατά γενική παραδοχή ὁ πρῶτος μεγάλος εὐρωπαϊκός πολιτισμός, γεννήθηκε ἀπό τούς Ἕλληνες, μετά τήν ἀπόκρουσι τῆς ἀσιατικῆς εἰσβολῆς στήν Eὐρώπη (Ἑλληνοπερσικοί Πόλεμοι 490, 480-479 π.Χ.) καί μέ τήν ἀνάπτυξι τοῦ λεγομένου Κλασικοῦ Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ (5ου π.Χ. αἰ­­ώ­­νας).[1] Ἡ πρώτη ἐνοποίησις τοῦ Eὐρωπαϊκοῦ χώρου θεωρεῖται ἡ Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία (Pax Romana). Ἀπόρροιά της ὑπῆρξε αὐτό πού συνθετικά ἀποκαλεῖται “Ἑλληνορωμαϊκός Πολιτισμός” ὁ ὁποίος βέβαια προέκυψε ἀπό τήν ρωμαϊκή κατάκτησι – ἀφομοίωσι τοῦ Ἑλληνιστικοῦ Κόσμου.

Τό ἔτος 324 μ.Χ. μέ τήν μονοκρατορία τοῦ Με­γά­λου Κωνσταντίνου ἱδρύεται ἡ Κωνσταντινούπολις, στήν ἀρχαία ἑλλη­νι­κή ἀποικία τοῦ Βυζαντίου. Ὁ πρῶτος αὐτός σταθμός ἐξελληνισμοῦ τοῦ Κράτους, συμπίπτει χρονικά μέ τόν πρῶτο σταθμό ἐκχριστιανισμοῦ του, πού εἶναι ἡ Α’ Οἰκουμενική Σύνοδος τῆς Νικαίας τό 325. Αὐτή ἡ ξεκάθαρα ἑλληνική «Νέα Ρώ­­μη» ἔ­μελ­λε νά ἀντικαταστήση σταδιακά τήν λα­τι­νική Ρώμη. Καί νά ἐ­ξε­­λιχθῆ σέ ἕδρα μίας νέας Αὐτοκρατορίας γιά τό πρω­το­φανές διά­στημα τῶν 1129 ἐτῶν. Ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Andre Pi­ga­niol «ὁ ἑλλη­νισμός ξαναβρῆκε σέ αὐτήν, τήν ἰσ­χυ­ρή του πρω­τεύ­­ου­σα, ἐ­νῶ πα­ράλληλα ἡ Ρώμη γινόταν καί πά­λι πρω­τεύουσα τοῦ ρω­­­μα­νι­σμοῦ».[2]

Κατά τόν κλασικό ὁρισμό τοῦ Paul Valery, πού εἶναι καί ὁ εὐρύτερα ἀποδεκτός οἱ πυλῶνες τῆς σύγχρονης Eὐ­ρώπης (καί τοῦ λεγομένου δυτικοῦ πολιτισμοῦ) εἶναι τό ρχαίο λ­λη­νικό Πνεύμα, ὁ Χρι­­στιανισμός καί τό Ρω­μαϊκό Δίκαιο. Ποιός ὄμως ὑπῆρξε ἐκείνος πού διέσωσε, θεμελίωσε καί διαφύλαξε αὐτούς τούς τρεῖς πυλῶνες, πού ἀποτελούν (ἤ πρέπει νά ἀποτελούν) τό «ἀέτωμα» τῆς σύγχρονης Eὐρώπης; Τό κρατικό μόρφωμα τοῦ Καρλομάγνου πού κάποιοι δυτικοί ἱστορικοί βάπτισαν «πατέρα» της ἤ ὁ λεγόμενος “Βυζσντινός Πολιτισμός”;  


Ὁ Κωνσταντῖνος Α’, κρατώντας τήν Κωνσταντινούπολι

  ἐκβαρβαρισμός τῆς Δύσεως & ὁ ἐξελληνισμός τῆς Ἀνατολῆς

 Τό ἔτος 395 συντελεῖται ὁ ὁριστικός διαχω­ρι­­σμός τοῦ ἀνατο­λι­κοῦ τμήματος τῆς Αὐτο­κρα­το­ρίας, ὅπου, ὅπως γράφει ὁ Karl Kru­m­bacher «τό ἑλληνικόν στοιχεῖον ἦτο τό δεσπόζον».[3] Κατά τόν G. Her­­zberg: «Ἀπό αὐ­τό τό χρονικό σημεῖο κι ἔφ΄ἑξῆς, τό κέντρο βα­ρύ­τητος τῆς Ἑλλη­νι­κῆς Ἱστορίας βρίσκεται στήν Κωνσταντινούπολι, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τήν πολιτική πρωτεύουσα τοῦ Ἑλληνικοῦ κόσ­μου».[4]

15 χρόνια μετά, τό 410, ἡ λατινική Ρώμη ἁλώνεται ἀπό τούς βα­ρ­βά­ρους τοῦ Ἀλαρί­χου. Καί τό 476 ἔχουμε τήν ὁριστική πτῶσι καί πο­λυ­διά­σπα­σι τοῦ Δυτικοῦ Ρω­μαϊ­κοῦ Κρά­τους. Κυρια­ρχεῖ πλέον τό βαρβαρικό γε­ρ­μα­νι­κό στοι­χεῖο πού ἐκτοπίζει πα­ντε­λῶς τό ἑλ­λη­­­νο­ρω­μαϊκό.

Ἀντιθέτως, στό ἀνατολικό τμῆμα τῆς Αὐτοκρατο­ρί­ας ἐπικρα­τεῖ ἡ κρατική συνοχή καί ἀποκλειστικά τό ἑλληνικό καί ἐξελλη­νισμένο στοι­χεῖο. Ὅπως μάλιστα παρατηρεῖ ὁ σοβιετικός M. Levtchenko: «Ἐνῶ στή Δυτική Εὐρώπη οἱ βαρβαρικές εἰσβολές εἶ­χαν ἐξαφανίσει τόν ἀρχαῖο πολιτισμό… τό Βυζάντιο περιμάζεψε τήν κληρονομιά τοῦ Ἑλληνισμοῦ».[5] Καί ὁ Charles Diehl ἐπεξηγεῖ: «Συγκέ­ντρωνε κάτω ἀπό τήν ἐξουσία της ὅλες τίς ἔνδοξες πρω­­­­τεύ­ουσες τοῦ ἑλληνισμοῦ, τήν Ἀθήνα, τήν Ἀλε­ξάνδρεια, τήν Ἀντ­ιό­χεια καί τό ἴδιο τό Βυζάντιο, ἡ νέα πρω­τεύ­ουσά της, ἦταν βασικά ἑλλη­νι­κή πό­λη. Οἱ πληθυσμοί τῆς μοναρ­χίας ἦταν κατά τό μεγαλύτερο μέ­ρος τούς ἑλληνικῆς καταγω­γῆς ἤ του­λά­χι­στον ἐξελληνισμένοι, ἡ πλειοψηφία τους μιλοῦσε ἑλλη­νι­κά».[6] Ἔκτοτε, ὅπως γράφει ὁ Διο­­νύ­σιος Ζακυθηνός «μόνη ἡ Κων­σταντινούπολις θά ἀντιπρο­σω­πεύη τήν πολιτικήν παράδοσιν καί τήν κληρονομίαν τῆς Ρώμης ἐν τῷ μέσῳ τῆς ἐκβαρβα­ρωθεί­σης Εὐρώπης».[7]

Τήν ἴδια περίοδο πού γίνεται ὁ διαχωρισμός, στήν ἑλληνική Κωνσταντινούπολι δημιουρ­γεῖται ἕνα ἀντιγερμανικό κίνημα -τό “Πανελλήνιον”- (400) μέ τό ὁποῖο παρατηρεῖται «…ἡ ἀφύπνιση τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου, ἀπό αἰ­ώ­νες ἀπο­ναρκωμένου στά πλαί­σια τῆς ρωμαϊκῆς οἰκου­μένης»[8] καί ἐνσαρκώνει «τήν ἐπανά­στα­σιν τῆς ὁποίας ὁ Ἑλληνισμός ἀπέβη ὁ πρωτεργάτης»[9].

Ὅπως παρα­τηρεῖ ὁ Ἐμμανουήλ Κα­ρα­κώστας: «μετά τόν ὁριστικό δια­χωρισμό τοῦ κρά­τους, στό ἀνα­το­λικό τμῆμα οἱ Ἕλληνες ἔκα­ναν τήν ἐμφάνισή τους στήν πολιτική διοίκηση».[10]


 “κρα­τική ἔκφραση τῆς τρίτης φάσης τῆς ἑλληνικῆς δημιουργίας”

 Ἐάν ὁ πρτος πυλώνας τῆς σύγχρονης Εὐρώπης εἶναι τό ἀρχαίο Ἑλ­λη­νικό Πνεύμα, τότε ἡ διάσωσις τῆς ἑλληνικῆς γλσσας καί γραμματείας, ἡ διατήρησις τοῦ Ἑλληνισμοῦ καθολικά, ὁφείλεται στήν Ρωμανία (Βυζαντινή Αὐτοκρατορία) πού κατά τόν καθηγητή Ι. Καραγιαννόπουλο ἀποτελεῖ «κρα­τική ἔκφραση τῆς τρίτης φάσης τῆς ἑλληνικῆς δημιουργίας, τοῦ “βυζαντινοῦ ἑλληνισμοῦ”, πού συνέχισε τόν κλα­σικό καί τόν μακεδονικό».[11]

Ὅπως γρά­φει ὁ Κλάους Ὄλερ: «Στό Βυζάντιο -καί ὄχι στήν Λατινική Δύση- βρῆ­κε  παράδοση τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας τήν φυ­σική της συ­νέ­χεια. Ἐκεῖ -καί ὄχι στήν Δύση- συνέχιζαν νά διαβάζονται, νά μελετῶνται, νά σχολιάζονται καί νά ἀντιγράφονται τά μεγάλα ἔργα τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων»[12].

Τό 357 ιδρύεται στην Κωνσταντινούπολι, Βασιλική Βιβλιοθήκη μέ 30.000 τόμους καί ἀντιγραφικό ἐργα­στή­ριο, μέ ἐξειδικευμένους καλλιγράφους οἱ ὁποῖοι μετέγραψαν σέ περγα­μη­νές ὅλα τά ἀρχαῖα ἑλληνικά κείμενα πού ἦσαν γραμ­μέ­να σέ εἰ­λη­τάρια ἀπό πάπυρο. Κατά τόν Paul Lemerle, ἔτσι «πε­ρι­συλ­λέχτη­καν ἡ λογοτεχνία καί ἡ σκέψη τῆς ἀρχαίας Ἑλλά­δας, ἐνῶ πήγαι­ναν νά ἐξαφανιστοῦν».[13]

Τό 425 ἱδρύεται στήν Κωνσταντινούπολι τό περίφημο «Πανδιδα­κτή­ρι­ον»[14] πού ὑπῆρξε τό πρῶτο δημόσιο Πανεπι­στή­­­­­­­­μιο τῆς Εὐρώπης καί τοῦ κόσμου[15] μέ 10 ἕδρες Ἑλληνικῆς Γραμματικῆς καί ἄλλες 10 Λατινικῆς, 5 ἕδρες Ἑλληνικῆς Ρητορικῆς καί μόνο 3 Λατινικῆς, μία ἕδρα Ἑλληνικῆς Φιλοσοφίας καί δύο ἕδρες Νο­μικῆς. Δηλαδή τά ἑλληνικά ὑπερτερ­οῦ­σαν τῶν λατινι­κῶν. Παρ’ ὅλα αὐτά οἱ σημερινοί Εὐρωπαῖοι προβάλουν ὡς πρῶτο Πανεπιστήμιο ἐκεῖνο τῆς Μπολόνια στήν Ἰταλία, παρότι ἱδρύθηκε τό 1088 ἤ τό 1158, δηλαδή σχεδόν 7 αἰῶνες μετά ἀπό ἐκεῖνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως…

Τό 439 θέσπίζεται στήν Κωνσταντινούπολι τό «ἑλληνιστί διατίθεσθαι»[16] καί τό 534 καθιερώνεται οἱ “Νεαρές” (νο­μι­κές διατάξεις πού ρύθμιζαν ζητήματα δημοσίου καί ἰδιωτικοῦ δι­­­καίου), να ἐκδίδονται στήν ἑλληνική γλῶσσα, ὥστε «ταύτη δή τή κοινή καί Ἑλλάδι ὥστε ἄπα­σιν αὐτόν εἶναι γνώριμον διά τό πρό­χει­ρον τῆς ἑρμηνείας».[17]

Τό 627 (ἤ 629), ἐπί Ἡρακλείου, ἡ ἑλληνική γίνεται ἡ ἐπίσημη γλῶσσα τοῦ Κρά­τους, οἱ λατινικοί τίτλοι ἀντικαθίστανται ἀπό τόν ἀρχαῖο ἑλληνικό τίτλο «Βασι­λεύς» καί κατά τήν Αἰκ. Χρι­στο­φι­λοπούλου «συνειδητοποιεῖται ἡ ἑλλη­νι­κό­της τοῦ κράτους».[18]

Τήν ἴδια περίοδο ὁ πανεπιστήμων Στέφοανος Ἀλεξαν­δρεύς[19] ἀνα­διο­ρ­γα­­νώνει τό “Πα­ν­δι­δακτήριον” σέ καθαρά ἑλληνικά πρότυπα τήν ἀνω­τάτη παι­δεί­α, ὅπου δίδαξε Πλά­τωνα, Ἀρι­στο­­τέ­λη καί τά μα­θή­­μα­τα τῆς “τε­τ­ρά­κτυος”: Γεωμε­τρία, Ἀρι­θμη­­τι­κή, Ἀσ­τρο­νομία καί Μου­­σική.

Κατά τόν Karl Krum­bacher «Ἡ πρός τήν ἀρχαιότητα σχέσις κατά τήν λογο­τεχνι­κήν καί πολιτικήν ἔποψιν διετηρήθη πάντοτε εἰς τούς Ἕλλη­νας τοῦ μέσου αἰῶ­νος, πλήν ἴσως κατά τό σκότος τῆς 7ης καί 8ης ἑκατονταετηρίδος (εἰ­κο­νομαχία)».[20]

Ἀπό τόν 9ο αἰώνα παρατηρείται αὐ­­τό πού ὁ Paul Le­me­r­le ἀποκαλεῖ «πρῶτο βυ­ζαντι­νό οὐμα­νι­σ­μό» στό ὁμώνυμο ἔργο του, («Μυριόβιβλος» Φωτίου, Ἀρέθας Καισαρείας Θεόδωρος Στουδίτης Λέων ὁ Φιλόσοφος κ.α.).

Τό 862, ἀναδιοργανώνεται τό Πανεποστήμιο («Πανδιδα­κτή­ριον τῆς Μαγ­ναύ­ρας») ὑπό τήν διεύθυ­νσι τοῦ Ἕλληνος πα­νεπιστήμονος Λέοντος τοῦ Μαθη­μα­­­­τι­κοῦ, ἐνῶ ἡ ἑλληνική γραφή μετατρέπεται σέ καλλιγραφι­κή μικρο­γράμ­ματη, μέ χωρισμό τῶν λέξεων, τονισμό καί στίξι πού κατά τόν P. Lemerle «θά δώσει τό ὄργανο σέ μία νέα παι­δεί­α, σέ ἕναν νέο οὐμανισμό».[21]

Πανδιδα­κτή­ριον: Τό πρῶτο δημόσιο Πανεπι­στή­­­­­­­­μιο τῆς Εὐρώπης 

Ὁ 10ος αἰ­­ώ­­νας θά ἐξελιχθῆ κατά τόν H. W. Haussig σέ ἕναν «Ἑλληνικό Διαφωτι­σ­μό»[22], μέ τό κίνημα τοῦ “Ἐγκυκλοπαιδισμοῦ” ὡς ἐγχειρήματος ἀνα­κτή­­σεως καί διασώσεως τοῦ ἑλληνικοῦ παρελθόντος, μέ τό ὁποίο, ὅπως γράφει ὁ Charles Diehl, τό Βυζάντιο: «ἀπό πνευματική ἄποψη, βυθιζόταν μέ ὅλες τίς ρί­ζες του στό γό­νιμο ἔδαφος τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδας».[23] («Ἐκλογαί» Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογεννήτου, Λεξικό ΣΟΥΔΑΣ«Ἑλληνική (Παλατινή) Ἀνθολογία», «Φιλόπατρις ἤ Διδασκόμενος» κ.α.),

Ὁ Georg Ostrogorsky ἐπεξηγεῖ «Ὁ ἑλ­ληνικός πο­λι­τισμός παρέμεινε πάντοτε τό θεμέλιο τῆς πνευματικῆς τους ζωῆς. Ἡ ἑλληνική ἐπιστήμη καί φιλοσοφία, ἡ ἑλληνική ἱστοριογραφία καί ποίηση, ἀποτελοῦν τό μορφωτικό ἀγαθό καί τῶν πιό εὐσεβῶν Βυ­­ζαντινῶν.».[24]  Αὐτό θά ἀπό­γειω­θῆ κατά τόν 11ο αἰ­ώ­να ὁπό­τε ἔχουμε -κατά τόν Διον. Ζακυθηνό- τήν «ποχή ὠριμό­τη­τος τοῦ κλασσικοῦ Ἀνθρω­­πι­σμοῦ».[25] (Ἰωάννης Μαυρόπους, Ἀκριτικός Κύκλος, «Τό Ἆσμα τοῦ Ἀρμούρη» Ἰωάννης Ξιφιλίνος Μιχαήλ Ψελλός κ.α.)

Η πνευματική ἐλίτ ἀπό τοῦ 12ου αἰῶνος θά προετοιμάσει μέ τήν σειρά της τήν Παλαιολόγεια Ἀναγέννησι πού θά διαποκῆ τραγικά τό 1453 ἀλλά τά ἀποτελέσματά της θά συμβάλλουν καταλυτικά στήν Εὐρωπαϊκή “Ἀναγέννησι”…

Νά ἐπισημάνουμε ὅτι οἱ με­ταφράσεις ἀπό ἑλληνικά (βυ­­ζαντινά) χειρόγραφα στά λατινικά πού βρίσκονται στίς βιβλιοθῆκες τῆς Εὐρώπης εἶναι πάνω ἀπό 7.800, (ενώ π.χ. ἀπό ἀραβικά χειρόγραφα, εἶναι μόλις 1.945)![26]

Ἔτσι, κατά τόν Ste­ven Run­ciman, «Οἱ γνώσεις μας γιά τόν πολιτισμό τῆς ἀρχαίας Ἑλλά­δας, θά ἦταν πολύ λιγότερες χωρίς τούς λογίους, τούς βιβλιοσυλ­λέ­κτες καί τούς ἀντιγραφεῖς τοῦ Βυζαντίου».[27]

Ὅπως πα­ρα­δέ­χε­ται ὁ Cyril Mango «Ἐάν κάποιοι ἄσημοι ἄνδρες δέν εἶχαν ἐργασθεῖ ἀνώ­νυμα κατά τόν 9ο καί 10ο αἰώνα, ἐμεῖς δέν θά εἴχαμε σήμερα οὔ­τε τόν Πλάτωνα, οὔτε τόν Ἀριστοτέλη (παρά σέ μετάφραση), οὔτε τόν Ἡρόδοτο ἤ τόν Θουκυδίδη, οὔτε τόν Αἰσχύλο ἤ τόν Σοφοκλῆ, γιά νά μήν ἀναφέρουμε πλῆ­θος ἄλλων…».[28] 

Τό ἴδιο ἐπισημαίνει καί ὁ Peter Brown γράφοντας: «Τά πιό ἐξαί­σια σωζόμενα χειρόγραφα τῶν κλασικῶν ἔργων προέρχονται, κα­τά κανόνα, ἀπό τή μεσαιωνι­κή Κωνσταντινούπολη. Πράγματι, ἄν δέν ὑπῆρχαν οἱ Βυζαντινοί αὐλικοί καί ἐπίσκοποι τοῦ 9ου καί τοῦ 10ου αἰώνα δέν θά γνωρίζαμε τίποτε –ἐκτός ἀπό ὁρισμένα παπυρικά ἀποσπά­σματα– γιά τό ἔργο τοῦ Πλάτωνα, τοῦ Εὐκλείδη, τοῦ Σοφοκλῆ καί τοῦ Θουκυδίδη».[29]

Καί ὁ Κλάους Ὄλερ γράφει: «τό σύνολο σχεδόν τῆς ἀρχαιοελληνικῆς γραμ­ματείας πού ἔχουμε σήμερα στήν διάθεσή μας διασώθηκε χά­ρη στούς ἀντιγραφεῖς χειρο­γράφων τῶν βυζαντινῶν σχο­λῶν καί μοναστηριῶν…».[30]

 Tό πρῶτο Χριστιανικό Κράτος τῆς Οἰκουμένης

 Ἐάν ὁ δεύτερος πυλώνας τῆς σύγχρονης Εὐρώπης εἶναι ὁ Χριστιανισμός, τό πρῶτο Χριστιανικό Κράτος τῆς Οἰκουμένης ὑπῆρξε τό “Bυζαντινό” πού κατά τόν John C. Carr ἀπετέλεσε τήν «μεγαλύτε­ρη χριστιανική δύναμη τῆς ἐποχῆς της καί πιθανῶς ὅλων τῶν ἐποχῶν», ἡ ὁποία διαμόρφωσε ἕνα «”χριστιανικό ἔθνος” (καί μετά τό 1054 ἕνα ἀνατολικό ὀρθόδοξο ἔθνος) οἰκοδομημένο πάνω στόν ρωμαϊκό νόμο καί τήν ἑλληνική γλῶσσα καί παιδεία».[31]

Ἐκεῖ ἔγιναν ὅλες οἱ Οἰκουμενικές Σύνοδοι πού καθόρισαν τό Χριστιανικό δό­γμα μέχρι τό Σχίσμα του 1054:

Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος: Ἔγινε τό 325 στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Συμμετεῖχαν 318 κληρικοί -οἱ περισσότεροι Ἕλληνες- καί προήδρευσε ὁ ἴδιος ὁ Μέγας Κωνσταντίνος, παρότι δέν εἶχε βαπτισθεῖ- ὁμιλώ­ντας τήν ἑλληνική. Σέ αὐτήν συντάχθηκαν γιά πρώ­­τη φο­­ρά καί τά 7 πρῶτα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, καί 20 Ἐκκλη­σια­στι­κοί Κανόνες.

Β’ Οἰκουμενική Σύνοδος:  Ἔγινε τό 381 στήν Κων­στα­­­­­­­­­ντι­­νού­­πολι καί συμπλήρωσε τό “Σύμβολον τῆς Πί­­στε­ως”, ὁρίζοντας ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι «σύν Πατρί καί Υἱῶ συμ­προ­­σκυ­­νούμενον καί συνδοξαζόμενον» καί «ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπο­ρευ­­ό­­με­νον».

- Γ’ Οἰκουμενική Σύνόδος: Ἔγινε τό 431 στήν  Ἔφεσο.

Δ’ Οἰκουμενική Σύνοδος: Ἔγινε τό 451 στήν Χαλκη­δόνα.

- Ε’ Οἰκουμενική Σύνοδος: Έγινε τό 553 στήν Κωνσταντινούπολι.

- ΣΤ’ Οἰκουμενική Σύνοδος: Ἔγινε τό 680 στήν Κωνστα­ντι­νούπολι ἡ ὁποία ὀνομάσθηκε καί «Ἐν Τρούλλῳ» Σύνοδος, διότι ἔλαβε χώρα στήν θολωτή αἴθου­σα τοῦ Μεγάλου Παλατίου

- Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδος: Ἔγινε τό 692 καί ἐξέδωσε τούς 102 Κανόνες πού ἀπέβλεπαν στήν κωδικοποίησι τῆς κανονικῆς νομοθεσίας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας

- Ζ’ Οἰκου­με­νική Σύνοδος:  Ἔγινε τό 787 στήν Νίκαια.

Σέ αὐτό το Κράτος λοιπόν διεμορφώθη ἀποκλει­­στικά ὁ Χριστιανισμός ὡς θρησκεία.


 Ἡ κωδικοποίησις καί διάδοσις του Ρωμαϊκού Δικαιίου

 Τό “Βυζάντιο” ἀπο­τε­λοῦ­σε ὀργα­­νι­κή συ­νέχεια τῆς Ρω­μαϊ­κῆς Αὐτο­κρα­τορίας. Φυσικά μέ ἄλ­λη πρωτεύουσα (Κωνστα­­ντι­νού­πο­λις ἀντί Ρώμης), ἄλλη ἐθνο­γρα­­φία (Ἕλ­λη­νες καί ἐξελ­λη­­νισμένοι ἀντί Λατίνων), ἄλλη θρη­σκεία (Χρι­στια­νισμός ἀντί πα­γανισμοῦ) καί ἄλλη γλῶσσα (ἑλληνική ἀντί λατινικῆς).[32]

Ὑπῆ­ρξε δηλαδή Αὐτο­κρα­το­ρία «ἑλληνική συγχρόνως καί ρω­μαϊ­­κή»,[33] γι’ αὐτό τό «Ρωμαῖος» κατέληξε νά σημαίνη πλέον «τόν Ἕλλη­­να καθ’ ὅλου, τόν χρι­στια­νόν φυσικά Ἕλλη­να».[34]

Ἐάν ὁ τρίτος πυλώνας τῆς σύγχρονης Εὐρώπης εἶναι τό Ρωμαϊκό Δίκαιο, τότε ἡ Ελληνο-Χριστιανική Αὐτοκρατορία τῆς Ρωμανίας εἶναι ἐκείνη πού τό κωδικοποίησε, τό ἀνέπτυξε καί τό διέδωσε στήν Εὐρώπη:

- Τό 439 ἔχουμε τήν πρώτη ἐπίσημη κωδικοποίησι τοῦ Δικαίου μετά τήν Δωδεκάδελτο μέ τόν “Θεοδοσιανό Κώδικα”.

- Τό 529 ἐκδίδεται ἀπό Ἕλληνες νο­­μο­μαθεῖς ὁ “Ἰουστινιάνειος Κώδικας”, ὁ ὁποῖος κυκλοφορεῖ σέ συμπληρωμένη ἔκδοσι τό 534.

- Τό 533, 16μελής Ἐπιτροπή ὑπό τόν Ἕλλη­να Τριβωνιανό ἐκδί­δει τόν “Πανδέκτη” πού ἀποτελεῖτο ἀπό 50 βιβλία καί ἀποδελτίω­σαν 2.000 ἔργα κλα­σικῶν νομικῶν καί οἱ “Εἰσηγήσεις” σέ 4 βιβλία καί νέος κανονισμός λειτουργίας νομικῶν σπουδῶν.

Τό Ἰουστινιάνειο Δίκαιο, (Cor­pus Iuris Civilis) καί τά ἀπανθίσματά του ὅπως ἡ «Ἐκλογή τῶν Νόμων» (726), ὁ «Πρόχειρος Νόμος» (870) καί τά «Βασιλικά» (888) ἀπε­­­τέλεσαν τήν βάσι τῆς νομικῆς σκέ­­­­­­ψεως ὁλόκληρης τῆς Εὐ­ρώ­πης: καί ὑπῆρξε τό πρότυπο τοῦ Να­­­πο­­λεό­ντειου Κώδικος.

Ἀπό τόν 12ο αἰώνα τά νεότευκτα κράτη τῆς Δύσεως μέ βάσι αὐτά θε­με­λίωσαν τό ἀστικό τους δίκαιο καί διεμόρφωσαν τούς κα­νόνες κοι­νω­νι­κῆς συμβιώσεως καί κρατικῆς λειτουργίας.

Ὅπως γράφει ὁ Charles Diehl: «…ξα­να­δί­­­­δα­­ξε ἀργότερα στή Δύση τήν ἰδέα τοῦ Κράτους καί τίς ἀρχές τῆς κοινωνικῆς ὀργάνωσης. Ἐξ’ ἄλλου, διαποτίζοντας τήν αὐστη­ρό­τη­τα τοῦ παλαιοῦ ρωμαϊκοῦ δικαίου μέ τό νέο πνεῦμα τοῦ χρι­στι­α­­νι­σμοῦ, εἰ­σήγαγε στό νόμο μία ἄγνωστη ὥς τότε μέριμνα γιά κοι­νω­­νική δι­καιοσύνη, δημόσια ἠθική καί ἀνθρωπισμό».[35]

Παράλλη­λα, σέ αὐτό καί μόνο ὑπῆρχαν Νομικές Σχολές καί παραγωγή νο­μι­κῶν. Το 1045 λειτούργησε μάλιστα τό «Διδασκαλεῖον Νόμων» Πρόκειται γιά Νομική Σχο­λή πού ἐγκαταστάθηκε στήν Μονή Ἁγίου Γεωργίου Μαγγά­νων, μέ ὀγκώδη Βιβλιοθήκη καί δωρεάν ἐγγραφή γιά ὅλους.

 Τό Καρλομάγνειο κρατικό μόρφωμα & ἡ Εὐρώπη

 Παρότι, ὅπως εἴδαμε, τό “Βυζάντιο” ὑπῆρξε ἐκείνο πού διέσωσε τόν Ἑλληνισμό, θεμελίωσε τόν Χριστιανισμό καί κωδικοποίησε τό Ρωμαϊκό Δίκαιο, ἡ σύγχρονη Εὐρώπη θεωρεῖ ὡς ἀπαρχή της τόν Φράγκο[36] ρήγα Κάρολο Α’ (768 - 814) ἐπονομαζόμενο καί “Καρλομάγνο[37] τόν ὁποῖο βάπτισε "Pater Europae" (Πατέρα τῆς Εὐρώπης). Γιατί ὅμως συνέβη αὐτό;

Μέ τήν ὑποστήριξι τῆς παπικῆς Ρώμης ὁ Κάρολος ἦταν ἤδη ἀπό τό 774 βασιλεύς της Ιταλίας καί κατέκτησε τά ἐδάφη τῆς ἄλλοτε Δυτικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ἐπιδιώκοντας νά ἐμφανισθῆ συνεχιστής της. Ἡ στέψις του ἀπό τόν πά­πα Λέοντα ’Γ ὡς «Imperator Ro­manorum» (Αὐτοκρά­τωρ Ρω­μαί­ων) τά Χριστούγεννα τοῦ 800 ἀπετέλεσε τήν πρώτη στροφή τῆς παπικῆς Ρώμης πρός τούς Φράγκους.

Ἡ παπική κίνησις ἀμ­­φισβη­τοῦσε εὐθέως τήν ἀπο­κλειστική κληρονομιά τῆς ρω­μαϊκῆς παρα­δό­­σε­ως ἀπό τήν Κωνσταντινούπολι.

Ἡ στέψις αὐτή ἀποτελεῖ κατά τόν Γερμανό Karl Krum­ba­cher «τεχνητή της ρωμαϊκς ρχς ναβίωσι».[38] Καί ὅπως γράφει ὁ Ostrogo­r­sky: «Ἡ οἰ­κουμένη διασπάσθηκε γλωσσικά, πολιτιστικά, πο­λι­τικά καί θρη­σκευ­τικά σέ δύο χωριστά τμήματα».[39] Στό ἕνα κυριαρχοῦ­σε ὁ λα­τι­­νογερμα­νικός κόσμος τῆς Δύσεως καί στό ἄλλο ὁ ἑλληνοβυ­ζα­­ντι­­νός τῆς Ἀνατολῆς.

Ὅσον ἀφορά τήν σύντομη περίο­δο τῆς λεγομένης Καρολίγγειας “Ἀναγεννήσεως”, κατά τόν Paul Lemerle, «ὑπερτιμά­ται» ἀφοῦ εἶχε μόνο λατινικό ὑπόβαθρο καί «ἡ ἑλληνική παιδεία δέν εἶχε καμιά συμμετοχή καί δέν ἔπαιξε κανένα ρόλο στή μεταρ­ρύ­θμιση αὐτή»[40] Πράγματι, μόνο τό ἑλληνικό χειρόγραφό του Ψευδοδιονυσίου Ἀ­ρεοπαγίτου φθάνει τό 827 στήν Δύσι ὡς δῶρο τοῦ Αὐτοκράτορος Μι­χα­ήλ Τραυλοῦ στόν Λουδοβίκο τόν Εὐσεβῆ.

Ἡ Δύσις βρίσκεται σέ μία σκοτεινή ἀκόμα ἐποχή»[41] ἐνῶ στήν Ἀγ­γλία «τά κάλυψε ὅλα ἡ νορμανδική κατάκτηση καί στήν ἠπει­ρω­τι­κή Εὐρώπη τό μεγάλο σκοτάδι τοῦ 10ου αἰώνα».[42]

Τό κράτος του ἐπέζησε μόνο μία γενεᾶ. Μέ τόν θάνατο τοῦ υἱοῦ του Λουδοβίκου, διαμελίσθηκε μεταξύ τῶν υἱῶν του, γεγονός πού ὁδήγησε στήν δημιουργία τῶν κρατῶν τῆς Γαλλίας καί τῆς Γερμανίας.

Ὁ Καρλομάγνος θεωρεῖται πώς «ἐνοποίησε τήν γερμανική, τήν ρωμαϊκή καί τήν χριστιανική παράδοση σέ ἔνα οἰκοδόμημα». Πρόκειται ξεκάθαρα γιά ἀνθελληνική γερμανική καπηλεία τοῦ ρωμαϊκοῦ “κεκτημένου” μέ τήν συμπαιγνία τῆς παπικῆς Ρώμης κατά τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἰδού γιατί, κατά τήν Ἑλένη Γλύκατζη - Ἀρβελέρ εἶναι «νιστό­ρητη τάση»[43] νά θεωρεῖται τό κρατικό μόρφωμα τοῦ Καρλομά­γνου ὡς ἀρ­χῆ τῆς Εὐρώπης.

Όρθά γράφει ὁ Ἰωάννης Παναγιωτακόπουλος: «μέ τόν Καρλο­μάγνο γίνεται ἡ ἀρχή τῆς χωρισμένης -καί ὄχι τῆς ἑνωμένης- Εὐρώπης. Ἡ ἀνάδειξη τοῦ Καρλο­μάγνου ὡς “πατέρα τῆς Εὐ­ρώ­­­πης”, προϋποθέτει τήν κατανόηση ὁλόκληρης τῆς Ἠπείρου ὡς γαλ­λο­γε­ρμα­­νικῆς περιφέρειας. Ὡς ἐκ τούτου, μᾶλ­λον ἀποτελεῖ πε­ρισσό­τε­ρο ἕνα σωβινιστικό-πολιτικό ἀφήγημα παρά ἕνα ἱστορικό συμπέρα­σμα».[44]

Τό σκηνικό ἐπαναλήφθηκε τό 962 ὅταν ὁ βασιλεύς τῆς Γερμανίας Ὄθων Α’ ἐστέφ­θη ἀπό τόν πάπα Ἰωάννη ΙΒ’ ὡς «Imperator Romanorun». Ὁ κάτο­χος τοῦ τίτλου «τῶν Ρωμαίων» ἀ­πη­­χοῦσε τόν κληρονόμο καί συνε­χιστῆ τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρα­το­ρι­­κῆς ἰδέας. Γι’ αὐτό τόν διεκδικοῦσαν οἱ Γερμανοί. Γι’ αὐτό ἔμε­ναν πεισματικά προσκολημ­με­νοι σέ αὐτόν οἱ βυζαντινοί Ἕλληνες. Ὅπως γράφει ὁ Charles Di­ehl «ἡ ἑλλη­νική ὑπερηφάνεια δυσκο­λεύ­τη­κε νά δεχθεῖ αὐτό πού θε­ω­ροῦσε σφετερισμό».[45]

Ἀργότερα μάλιστα τό κρατικό αὐτό μόρφωμα μετονομάσθηκε ξεκάθαρα σέ «Ἁγία Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία τοῦ Γερ­μα­νικοῦ Ἔθνους» καί πε­ριε­λάμ­βανε κυ­ρίως ἐδάφη τῆς Κεντρικῆς Εὐρώπης δι­αι­­ρεμένα σέ ἐνίοτε ἄλ­­λη­­λο­ϋποβλεπομενα κρατίδια, πριγκιπάτα, δουκάτα κ.λπ.  

Κατά τόν Paul Lemerle οἱ «Ἕλληνες τοῦ Βυζαντίου» τοῦ 10ου αἰ­ῶ­νος, μέ τό ἐγκυκλοπαιδικό πάθος τους «νά ξαναβροῦν, νά ἀνα­κτή­­σουν νά διασώσουν»[46]διατήρησαν τήν ἑλλη­νι­κή παι­δεί­α ζωντανή ὅταν ἡ Δύσις ταλαντευόταν «ἀνάμεσα σέ τό­σους λα­ούς μισο­βά­ρβαρους ἀκόμα», μέ συνέπεια «ὁ βυζαντινός ἀν­θ­ρω­­πος τοῦ πρω­ίμου Μεσαίωνα νά εἶναι πολύ πιό κοντά μας ἀπό ὅτι ὁ σύγ­χρονός του τῆς Δύσης».[47]

  πρώ­­τη σύγχρονη Εὐρωπαϊκή Αὐτοκρατορία

 Κρτόπιν τῶν ἀνωτέρω εἶναι πασιφανές ὄτι τό “Βυζάντιο” ὑπῆ­ρξε ἡ πρώ­­τη σύγχρονη Εὐρωπαϊκή Αὐτοκρατορία. Καθῶς ἐπεξηγεῖ ἡ Averil Cameron: «Ἡ βυζαντινή ταυ­τό­τητα δέν ἦταν μόνο ἑλληνική. Τό Βυζάντιο ἀνῆκει σέ ὅλους. Ὁ “ἑλ­­­ληνισμός” ἦταν στοιχεῖο σημα­ντι­κό, ἀλλά ὄχι ἀρκετό».[48]  Καί αὐτό γιά 4 βασικούς λόγους:

α) Τά τρία στοιχεῖα: Ἑλ­ληνοσύνη - Χρι­στια­νοσύνη - Ρωμιοσύνη: Kατά τήν Ἑλένη Γλύκατζη – Ἀρβελέρ ἡ ὕπαρξίς του βασίσθη­­κε στά τρία στοιχεῖα: «τή χρι­στια­νοσύνη, τή ρωμιοσύνη καί τήν ἑλ­ληνοσύνη, πού ἀναδεικνύουν ὡς πρώ­τη εὐρωπαϊκή αὐτοκρατο­ρία, τήν αὐτοκρατορία τοῦ ἑλλη­νισμοῦ τῶν μέσων χρόνων».[49]

Αὐτό ἐπισημαίνει καί ἡ Cécile Morisson γράφοντας: «Τά τρία συνδετικά στοιχεῖα, τό ρωμαϊκό, τό χριστιανικό καί τό ἑλληνικό κα­θο­­ρίζουν τήν κληρονομιά πού μεταβιβάσθηκε ἀπό τό Βυζάντιο».[50]

Τοῦτο ἐπιβεβαιώνει καί ὁ Louis Brehier, ἐπεξηγώντας: «Τό Βυζα­­ντινό Κράτος εἶναι ἡ ὀργανική ἀνάπτυξις τῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, ἀλλά ἔγινε ἑλληνικό καί χριστιανικό καί βρίσκουμε σέ αὐτό ἑνωμένα τά τρία θεμελιώδη στοιχεῖα τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ: τόν Ἑλληνισμό, τό Ρωμαϊκό Δίκαιο καί τόν Χριστιανισμό».[51]

Συνεπῶς, ἡ Ἑλληνο-Χριστιανική Αὐτοκρατορία τῆς Ρωμανίας ὑπῆρξε ἡ πραγματική ἀπαρχή τῆς σύγχρονης Εὐρώπης ἀφοῦ ὄχι μόνο διέσωσε τόν Ἑλληνικό Πολιτισμό, ἀνέπτυξε τό Ρωμαϊκό Δίκαιο καί διαμόρφωσε τόν Χριστιανισμό.

β) Πολιτισμικά δέν ἔζησε Μεσαίωνα: Στήν πραγματικότητα, τό Κράτος αὐτό δέν ὑπῆρξε πο­τέ μεσαιωνικό.

Ὁ βυζαντινός Ἑλληνισμός δέν ἔζησε Μεσαίωνα. Ὅ­π­ως τονίζει ἡ Ἑλένη Γλύκατζη - Ἀρβελέρ «ἡ ἔννοια τοῦ μεσαίωνα δέν ἁρμόζει στή βυζαντινή πραγματικότητα, παρά μόνο ὡς χρονική ἀνα­φορά σχετικά μέ τή Δύση».[52]

Τήν ἐποχή πού στήν Δύση ἐπικρατοῦσε ὁ σκοταδισμός τῆς Ἱε­ρᾶς Ἐξετάσεως, ἡ βυζαντινή νομοθεσία ἀπαγόρευε τό «μετά βασάνων ἐξετάζεσθαι». Ἡ «φιλανθρωπία» ἀποτελοῦσε τήν ἀνώτατη βα­σιλική ἀρετή. Ἡ διπλωματία ἐργαζόταν ὡς «εἰρηνοποιός», τό ἐμπόριο διεξαγόταν μέ νόμισμα. Τό “φεουδαρχικό” σύστημα ἦταν ἄγνωστο. καί τόν 12ο αἰώνα καταργήθηκε καί ἡ ἔννομη δουλεία.

Ὅπως γράφει ὁ Augustin Marrast «Ἡ Κωνσταντινούπολις ἦταν ἡ ἐμπορική καί θρησκευτική μητρόπολις, ἡ πρωτεύουσα τοῦ Πολιτισμοῦ τῶν Μέσων Χρόνων».[53]

Παράλληλα, ἐκχρι­στια­νίζει Σλα­ύ­ους, Βουλγάρους καί Ρώ­σους καί δείχνει τήν ἱκανότητά της «νά ἐκπο­λι­τίζει τούς καθυ­στε­ρη­μένους λαούς καί νά τούς γα­λουχή στά νάματα τῆς χριστια­νι­κῆς πίστεως καί τῆς προγονικῆς πο­λι­τι­στι­κῆς σοφίας»[54], γεγονός πού ὑπῆρξε ἀπό «τά λαμπρό­τε­ρα κα­το­ρθώ­ματα τῆς ἀναγεν­νω­μέ­νης Ἑλληνικῆς Αὐτοκρατο­ρί­ας».[55]

Κατά τόν Louis Brehier ἡ Αὐ­τοκρατορία λειτουργοῦσε ὡς «Προπύργιο τῆς Εὐρώπης» καί ὡς «βιβλιοθηκάριος τῆς ἀνθρωπότητος»[56], ἐνῶ «μέ τόν ἐκχριστιανισμό τῶν Σλαύων, ἐπεξέτεινε τά ὅρια τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ».[57]

Ἑρμηνεύοντας αὐτά τά γεγονότα ὁ Edward Foord ἔγραψε ὅτι ἀπό τόν 5ο αἰώνα καί: «γιά τά πόμενα 800 τη μέ τόν πολιτισμό της πετέλεσε τήν σπίδα τς Ερώπης» Συμπληρώνοντας: «Στό σκοτάδι τοῦ Μεσαίωνος ἡ Αὐτοκρατορία δια­φύλαξε τίς παραδόσεις, τίς ἐπιστῆμες, τήν τέχνη, τήν φιλολογία. Γιά αἰῶνες προσέφερε τήν ἀσφάλεια καί τήν εὐημερία τῶν πολιτῶν της μέ να τρόπο τόν ποο  Δύσις τόν νεκάλυψε στίς μέρες μας».[58]

γ) Προμαχώνας τῆς Εὐρώπης: Σώζει δύο φορές τήν Εὐρώπη ἀπό τήν μου­σου­λμανική πλημμυρίδα (674 - 678 καί 717 - 718). Και συνεπς γίνεται «ὁ προμα­χώ­νας τῆς Εὐρώπης κατά τῆς Ἀσίας».[59]

Πράγματι ἐάν εἶχε πέσει ἡ Κων­σταντι­νού­πο­λις εἴτε τό 674 - 678 ἐπί Κωνσταντίνου Δ’ εἴτε τό 717 - 718 ἐπί Λέ­ο­­ντος Γ’, θά ἐπακολουθοῦσε ὁ ἀναπόφευκτος ἐξι­σλα­μισμός ὁλό­κλη­­ρης τῆς Χερσονήσου τοῦ Αἵμου μέχρι τόν Δού­ναβη.[60] Ἦταν λοιπόν νίκες τῆς Εὐρώπης! Γι΄αὐτό ὁ Vasiliev γράφει: «ὁ Λέ­ων ἔσω­σε ὄχι μόνο τή Βυζαντινή Αὐτο­κρα­τορία… ἀλλά ὅλο τόν πο­λι­τι­σμό τῆς Δυτι­κῆς Εὐ­ρώπης. Ὁ Ἄγ­γλος ἱστο­ρικός Μπιού­ρυ ὀνο­­μά­ζει τό ἔτος 718 “οἰ­κουμενική χρονο­λο­­γί­α”… Ἐξεταζομέ­νη ὑπό αὐτό τό πρῖσμα, ἡ νίκη τοῦ Λέ­ο­ντος ἀπό­­κτα παγκόσμια ἱστο­­ρι­κή σημα­σία».[61] Καί ὁ John Julius Norwi­ch καταλήγει: «ὁ Λέ­ων Γ΄ ἔσωσε τόν δυτικό κόσμο».[62]





ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] Κατά τον πανευρωπαϊστή Richard Cou­den­hove-Kalergi μάλιστα, ο Ελληνικός Πολιτισμός των κλασσικών χρόνων θεωρείται η “πρώτη Ευρώπη”.

[2] «L'Empire chretien» σελ. 51.

[3] «Ἱστορία Βυζαντινῆς Λογοτεχνίας», Ι σελ. 23.

[4] «Geschichte Griechenlands seit den Absterber des antiken Lebens bis zum Ge­gen­wart», 1879.

[5] «Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», σελ. 131.

[6] «Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος Β’ σελ. 295.

[7] «Βυζαντινή Ἱστορία 324 - 1071» σελ. 52.

[8] Emilienne Demoudeot «De l'unité à la division de l'Empire romain».

[9] Διονυσίου Ζακυθηνοῦ «Βυζαντινή Ἱστορία 324 - 1071» σελ. 54.

[10] «Ἡ καταγωγή τῶν Βυζαντινῶν Αὐτοκρατόρων» σελ. 60.

[11] «Το Βυζαντινό Κράτος» σελ. 58

[12] «Μεσαιωνική Φιλοσοφία. Σύγχρονη Ἔρευνα καί Προ­βληματισμοί», Ἐκ-δό­σεις Παρουσία, 2000.

[13] «Ὁ Πρῶτος Βυζαντινός Οὐμανισμός» σελ. 58.

[14] Κατά τόν F. Fuchs, ὑπῆρχε ἤδη Πανεπιστήμιο στήν Κωνσταντινού­πο­λι ἀπό τόν Μέγα Κωνσταντίνο καί ἁπλῶς τό 425 ἀναδιοργανώθηκε («Die Schulen von Konstantinopel im Mittelalter», Berlin 1926).

[15] Σέ ἀντίθεσι μέ τίς ἰδιωτικές σχολές (ὅπως π.χ. Ἀ­κα­­­δημία Πλάτωνος, Λύκειον Ἀριστοτέλους, σχολές Ἀλεξαν­δρεί­ας), οἱ φοιτητές δέν πλήρωναν, ἐνῶ εἶχαν καί φοι­­­τητικό σύλ­­­­λο­γο πού ἐξέλεγε τούς καθηγητές τους, οἱ ὁποῖοι διο­­ρίζοντο κα­τό­πιν ἐγκρίσεως τῆς Συγκλήτου! Ἐπίσης σέ ἀντίθεσι μέ τά Πα­νε­πι­στήμια πού ἱδρύθηκαν πολύ ἀργότερα στήν Δύσι, εἶχε ἀπό­κλει­­στι­κά κοσμικό χαρακτήρα καί δέν διδα­σκό­ταν Θεολογία.

[16] Σύντα­ξις διαθηκῶν καί ἀπονομή δικαιοσύνης στά Ἑλληνι­κά καί κα­θιέρωνε ἐπισήμως τήν χρῆσι τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας στήν δι­οί­­κησι

[17] Novellae 7 (15) a ed. K. E. Zacharia von Lingenthal, 1, 80.

[18] «Βυζαντινή Ἱστορία», Β1 σελ. 250.

[19] Ὁ Στέφανος (580 - 642) ἦταν Ἀθηναῖος, ἀλλά δίδασκε στήν Ἀλε­ξάνδρεια καί ἦταν φιλόσοφος, μαθημα­τικός, ἀστρονόμος, ἰατρός καί πιθανῶς ἀλχημιστής. Εἶναι ὁ τελευταῖος Ἀλεξανδρινός φιλόσοφος πρίν τήν ἀραβική κατάκτησι.

[20] «Ἱστορία Βυζαντινῆς Λογοτεχνίας» σελ. 48.

[21] «Ὁ Πρῶτος Βυζαντινός Οὐμανισμός» σελ. 109. Τό ἀρχαιότερο εἰ­­κονογρα­φη­μέ­νο χει­ρόγραφο εἶναι ἐκεῖνο τοῦ Νικολάου Κρητός τό 835, προ­ερχό­με­νο ἀπό τήν Μονή Στουδίου. Ἐπίσης, τό 1043 ἤ τό 1052 ἔχου­με τό πρῶτο βυζαντινό χειρόγραφο σέ χαρτί.

[22] «Kul­tur­­geschichte von Byzanz» σελ. 422.

[23] «Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος Β’ σελ. 295.                  

[24] «Ἱστορία τοῦ Βυζαντινοῦ Κράτους» Τόμος Πρῶτος, σελ. 90

[25] «Βυζαντινή Ἱστορία 324 - 1071» σελ. 511.

[26] Λίνος Γ. Μπενάκης «Ὁ Ἀριστοτέλης στὴν Δυτικὴ Εὐρώπη. Μία ἐπίκαι­ρη συζήτηση», ὁμιλία σέ Ἡμερίδα τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, https://-web.­­archive­.­org­­/web­/20131206235014/http://­www.­academy­of­athens­.gr­­/­Do­cu­men­ts/­omilia_benaki.pdf, σελ. 4.

[27] Πανεπιστημίου τοῦ Καίμπριτζ: «Ἡ Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρ­α­το­ρίας», Μέρος Β’ «Διοίκηση, Ἐκκλησία, Πολιτισμός», σελ. 872.

[28] Πανεπιστημίου τῆς Ὀξφόρδης (ἐπιμ. Cyril Mango): «Ἱστορία τοῦ Βυζα­ντίου» σελ. 298.

[29] «Ὁ κόσμος τῆς Ὕστερης Ἀρχαιότητας 150-750 μ.Χ.», ἐκδόσεις Ἀλεξάνδρεια, Ἀθήνα 1998, σελ. 187.

[30] «Μεσαιωνική Φιλοσοφία. Σύγχρονη Ἔρευνα καί Προβληματισμοί», Ἐκ­δό­σεις Παρουσία, 2000.

[31] «Ἡ Δυναστεία τῶν Κομνηνῶν» σελ. 41, 134

[32] («Ἱστορία τοῦ Βυ­ζα­ντι­νοῦ Κράτους» Τόμος πρῶτος, σελ. 90.

[33] Ι. Καραγιαννόπουλου «Τό Βυζαντινό Κράτος» σελ. 124.

[34] Karl Kru­m­­­­ba­cher «Ἱστορία Βυζαντινῆς Λογοτεχνίας», Ι’ σελ. 24.

[35] «Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος Α’ σελ. 21.

[36] Γερμανικό φύλο.

[37] Ὁ Κάρολος Α’ ἦταν πρω­τό­τοκος υἱός καί ἀπό τό 768 διάδοχος τοῦ βασιλέως τῶν Φράγκων Πιπί­νου Βρα­χέ­ως ὁ ὁποῖος -λόγω τῆς ἀδιαφορίας τοῦ Κωνσταντίνου Ε’- κα­τέ­κτη­σε τό Ἐξα­­ρχᾶτο τῆς Ραβέννας καί τό παρεχώρησε στόν πάπα (Πιπί­νου δωρε­ά).

[38] «Ἱστορία Βυζαντινῆς Λογοτεχνίας», Ι σελ. 27

[39] «Ἱστορία τοῦ Βυζαντινοῦ Κράτους», Τόμος Δεύτερος σελ. 57.

[40] «Ὁ Πρῶτος Βυζαντινός Οὐμανισμός», σελ. 22

[41] «Ὁ Πρῶτος Βυζαντινός Οὐμανισμός», σελ. 15

[42] «Ὁ Πρῶτος Βυζαντινός Οὐμανισμός», σελ. 24

[43] «Γιατί τό Βυζάντιο» σέλ. 255

[44] «Οἱ βυζαντινές ρίζες τῆς Εὐρώπης καί ἡ θεωρία τῆς εὐρωπαϊκῆς ὀφει­λῆς στό Ἰσλάμ», ἐκδ. Πελασγός

[45] «Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος πρῶτος σελ. 55. Τήν ἐποχή ἐκείνη Αὐ­το­κρά­τωρ  στήν Κωνσταντι­νούπολι ἦταν ὁ Νικηφόρος Β’ Φωκᾶς. Για να νομιμοποιηθῆ ὁ Ὄθων Α’ τοῦ ἀπέστειλε τό 968 ὡς πρέ­σβυ τόν Λιουτπράνδο τῆς Κρε­μώνας για νά διαπραγ­μα­τευ­θῆ συνοικέσιο τοῦ υἱοῦ του μέ μία πορφυ­ρογέν­νητη πρι­γκή­πισσα. Πολύ χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι ἡ ἐπιστολή τοῦ πάπα τῆς Ρώ­μης πού ἔφερε ὁ Λι­ου­τ­πρά­νδος, ἔγραφε: «Ad Nicephorum Pho­cam Gra­eco­rum Imperato­rem», δηλαδή: «Στόν Νικηφόρο Φωκᾶ Αὐ­το­κρά­τορα τῶν Γραι­­κῶν». Ὅπως γράφει ὁ Vasiliev «ὁ Πά­πας ἄρ­χισε νά τόν προσφωνεῖ “Αὐ­τοκρά­τορα τῶν Ἑλλήνων” δί­νο­ντας τόν τί­τ­λο τοῦ “Αὐτοκράτο­ρα τῶν Ρωμαίων” -ἐπίσημο τίτλο τῶν Ἀρ­χό­­ντων τοῦ Βυζαντίου- στόν Ὄθω­να τῆς Γερμανίας». («Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος πρῶτος σελ. 427). Φυσικά, οὔτε τό συνοικέσιο, οὔτε ὁ χαρακτηρισμός ἔγιναν ἀπό­δε­κτα στήν Βασιλεύουσα.

[46] «Ὁ Πρῶτος Βυζαντινός Οὐμανισμός» σελ. 276

[47] «Ὁ Πρῶτος Βυζαντινός Οὐμανισμός» σελ. 283, 284.

[48] «Ἡ ἀξία τοῦ Βυζαντίου» σελ. 158

[49] «Γιατί τό Βυζάντιο» σελ. 254

[50] Ἄρθρο στήν ἐπιθεώρησι «Commentaires» σελ. 308

[51] «Le developpement des etudes d’ histoire Byzantine, Revue d’ Auvergne» τ. 18 σελ. 34

[52] «Γιατί τό Βυζάντιο» σελ. 28

[53] «Esquises Byzantines» (1874)

[54] Αἰκ. Χριστοφιλοπούλου «Βυζαντινή Ἱστορία», Β2 σελ. 158.

[55] Δ. Ζακυθηνοῦ «Βυζαντινή Ἱστορία 324 - 1071» σελ. 233.

[56] «Le developpement des etudes d’ histoire Byzantine, Revue d’ Auvergne» τ. 18 σέλ. 34

[57] «Le Monde byzantin, Volume 1: Vie et mort de Byzance» (1947 - 50).

[58] «The Byzantine Empire: The Rearguard of European Civilization»

[59] Ι. Καραγιαννόπουλου «Τό Βυζαντινό Κράτος» σελ. 124.

[60] Γι’ αὐτό καί ὑπῆρξε νίκη σημαντικότερη ἀπό τήν μετέπειτα νίκη τοῦ Κα­ρόλου Μαρτέλ κατά τῶν Ἀράβων στό Πουατιέ τό 732.

[61] «Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος πρῶτος σελ. 301.

[62] «Βυζάντιο: Οἱ Πρῶτοι Αἰῶνες» σελ. 364.

[63] Πανεπιστημίου τῆς Ὀξφόρδης (ἐπιμ. Cyril Mango): «Ἱστορία τοῦ Βυζα­ντίου» Εἰσαγωγή, σελ. 32

[64] «Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», τόμος B’, σελ. 294.

ΠΗΓΗ: https://www.epok1973.com/%CE%B1%CF%81%CE%B8%CF%81%CE%B1/191-%CE%BA%CE%B1%CF%81%CE%BB%CE%BF%CE%BC%CE%B1%CE%B3%CE%BD%CE%BF%CF%83-%CE%AE-%E2%80%9C%CE%B2%CF%85%CE%B6%CE%B1%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BF%E2%80%9D-%CE%BF%CE%B9-%CF%81%CE%B9%CE%B6%CE%B5%CF%83-%CF%84%CE%B7%CF%83-%CF%83%CF%85%CE%B3%CF%87%CF%81%CE%BF%CE%BD%CE%B7%CF%83-%CE%B5%CF%85%CF%81%CF%89%CF%80%CE%B7%CF%83


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου