Νοσεῖ, λοιπόν, ἡ ἀνθρωπότης· τὸ
φωνάζουν καὶ οἱ πέτρες ἀκόμη.
Καὶ τώρα ποῖος θὰ θεραπεύσῃ αὐτὴν τὴν πάσχουσαν ἀνθρωπότητα;
Ἰδού, στὸ κρεβάτι τοῦ ἀσθενοῦς βλέπω ἰατρικὸ συμβούλιο. Ὅπως ὅταν εἶνε πολὺ βαρειὰ ὁ ἀσθενὴς στὰ μεγάλα νοσοκομεῖα συσκέπτονται οἱ γιατροὶ καὶ ἔχουν ἰατρικὸ συμβούλιο, γιὰ νὰ δοῦν ἂν ὑπάρχει τρόπος θεραπείας, κάπως ἔτσι καὶ στὸ κρεβάτι τῆς ἀνθρωπότητος βρίσκονται γιατροὶ καὶ γίνεται ἰατρικὸ συμβούλιο. Ἰατρικὸ συμβούλιο δὲ ἐννοῶ μὲ τοὺς κοινωνιολόγους, ψυχολόγους, φιλοσόφους, κυβερνήτας κρατῶν, οἱ ὁποῖοι συσκέπτονται ἐὰν ὑπάρχει θεραπεία στὸν κόσμον.
Καὶ διχάζονται οἱ γνῶμες.
Καὶ τώρα ποῖος θὰ θεραπεύσῃ αὐτὴν τὴν πάσχουσαν ἀνθρωπότητα;
Ἰδού, στὸ κρεβάτι τοῦ ἀσθενοῦς βλέπω ἰατρικὸ συμβούλιο. Ὅπως ὅταν εἶνε πολὺ βαρειὰ ὁ ἀσθενὴς στὰ μεγάλα νοσοκομεῖα συσκέπτονται οἱ γιατροὶ καὶ ἔχουν ἰατρικὸ συμβούλιο, γιὰ νὰ δοῦν ἂν ὑπάρχει τρόπος θεραπείας, κάπως ἔτσι καὶ στὸ κρεβάτι τῆς ἀνθρωπότητος βρίσκονται γιατροὶ καὶ γίνεται ἰατρικὸ συμβούλιο. Ἰατρικὸ συμβούλιο δὲ ἐννοῶ μὲ τοὺς κοινωνιολόγους, ψυχολόγους, φιλοσόφους, κυβερνήτας κρατῶν, οἱ ὁποῖοι συσκέπτονται ἐὰν ὑπάρχει θεραπεία στὸν κόσμον.
Καὶ διχάζονται οἱ γνῶμες.
α. Ἄλλοι μὲν ἀπαισιόδοξοι λένε· Ὄχι, δὲν ὑπάρχει πλέον θεραπεία εἰς τὸν κόσμο. Ἐκεῖ ποὺ ἔφτασε ἡ ἀνθρωπότητα, παρ᾿ ὅλα τὰ ἐπιτεύγματα ποὺ ἐσημείωσε στὸν φυσικὸ κόσμο, ὁδηγεῖται πρὸς αὐτοκτονία. Καὶ ὅπως ἕνας ἀπελπισμένος παίρνει τὸ πιστόλι καὶ τινάζει στὸν ἀέρα τὰ μυαλά του, ἔτσι καὶ ἡ ἀνθρωπότητα βρῆκε τεράστιο πιστόλι, βρῆκε τὴν πυρηνικὴν ἐνέργεια, καὶ ὁδηγεῖται πρὸς αὐτοκτονία. Ἑκατὸ βόμβες νὰ πέσουν στὸν πλανήτη μας, ὁ πλανήτης καταστρέφεται. Οὔτε ἔντομον, οὔτε πνοὴ ζωῆς θὰ ὑπάρχῃ ἐπὶ τῆς γῆς. Αὐτοὶ εἶνε οἱ ἰατροί, αὐτοὶ εἶνε οἱ φιλόσοφοι οἱ ἀπαισιόδοξοι.
β. Ἀλλ᾿ ὑπάρχει καὶ μιὰ ἄλλη μερίδα, ἡ ὁποία εἶνε ὑπεραισιόδοξη. Λένε· Δὲν πάσχει ἡ ἀνθρωπότητα, μὴν ἀκοῦτε τοὺς ἱεροκήρυκες καὶ τοὺς ἀπαισιοδόξους· ἡ ἀνθρωπότητα προχωρεῖ μὲ γοργὸ βῆμα πρὸς μεγάλες ἐξελίξεις· ἐντὸς ὀλίγου θὰ πλησιάσουμε τὰ ἄστρα καὶ θὰ κατοικήσουμε εἰς τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ. Μὴ ἀπελπίζεστε, λέγουν αὐτοί, γιατὶ ἐμεῖς εἴμεθα αἰσιόδοξοι. Ἐμεῖς ἐλπίζομε. Καὶ ὅταν τοὺς ρωτήσουμε τοὺς ἀξιοτίμους αὐτοὺς γιατρούς, τοὺς θεραπευτὰς αὐτῶν τῶν νοσημάτων τῆς ἀνθρωπότητος, ποιά εἶνε τὰ φάρμακά σας; Αὐτοὶ ἔχουν συνταγὲς πρόχειρες, ἔχουν συνταγὲς οἱ ὁποῖες λήγουν εἰς τὰ νεώτερα εἰς ―ισμος (λ.χ. καπιταλισμός, σοσιαλισμός, κομμουνισμός, κ.λπ.). Ἔχουν διάφορες συνταγές. Ἔχουν διάφορα χάπια καὶ νομίζουν οἱ ταλαίπωροι, ὅτι μὲ χάπια θὰ θεραπευθῇ ἡ ἀνθρωπότητα…
Ἔχουμε λοιπὸν τοὺς ἀπαισιοδόξους, ποὺ λέγουν ὅτι εἶνε ἐγγὺς θανάτου ἡ ἀνθρωπότης. Ἔχουμε τοὺς ἄλλους, οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι βαδίζουμε πρὸς πρόοδον.
γ. Ἔχουμε καὶ μιὰ ἄλλη τρίτη κατηγορία ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι πιστεύουν, ὅτι ὑπάρχει τρόπος θεραπείας.
Ἀντὶ νὰ κάθεστε σὰν τὶς γριὲς στὰ παραγώνια ἐν καιρῷ χειμῶνος καὶ νὰ ἐλεεινολογῆτε τὸν ἑαυτό σας καὶ νὰ κλαῖτε, δὲν χρειάζονται οὔτε δάκρυα οὔτε μοιρολόγια, χρειάζονται γρόνθοι, χρειάζεται ἐπανάστασι, λέγουν αὐτοί.
Ὁμολογοῦμε, ὅτι ἡ ἀνθρωπότητα νοσεῖ καὶ ὅτι εἶνε ἐγγὺς θανάτου καὶ δὲν θεραπεύεται οὔτε μὲ χάπια οὔτε μὲ συνταγὲς οὔτε μὲ σκέψεις ἀπαισιοδόξους. Ἡ ἀνθρωπότητα εἶνε βαρέως ἀσθενής, ποὺ πρέπει νὰ μπῇ στὸ χειρουργεῖο. Δὲν θεραπεύεται παθολογικῶς· θεραπεύεται χειρουργικῶς. Πρέπει νὰ μπῇ στὸ χειρουργεῖο. Γιὰ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, ὑπέστη χειρουργικὴ ἐπέμβασι ἡ ἀνθρωπότητα μία, δύο φορές. Δὲν ἀντέχει πλέον τρίτη χειρουργικὴ ἐπέμβασι. Καὶ φρονοῦν αὐτοί, ὅτι μὲ τὸ αἷμα, μὲ τὴν ἐπανάστασι, μὲ τὸ αἱματοκύλισμα, θὰ ἔλθῃ ἡ θεραπεία τῆς ἀνθρωπότητος.
Ἕνας καὶ μόνο εἶνε ὁ Ἰατρός
Τί ἔχομε νὰ ποῦμε ἐμεῖς; Ἐμεῖς
στὸ συνέδριον αὐτὸ τῶν φιλοσόφων καὶ κοινωνιολόγων λέγομεν· Δὲν συμφωνοῦμε οὔτε
μὲ τοὺς ἀπαισιοδόξους, οὔτε μὲ τοὺς ὑπεραισιοδόξους, οὔτε μὲ τοὺς ἐπαναστάτας
ἐκείνους οἱ ὁποῖοι ζητοῦν μὲ αἱματηρὲς ἐπαναστάσεις καὶ ἐμφυλίους σπαραγμοὺς νὰ
θεραπεύσουν τὴν ἀνθρωπότητα. Ἐμεῖς δὲν προσκυνοῦμεν ἰατροὺς ἐπιγείους.
Ἀποκαλυφθῆτε, κύριοι!
Ἀδελφοί μου καὶ πατέρες, ἂν δὲν πίστευα εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, θὰ ἔσπαζα αὐτὴ τὴν ῥάβδο καὶ θὰ γινόμουν λοῦστρος, ταπεινὸς ὁδοκαθαριστὴς εἰς τὴν πλατεῖαν τῆς πόλεώς σας. Πιστεύω εἰς τὸ Εὐαγγέλιο, πιστεύω εἰς τὸν Κύριον, πιστεύω εἰς ὅλην τὴν παράδοσιν τοῦ γένους μας, καὶ λέγω, ὅτι ὑπάρχει γιατρός. Γιατρὸς μοναδικός. Ἂν ἀκούσατε πρὸ ὀλίγου στὴν θεία λειτουργία, ὑπάρχει ἕνας μαργαρίτης. Ὀνομάζει τὸν Χριστὸ «ἰατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν». Ἰατρὸν ἐν ἀπολύτῳ ἐννοίᾳ. Ὄχι ὅτι οἱ ἄλλοι γιατροὶ εἶνε ἐν σχετικῇ ἐννοίᾳ, ἀλλὰ γιατὶ ἐν ἀπολύτῳ ἐννοίᾳ ἰατρὸς εἶνε μόνον ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Αὐτός μόνο εἶνε Γιατρός. Ναί, ὁ Γιατρός.
Προσέξτε τὴν σκέψι μου.
Ἂν μποροῦσε ἡ ἀνθρωπότητα νὰ θεραπευθῇ ἀπὸ τοὺς φιλοσόφους, ἀπὸ τοὺς ἐπιστήμονας, ἀπὸ τὸν τεχνικὸ πολιτισμό, ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, δὲν θὰ ἐρχόταν ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο. Ἦρθε στὸν κόσμο ὁ Χριστός, γιατὶ ὁ κόσμος εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν παρουσία του. Ἦρθε στὸν κόσμο, γιὰ νὰ δώσῃ φάρμακο ἰσχυρὸ καὶ ῥωμαλέο.
Ἀδελφοί μου καὶ πατέρες, ἂν δὲν πίστευα εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, θὰ ἔσπαζα αὐτὴ τὴν ῥάβδο καὶ θὰ γινόμουν λοῦστρος, ταπεινὸς ὁδοκαθαριστὴς εἰς τὴν πλατεῖαν τῆς πόλεώς σας. Πιστεύω εἰς τὸ Εὐαγγέλιο, πιστεύω εἰς τὸν Κύριον, πιστεύω εἰς ὅλην τὴν παράδοσιν τοῦ γένους μας, καὶ λέγω, ὅτι ὑπάρχει γιατρός. Γιατρὸς μοναδικός. Ἂν ἀκούσατε πρὸ ὀλίγου στὴν θεία λειτουργία, ὑπάρχει ἕνας μαργαρίτης. Ὀνομάζει τὸν Χριστὸ «ἰατρὸ τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων ἡμῶν». Ἰατρὸν ἐν ἀπολύτῳ ἐννοίᾳ. Ὄχι ὅτι οἱ ἄλλοι γιατροὶ εἶνε ἐν σχετικῇ ἐννοίᾳ, ἀλλὰ γιατὶ ἐν ἀπολύτῳ ἐννοίᾳ ἰατρὸς εἶνε μόνον ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Αὐτός μόνο εἶνε Γιατρός. Ναί, ὁ Γιατρός.
Προσέξτε τὴν σκέψι μου.
Ἂν μποροῦσε ἡ ἀνθρωπότητα νὰ θεραπευθῇ ἀπὸ τοὺς φιλοσόφους, ἀπὸ τοὺς ἐπιστήμονας, ἀπὸ τὸν τεχνικὸ πολιτισμό, ἀπ᾿ ὅλα αὐτά, δὲν θὰ ἐρχόταν ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο. Ἦρθε στὸν κόσμο ὁ Χριστός, γιατὶ ὁ κόσμος εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τὴν παρουσία του. Ἦρθε στὸν κόσμο, γιὰ νὰ δώσῃ φάρμακο ἰσχυρὸ καὶ ῥωμαλέο.
Φάρμακο δοκιμασμένο
Καὶ ποιό εἶνε τὸ ἰατρεῖο τοῦ Χριστοῦ;
«Τίς ὀδυνώμενος καὶ προσπίπτων τῷ ἰατρείῳ τούτῳ οὐ θεραπεύεται;». Ἡ Ἐκκλησία. Ἐδῶ εὑρισκόμεθα. Ὅλοι ἐμεῖς εἴμεθα ἀσθενεῖς. Ἂν ὑπάρχῃ κάποιος ἄγγελος, ἂν ὑπάρχῃ κάποιος ἀναμάρτητος, ἂς βγῇ ἀπὸ τὸ ναό. Εἴμεθα ὅλοι ἁμαρτωλοί, ὅλοι ἀσθενεῖς, τῷ σώματι καὶ τῷ πνεύματι. Τὰ φάρμακά του;
Ὤ τὰ φαρμακά του! Δὲν ἔχω καιρὸ διὰ νὰ σᾶς ἀνοίξω τὰ φάρμακα τοῦ Χριστοῦ. Ἔχει φάρμακα ὑπέροχα. Ἔχει φάρμακα δοκιμασμένα, γιὰ κάθε ἀρρώστια. Καὶ ἕνα ἀπὸ τὰ φάρμακα αὐτά, τὸ δραστικώτερο, τὸ γενικώτερο, τὸ ῥωμαλεότερο, τὸ ὁποῖο δημιουργεῖ σεισμὸν μέσα στὸν ἄνθρωπο καὶ ἐξυγιαίνει τὸν ἄνθρωπο μέχρι τελευταίων ἰνῶν τῆς ὑπάρξεως του.
Τὸ φάρμακο αὐτό, κύριοι, ὁσοδήποτε δυσάρεστο καὶ νὰ εἶνε καὶ γνωρίζετε πολὺ καλά, ὅτι τὰ πικρὰ φάρμακα εἶνε καὶ δυσάρεστα. Τὸ φάρμακο αὐτό, ποὺ προσφέρει ὁ Κύριος, εἶνε ἡ λέξις «μετάνοια», τὸ «Μετανοεῖτε». Μόνο διὰ μετανοίας θὰ σωθῇ ὁ κόσμος.
Ἐπιτρέψτε μου νὰ πῶ λίγες ἀκόμη λέξεις καὶ νὰ τελειώσω τὸ πτωχὸ αὐτὸ κήρυγμα.
«Τίς ὀδυνώμενος καὶ προσπίπτων τῷ ἰατρείῳ τούτῳ οὐ θεραπεύεται;». Ἡ Ἐκκλησία. Ἐδῶ εὑρισκόμεθα. Ὅλοι ἐμεῖς εἴμεθα ἀσθενεῖς. Ἂν ὑπάρχῃ κάποιος ἄγγελος, ἂν ὑπάρχῃ κάποιος ἀναμάρτητος, ἂς βγῇ ἀπὸ τὸ ναό. Εἴμεθα ὅλοι ἁμαρτωλοί, ὅλοι ἀσθενεῖς, τῷ σώματι καὶ τῷ πνεύματι. Τὰ φάρμακά του;
Ὤ τὰ φαρμακά του! Δὲν ἔχω καιρὸ διὰ νὰ σᾶς ἀνοίξω τὰ φάρμακα τοῦ Χριστοῦ. Ἔχει φάρμακα ὑπέροχα. Ἔχει φάρμακα δοκιμασμένα, γιὰ κάθε ἀρρώστια. Καὶ ἕνα ἀπὸ τὰ φάρμακα αὐτά, τὸ δραστικώτερο, τὸ γενικώτερο, τὸ ῥωμαλεότερο, τὸ ὁποῖο δημιουργεῖ σεισμὸν μέσα στὸν ἄνθρωπο καὶ ἐξυγιαίνει τὸν ἄνθρωπο μέχρι τελευταίων ἰνῶν τῆς ὑπάρξεως του.
Τὸ φάρμακο αὐτό, κύριοι, ὁσοδήποτε δυσάρεστο καὶ νὰ εἶνε καὶ γνωρίζετε πολὺ καλά, ὅτι τὰ πικρὰ φάρμακα εἶνε καὶ δυσάρεστα. Τὸ φάρμακο αὐτό, ποὺ προσφέρει ὁ Κύριος, εἶνε ἡ λέξις «μετάνοια», τὸ «Μετανοεῖτε». Μόνο διὰ μετανοίας θὰ σωθῇ ὁ κόσμος.
Ἐπιτρέψτε μου νὰ πῶ λίγες ἀκόμη λέξεις καὶ νὰ τελειώσω τὸ πτωχὸ αὐτὸ κήρυγμα.
Τί εἶνε ἡ μετάνοια;
Ἂν ρωτήσετε ἕναν καθηγητὴ τῆς φιλοσοφίας ἢ τῆς φιλολογίας, θὰ σᾶς πῇ, ὅτι ἡ λέξις αὐτὴ εἶνε σύνθετη. Ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο λέξεις, μετὰ καὶ νοῦς, καὶ ὅτι τὸ πρῶτο συνθετικό, τὸ μετά, σημαίνει μετα- βολή.
Ὅσοι κάνατε στρατιῶτες θὰ ἀκούσατε τὸ παράγγελμα τοῦ ἀξιωματικοῦ, «μεταβολή». Καὶ ὅσοι εἶστε σωφέρ, γνωρίζετε ὅτι ὅταν εὑρίσκεστε σὲ ἐπικίνδυνη στροφὴ τοῦ δρόμου ὁ σωφέρ κάνει ἀπότομη στροφή. Καὶ ὅσοι ἀπὸ σᾶς εἶστε ναυτικοί, ξέρετε, ὅτι στὸν Ἀτλαντικὸν ὠκεανόν, μπροστὰ στοὺς φοβεροὺς κυκλῶνες, ὁ πλοίαρχος διατάζει ἀπὸ τὴν γέφυρα στροφὴ 180 μοιρῶν. Εἶνε ἡ δυσκολώτερη στροφή.
Ἔχει ἀνάγκη ἡ ἀνθρωπότης ἀπὸ στροφὴ ὄχι 10 μοιρῶν, ὄχι 20 μοιρῶν, ἀλλὰ 180 μοιρῶν. Καὶ αὐτὸ εἶνε ἡ μετάνοια. Στροφὴ ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ φῶς, καὶ ἀπὸ τὸ ψεῦδος στὴν ἀλήθεια. Στροφὴ ἀπὸ τὴν συκοφαντία στὴν εὐπρέπεια. Αὐτὴ εἶνε ἡ στροφή· αὐτό θὰ πῇ μετάνοια. Ἀλλαγὴ μυαλοῦ· ν᾿ ἀλλάξουμε μυαλό.
Στὰ μὲν γκαρὰζ ὁδηγοῦμε τ᾿ αὐτοκίνητα καὶ τὰ ἐπισκευάζουμε. Στὰ ὡρολογοποιεῖα ὁδηγοῦμε τὰ χαλασμένα ὡρολόγια καὶ τὰ ἐπισκευάζουμε. Ἐδῶ ὁ νοῦς μας ἔχει ἀνάγκη ἐπισκευῆς. Μάλιστα· ἐπισκευῆς, ἀλλαγῆς. Διότι ὁ νοῦς μας πλέον δὲν εἶνε διαυγής. Ὁ νοῦς μας ζῇ μέσα στὴν ὁμίχλη. Ὁ νοῦς μας εἶνε ναρκωμένος καὶ δὲν σκέπτεται ὀρθά.
Πηγαίνετε στὶς φυλακὲς καὶ ρωτῆστε τοὺς μεγαλυτέρους ἐγκληματίες. Ὅλοι, μὲ τὴ λογική, θὰ σᾶς δικαιολογήσουν τὰ πλέον εἰδεχθῆ ἐγκλήματα. Ρωτῆστε τὸ φιλάργυρο, καὶ θὰ σᾶς ἀπαντήσῃ μὲ ἀκαταμάχητα ἐπιχειρήματα γιὰ τὴ φιλαργυρία του. Ρωτῆστε ἐκεῖνο τὸν πόρνο καὶ τὸν μοιχό, ὁ ὁποῖος διεζεύχθη τὴν ὡραία του γυναῖκα καὶ ζῇ μὲ παλλακίδα, καὶ θὰ σᾶς δικαιολογήσῃ πλήρως τὰ ἐγκλήματά του.
Γιατὶ ἔπαυσε πλέον ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου νὰ σκέπτεται ὀρθά. Ὑπέστη διαφθορά. Ὁ νοῦς, ἡ σκέψι, τὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου, πρέπει νὰ ὑποστῇ ἀλλαγή, ῥιζικὴ ἀλλαγή.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους φιλοσόφους τοῦ αἰῶνος μας, ὁ ὁποῖος γιὰ τριάντα χρόνια φιλοσοφοῦσε στὰ ἀνθρώπινα προβλήματα καὶ ἔγραψε περισπούδαστον ἔργο, τὸ ὁποῖο συνιστῶ οἱ διανοούμενοι νὰ τὸ διαβάσετε, ὁ Καρρέλ, στὸ ἔργο του, «Ὁ ἄνθρωπος, αὐτὸς ὁ ἄγνωστος», λέγει τὸ ἑξῆς. Κακῶς οἱ ἄνθρωποι φέρουν κεφαλὴ ἀνθρώπου. Ἡ κεφαλὴ τοῦ ἀνθρώπου ἐπλάσθη πρὸς τὰ ἄνω. Εἶνε ἡ μοναδικὴ κεφαλὴ ἡ ὁποία ἐπλάσθη πρὸς τὰ ἄνω, διὰ νὰ βλέπῃ τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ καὶ νὰ φρονῇ, ὅτι δὲν εἶνε ἐδῶ ἡ πατρίδα του, ἀλλὰ πατρίδα του εἶνε ὁ οὐρανός. Καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν σκέπτεται πλέον τὰ οὐράνια, ἀλλὰ σκέπτεται τὰ γήινα καὶ φθαρτὰ καὶ τὰ ἐπίκηρα, τότε κακῶς ἔχει κεφαλὴν ἀνθρώπου.
Λέει ὁ Καρρέλ· Ἐὰν πρὸς στιγμὴν ὑπῆρχε τρόπος ν᾿ ἀποκτήσουν οἱ ἄνθρωποι κεφάλια σύμφωνα μὲ τὰς διαθέσεις τους, τότε θὰ ἐπαρουσιάζετο ἕνα φρικτὸν θέαμα. Ἀπὸ τοὺς χίλιους ἀνθρώπους ―ἔχει ἡ Κοζάνη ἐπὶ παραδείγματι, ―μὴ σᾶς κακοφανῇ―, λέγω ἁπλῶς, ἔχει ἡ Κοζάνη 20.000, ἐὰν αὐτὸ τὸ σχέδιο τοῦ φιλοσόφου Καρρὲλ ἐπραγματοποιεῖτο καὶ ἔπρεπε νὰ φέρουν κεφάλια ἀνθρώπινα μόνο ἐκεῖνοι ποὺ ἀξίζουν νὰ λέγωνται ἄνθρωποι, καὶ ἔπρεπε τὰ κεφάλια νὰ ἀντικατασταθοῦν μὲ ἄλλα, τότε θὰ βλέπατε νὰ περπατοῦν στοὺς δρόμους ὁ ἕνας μὲ κεφαλὴ ἀλεποῦς, γιατὶ εἶνε πονηρός. Θὰ βλέπατε ἄλλον νὰ περπατᾷ μὲ κεφάλι λύκου, διότι εἶνε αἱμοδιψὴς σὰν λύκος. Δὲν εἶνε οἱ λύκοι μόνο στὶς φωλεὲς τῶν ὀρέων, εἶνε καὶ μέσα στὴν κοινωνία. Καὶ θὰ βλέπατε τὸν ἄλλον νὰ περπατᾷ μὲ κεφάλι γύπα καὶ γερακιοῦ καὶ ἀετοῦ, γιατὶ εἶνε ὡς ἁρπακτικὸ ὄρνεο. Καὶ θὰ βλέπατε ἄλλον νὰ ἔχῃ κεφάλι χοίρου, γιατὶ ὅπως ὁ χοῖρος κυλίεται εἰς τὸν βόρβορον, ἔτσι καὶ αὐτὸς κυλίεται εἰς τὸν βόρβορο τῶν σαρκικῶν παθῶν. Καὶ θὰ βλέπατε ἄλλον νὰ ἔχῃ κεφάλι ὄφεως, διότι ἀπὸ τὸ στόμα του ἐκφύει δηλητήριο. Θὰ βλέπατε ἄλλον νὰ ἔχῃ κεφάλι καμήλας, γιατὶ εἶνε ἐκδικητικὸς ὅπως ἡ καμήλα.
Ναί. Καὶ αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ Καρρέλ, μᾶς τὸ εἶπε ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, πρὸ αἰώνων. Διότι ἡ μεγάλη φιλοσοφία εἶνε ἡ φιλοσοφία τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν.
Τὸ λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· Ὅταν κεντᾷς σὰν τὸν σκορπιό, ὅταν δαγκώνῃς σὰν τὴν ὀχιά, ὅταν εἶσαι ἐκδικητικὸς σὰν τὴν καμήλα, ὅταν ἁρπάζῃς τὰ ξένα πράγματα ὅπως ὁ λύκος, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο; Δὲν σὲ ὀνομάζω πλέον ἄνθρωπο, σὲ ὀνομάζω κτῆνος, τετράποδο, χειρότερο τῶν ἀγρίων θηρίων.
Καὶ ἐφαρμόζεται στὴν ἀνθρωπότητα σήμερα τὸ ψαλμικὸ «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὁμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. …).
Νά λοιπόν, ἀγαπητοί μου. Σᾶς ἔδωσα μὲ λίγα λόγια τὴν ἀνάλυσι τῆς λέξεως μετάνοια – «μετανοεῖτε».
Μετάνοια = μεταβολή, στροφὴ 180 μοιρῶν. Ἐκ τῆς δύσεως πρὸς ἀνατολάς, ἐκ τοῦ σκότους πρὸς τὸ φῶς, ἐκ τοῦ σατανᾶ πρὸς τὸν Χριστόν.
Μετανοεῖτε, ὅλοι νὰ μετανοήσετε. Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος, «ὃς ζήσεται καὶ οὐχ ἁμαρτήσει».
Ἂν ρωτήσετε ἕναν καθηγητὴ τῆς φιλοσοφίας ἢ τῆς φιλολογίας, θὰ σᾶς πῇ, ὅτι ἡ λέξις αὐτὴ εἶνε σύνθετη. Ἀποτελεῖται ἀπὸ δύο λέξεις, μετὰ καὶ νοῦς, καὶ ὅτι τὸ πρῶτο συνθετικό, τὸ μετά, σημαίνει μετα- βολή.
Ὅσοι κάνατε στρατιῶτες θὰ ἀκούσατε τὸ παράγγελμα τοῦ ἀξιωματικοῦ, «μεταβολή». Καὶ ὅσοι εἶστε σωφέρ, γνωρίζετε ὅτι ὅταν εὑρίσκεστε σὲ ἐπικίνδυνη στροφὴ τοῦ δρόμου ὁ σωφέρ κάνει ἀπότομη στροφή. Καὶ ὅσοι ἀπὸ σᾶς εἶστε ναυτικοί, ξέρετε, ὅτι στὸν Ἀτλαντικὸν ὠκεανόν, μπροστὰ στοὺς φοβεροὺς κυκλῶνες, ὁ πλοίαρχος διατάζει ἀπὸ τὴν γέφυρα στροφὴ 180 μοιρῶν. Εἶνε ἡ δυσκολώτερη στροφή.
Ἔχει ἀνάγκη ἡ ἀνθρωπότης ἀπὸ στροφὴ ὄχι 10 μοιρῶν, ὄχι 20 μοιρῶν, ἀλλὰ 180 μοιρῶν. Καὶ αὐτὸ εἶνε ἡ μετάνοια. Στροφὴ ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ φῶς, καὶ ἀπὸ τὸ ψεῦδος στὴν ἀλήθεια. Στροφὴ ἀπὸ τὴν συκοφαντία στὴν εὐπρέπεια. Αὐτὴ εἶνε ἡ στροφή· αὐτό θὰ πῇ μετάνοια. Ἀλλαγὴ μυαλοῦ· ν᾿ ἀλλάξουμε μυαλό.
Στὰ μὲν γκαρὰζ ὁδηγοῦμε τ᾿ αὐτοκίνητα καὶ τὰ ἐπισκευάζουμε. Στὰ ὡρολογοποιεῖα ὁδηγοῦμε τὰ χαλασμένα ὡρολόγια καὶ τὰ ἐπισκευάζουμε. Ἐδῶ ὁ νοῦς μας ἔχει ἀνάγκη ἐπισκευῆς. Μάλιστα· ἐπισκευῆς, ἀλλαγῆς. Διότι ὁ νοῦς μας πλέον δὲν εἶνε διαυγής. Ὁ νοῦς μας ζῇ μέσα στὴν ὁμίχλη. Ὁ νοῦς μας εἶνε ναρκωμένος καὶ δὲν σκέπτεται ὀρθά.
Πηγαίνετε στὶς φυλακὲς καὶ ρωτῆστε τοὺς μεγαλυτέρους ἐγκληματίες. Ὅλοι, μὲ τὴ λογική, θὰ σᾶς δικαιολογήσουν τὰ πλέον εἰδεχθῆ ἐγκλήματα. Ρωτῆστε τὸ φιλάργυρο, καὶ θὰ σᾶς ἀπαντήσῃ μὲ ἀκαταμάχητα ἐπιχειρήματα γιὰ τὴ φιλαργυρία του. Ρωτῆστε ἐκεῖνο τὸν πόρνο καὶ τὸν μοιχό, ὁ ὁποῖος διεζεύχθη τὴν ὡραία του γυναῖκα καὶ ζῇ μὲ παλλακίδα, καὶ θὰ σᾶς δικαιολογήσῃ πλήρως τὰ ἐγκλήματά του.
Γιατὶ ἔπαυσε πλέον ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου νὰ σκέπτεται ὀρθά. Ὑπέστη διαφθορά. Ὁ νοῦς, ἡ σκέψι, τὸ ἐσωτερικὸ τοῦ ἀνθρώπου, πρέπει νὰ ὑποστῇ ἀλλαγή, ῥιζικὴ ἀλλαγή.
Ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους φιλοσόφους τοῦ αἰῶνος μας, ὁ ὁποῖος γιὰ τριάντα χρόνια φιλοσοφοῦσε στὰ ἀνθρώπινα προβλήματα καὶ ἔγραψε περισπούδαστον ἔργο, τὸ ὁποῖο συνιστῶ οἱ διανοούμενοι νὰ τὸ διαβάσετε, ὁ Καρρέλ, στὸ ἔργο του, «Ὁ ἄνθρωπος, αὐτὸς ὁ ἄγνωστος», λέγει τὸ ἑξῆς. Κακῶς οἱ ἄνθρωποι φέρουν κεφαλὴ ἀνθρώπου. Ἡ κεφαλὴ τοῦ ἀνθρώπου ἐπλάσθη πρὸς τὰ ἄνω. Εἶνε ἡ μοναδικὴ κεφαλὴ ἡ ὁποία ἐπλάσθη πρὸς τὰ ἄνω, διὰ νὰ βλέπῃ τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ καὶ νὰ φρονῇ, ὅτι δὲν εἶνε ἐδῶ ἡ πατρίδα του, ἀλλὰ πατρίδα του εἶνε ὁ οὐρανός. Καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν σκέπτεται πλέον τὰ οὐράνια, ἀλλὰ σκέπτεται τὰ γήινα καὶ φθαρτὰ καὶ τὰ ἐπίκηρα, τότε κακῶς ἔχει κεφαλὴν ἀνθρώπου.
Λέει ὁ Καρρέλ· Ἐὰν πρὸς στιγμὴν ὑπῆρχε τρόπος ν᾿ ἀποκτήσουν οἱ ἄνθρωποι κεφάλια σύμφωνα μὲ τὰς διαθέσεις τους, τότε θὰ ἐπαρουσιάζετο ἕνα φρικτὸν θέαμα. Ἀπὸ τοὺς χίλιους ἀνθρώπους ―ἔχει ἡ Κοζάνη ἐπὶ παραδείγματι, ―μὴ σᾶς κακοφανῇ―, λέγω ἁπλῶς, ἔχει ἡ Κοζάνη 20.000, ἐὰν αὐτὸ τὸ σχέδιο τοῦ φιλοσόφου Καρρὲλ ἐπραγματοποιεῖτο καὶ ἔπρεπε νὰ φέρουν κεφάλια ἀνθρώπινα μόνο ἐκεῖνοι ποὺ ἀξίζουν νὰ λέγωνται ἄνθρωποι, καὶ ἔπρεπε τὰ κεφάλια νὰ ἀντικατασταθοῦν μὲ ἄλλα, τότε θὰ βλέπατε νὰ περπατοῦν στοὺς δρόμους ὁ ἕνας μὲ κεφαλὴ ἀλεποῦς, γιατὶ εἶνε πονηρός. Θὰ βλέπατε ἄλλον νὰ περπατᾷ μὲ κεφάλι λύκου, διότι εἶνε αἱμοδιψὴς σὰν λύκος. Δὲν εἶνε οἱ λύκοι μόνο στὶς φωλεὲς τῶν ὀρέων, εἶνε καὶ μέσα στὴν κοινωνία. Καὶ θὰ βλέπατε τὸν ἄλλον νὰ περπατᾷ μὲ κεφάλι γύπα καὶ γερακιοῦ καὶ ἀετοῦ, γιατὶ εἶνε ὡς ἁρπακτικὸ ὄρνεο. Καὶ θὰ βλέπατε ἄλλον νὰ ἔχῃ κεφάλι χοίρου, γιατὶ ὅπως ὁ χοῖρος κυλίεται εἰς τὸν βόρβορον, ἔτσι καὶ αὐτὸς κυλίεται εἰς τὸν βόρβορο τῶν σαρκικῶν παθῶν. Καὶ θὰ βλέπατε ἄλλον νὰ ἔχῃ κεφάλι ὄφεως, διότι ἀπὸ τὸ στόμα του ἐκφύει δηλητήριο. Θὰ βλέπατε ἄλλον νὰ ἔχῃ κεφάλι καμήλας, γιατὶ εἶνε ἐκδικητικὸς ὅπως ἡ καμήλα.
Ναί. Καὶ αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ Καρρέλ, μᾶς τὸ εἶπε ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, πρὸ αἰώνων. Διότι ἡ μεγάλη φιλοσοφία εἶνε ἡ φιλοσοφία τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν.
Τὸ λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· Ὅταν κεντᾷς σὰν τὸν σκορπιό, ὅταν δαγκώνῃς σὰν τὴν ὀχιά, ὅταν εἶσαι ἐκδικητικὸς σὰν τὴν καμήλα, ὅταν ἁρπάζῃς τὰ ξένα πράγματα ὅπως ὁ λύκος, πῶς νὰ σὲ ὀνομάσω ἄνθρωπο; Δὲν σὲ ὀνομάζω πλέον ἄνθρωπο, σὲ ὀνομάζω κτῆνος, τετράποδο, χειρότερο τῶν ἀγρίων θηρίων.
Καὶ ἐφαρμόζεται στὴν ἀνθρωπότητα σήμερα τὸ ψαλμικὸ «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὢν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὁμοιώθη αὐτοῖς» (Ψαλμ. …).
Νά λοιπόν, ἀγαπητοί μου. Σᾶς ἔδωσα μὲ λίγα λόγια τὴν ἀνάλυσι τῆς λέξεως μετάνοια – «μετανοεῖτε».
Μετάνοια = μεταβολή, στροφὴ 180 μοιρῶν. Ἐκ τῆς δύσεως πρὸς ἀνατολάς, ἐκ τοῦ σκότους πρὸς τὸ φῶς, ἐκ τοῦ σατανᾶ πρὸς τὸν Χριστόν.
Μετανοεῖτε, ὅλοι νὰ μετανοήσετε. Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος, «ὃς ζήσεται καὶ οὐχ ἁμαρτήσει».
Μετανοεῖτε λοιπόν
Ἀπὸ τῆς θέσεως αὐτῆς ἀπευθύνω καὶ ἐγὼ λίγες λέξεις
καὶ τερματίζω τὸν λόγον μου, τὸν λόγον αὐτὸν τοῦ Κυρίου «Μετανοεῖτε».
Ὦ γέροντες συνηλικιῶτες μου, ποὺ ἔχετε ἐπάνω στὰ μαλλιά σας τὸ χιόνι τοῦ Ὀλύμπου καὶ τὸ ἕνα πόδι σας εἶνε μέσα στὸν τάφο, μετανοεῖτε γιὰ τὶς ἁμαρτίες τῆς νεότητός σας.
Ὦ νέοι, παιδιά, ἀχαλίνωτα ἄλογα, συγκρατῆστε πλέον τὸν ἑαυτό σας, καὶ μετανοῆστε γιὰ τὰς ἀταξίας, ποὺ ἀσχημίζουν τὴν ὡραία νεότητά σας.
Ὦ ἄνδρες ὥριμοι μετανοῆστε γιὰ τὰς πράξεις σας.
Ὦ γυναῖκες οἱ ὁποῖες ὡς νυκτερίδες πετᾶτε μέσα στὰ σκότη τῆς ἁμαρτίας, μετανοήσατε.
Μετανοεῖτε, γονεῖς, γιὰ τὴν ἀθλίαν τακτικὴν τὴν ὁποίαν ἀκολουθεῖτε ἐναντίον τῶν τέκνων σας.
Τέκνα, μετανοήσατε γιὰ τὶς ὕβρεις, τὶς ἀτιμίες, τὶς ὁποῖες ἐκσφεδονίσατε ἐναντίον τῶν γονέων σας.
Πλούσιοι, μετανοήσατε γιὰ τὶς ἀδικίες σας καὶ τὶς ἀσπλαχνίες σας καὶ τὴν πλεονεξία σας καὶ γιὰ τὶς ἐκμεταλλεύσεις τοῦ λαοῦ μας.
Μικροὶ καὶ μεγάλοι, μετανοήσατε. Δάσκαλοι καὶ καθηγηταί, ἀναθεωρήσατε τὶς μεθόδους σας. Φιλόσοφοι καὶ ψυχολόγοι καὶ ἰατροί, μετανοῆστε καὶ παύσατε πλέον ―ἰατροὶ ἐσεῖς― νὰ κάνετε ἐκτρώσεις. Εἶνε φοβερόν· σὲ κανένα μέρος τῆς γῆς, οὔτε στὸ Βελιγράδι οὔτε στὴ Μόσχα οὔτε εἰς ἄλλο κέντρο τοῦ δυτικοῦ καὶ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ, γίνονται τέτοια ἐγκλήματα ὅπως ἐδῶ. Ἂν πᾶτε στὴν Ἀλβάνια, γεμάτη παιδιά· ἂν πᾶτε στὴ Σερβία, γεμάτη παιδιά· ἂν πᾶτε στὴ Βουλγαρία, γεμάτη παιδιά· ἂν πᾶτε στὴν Τουρκία, γεμάτη παιδιά, καὶ διαρκῶς αὐξάνονται οἱ Τοῦρκοι, μὲ τὰ σάλιο θὰ μᾶς πνίξουν. Ἐμεῖς ἔχομε τὰ λιγώτερα παιδιά. Εἶνε φοβερό. Κλάψτε καὶ θρηνῆστε, βουνὰ καὶ λαγκάδια, διότι μέσα στὴν Ἑλλάδα, κατὰ ἐπίσημη στατιστική, γίνονται 300.000 ἐκτρώσεις. Καὶ ἡ Ἑλλάδα κινδυνεύει νὰ γίνῃ γηροκομεῖο.
Ὦ Ἑλλάς, ἀγαπητή μας πατρίδα, γιὰ σένα ἀναπνέομε καὶ ζοῦμε, μετανόησε. Κυβερνῆται, λαός, ἐπιστήμονες, ψυχολόγοι, ὀπαδοὶ πάσης παρατάξεως, μαῦροι, ἄσπροι, κόκκινοι, ὅλοι μετανοήσατε καὶ ἀλλάξατε τρόπον ζωῆς.
Ἀνθρωπότης, Νινευΐ, νεώτερα Σόδομα. Δὲν εἶμαι Ἰωνᾶς ὁ προφήτης, εἶμαι ἕνας ἁμαρτωλός, ποὺ δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ φιλήσω τὰ πόδια σας. Ὡς ἁμαρτωλὸς πρὸς ἁμαρτωλοὺς ὁμιλῶ, ἀλλ᾿ ὡς Ἰωνᾶς φωνάζω κ᾿ ἐγώ· Νινευΐ, μετανόησον, διότι «ἔτι τρεῖς ἡμέραι καὶ Νινευῒ καταστραφήσεται» (Ἰωνᾶ).
Ἀνθρωπότης, Εὐρώπη, Ῥωσία, Ἀμερική, κόσμε δυτικὲ καὶ ἀνατολικέ, ἄσπροι, μαῦροι. Δὲν ἀνήκω σὲ κανένα κόμμα καὶ σὲ καμμίαν ἰδεολογία. Ἀνήκω στὸ Χριστὸ καὶ μόνο στὸ Χριστό. Διότι πιστεύω ἀκράδαντα, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ παγκόσμιος γιατρὸς καὶ τὸ φαρμακό του εἶνε ἡ μετάνοια.
Αὐτὰ εἶχα νὰ σᾶς πῶ, ἀπὸ τὴν ἱερὰ αὐτὴ θέσι, ἀπὸ τὸ ἱερὸ αὐτὸ βῆμα, τὸ ὁποῖο λαμπρύνουν ὑπέροχοι ἱεράρχαι τῆς Ἐκκλησίας μας, μέχρι τοῦ τελευταίου ἐπισκόπου Διονυσίου.
Αὐτὰ ὁ ταπεινὸς ἐπίσκοπος Φλωρίνης ἐπαναλαμβάνω πρὸς τὸν ἀγαπητὸ λαὸ τῆς Κοζάνης καὶ λέγω πρὸς ὅλους ὑμᾶς τὸ «Μετανοεῖτε».
Ὦ γέροντες συνηλικιῶτες μου, ποὺ ἔχετε ἐπάνω στὰ μαλλιά σας τὸ χιόνι τοῦ Ὀλύμπου καὶ τὸ ἕνα πόδι σας εἶνε μέσα στὸν τάφο, μετανοεῖτε γιὰ τὶς ἁμαρτίες τῆς νεότητός σας.
Ὦ νέοι, παιδιά, ἀχαλίνωτα ἄλογα, συγκρατῆστε πλέον τὸν ἑαυτό σας, καὶ μετανοῆστε γιὰ τὰς ἀταξίας, ποὺ ἀσχημίζουν τὴν ὡραία νεότητά σας.
Ὦ ἄνδρες ὥριμοι μετανοῆστε γιὰ τὰς πράξεις σας.
Ὦ γυναῖκες οἱ ὁποῖες ὡς νυκτερίδες πετᾶτε μέσα στὰ σκότη τῆς ἁμαρτίας, μετανοήσατε.
Μετανοεῖτε, γονεῖς, γιὰ τὴν ἀθλίαν τακτικὴν τὴν ὁποίαν ἀκολουθεῖτε ἐναντίον τῶν τέκνων σας.
Τέκνα, μετανοήσατε γιὰ τὶς ὕβρεις, τὶς ἀτιμίες, τὶς ὁποῖες ἐκσφεδονίσατε ἐναντίον τῶν γονέων σας.
Πλούσιοι, μετανοήσατε γιὰ τὶς ἀδικίες σας καὶ τὶς ἀσπλαχνίες σας καὶ τὴν πλεονεξία σας καὶ γιὰ τὶς ἐκμεταλλεύσεις τοῦ λαοῦ μας.
Μικροὶ καὶ μεγάλοι, μετανοήσατε. Δάσκαλοι καὶ καθηγηταί, ἀναθεωρήσατε τὶς μεθόδους σας. Φιλόσοφοι καὶ ψυχολόγοι καὶ ἰατροί, μετανοῆστε καὶ παύσατε πλέον ―ἰατροὶ ἐσεῖς― νὰ κάνετε ἐκτρώσεις. Εἶνε φοβερόν· σὲ κανένα μέρος τῆς γῆς, οὔτε στὸ Βελιγράδι οὔτε στὴ Μόσχα οὔτε εἰς ἄλλο κέντρο τοῦ δυτικοῦ καὶ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ, γίνονται τέτοια ἐγκλήματα ὅπως ἐδῶ. Ἂν πᾶτε στὴν Ἀλβάνια, γεμάτη παιδιά· ἂν πᾶτε στὴ Σερβία, γεμάτη παιδιά· ἂν πᾶτε στὴ Βουλγαρία, γεμάτη παιδιά· ἂν πᾶτε στὴν Τουρκία, γεμάτη παιδιά, καὶ διαρκῶς αὐξάνονται οἱ Τοῦρκοι, μὲ τὰ σάλιο θὰ μᾶς πνίξουν. Ἐμεῖς ἔχομε τὰ λιγώτερα παιδιά. Εἶνε φοβερό. Κλάψτε καὶ θρηνῆστε, βουνὰ καὶ λαγκάδια, διότι μέσα στὴν Ἑλλάδα, κατὰ ἐπίσημη στατιστική, γίνονται 300.000 ἐκτρώσεις. Καὶ ἡ Ἑλλάδα κινδυνεύει νὰ γίνῃ γηροκομεῖο.
Ὦ Ἑλλάς, ἀγαπητή μας πατρίδα, γιὰ σένα ἀναπνέομε καὶ ζοῦμε, μετανόησε. Κυβερνῆται, λαός, ἐπιστήμονες, ψυχολόγοι, ὀπαδοὶ πάσης παρατάξεως, μαῦροι, ἄσπροι, κόκκινοι, ὅλοι μετανοήσατε καὶ ἀλλάξατε τρόπον ζωῆς.
Ἀνθρωπότης, Νινευΐ, νεώτερα Σόδομα. Δὲν εἶμαι Ἰωνᾶς ὁ προφήτης, εἶμαι ἕνας ἁμαρτωλός, ποὺ δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ φιλήσω τὰ πόδια σας. Ὡς ἁμαρτωλὸς πρὸς ἁμαρτωλοὺς ὁμιλῶ, ἀλλ᾿ ὡς Ἰωνᾶς φωνάζω κ᾿ ἐγώ· Νινευΐ, μετανόησον, διότι «ἔτι τρεῖς ἡμέραι καὶ Νινευῒ καταστραφήσεται» (Ἰωνᾶ).
Ἀνθρωπότης, Εὐρώπη, Ῥωσία, Ἀμερική, κόσμε δυτικὲ καὶ ἀνατολικέ, ἄσπροι, μαῦροι. Δὲν ἀνήκω σὲ κανένα κόμμα καὶ σὲ καμμίαν ἰδεολογία. Ἀνήκω στὸ Χριστὸ καὶ μόνο στὸ Χριστό. Διότι πιστεύω ἀκράδαντα, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ παγκόσμιος γιατρὸς καὶ τὸ φαρμακό του εἶνε ἡ μετάνοια.
Αὐτὰ εἶχα νὰ σᾶς πῶ, ἀπὸ τὴν ἱερὰ αὐτὴ θέσι, ἀπὸ τὸ ἱερὸ αὐτὸ βῆμα, τὸ ὁποῖο λαμπρύνουν ὑπέροχοι ἱεράρχαι τῆς Ἐκκλησίας μας, μέχρι τοῦ τελευταίου ἐπισκόπου Διονυσίου.
Αὐτὰ ὁ ταπεινὸς ἐπίσκοπος Φλωρίνης ἐπαναλαμβάνω πρὸς τὸν ἀγαπητὸ λαὸ τῆς Κοζάνης καὶ λέγω πρὸς ὅλους ὑμᾶς τὸ «Μετανοεῖτε».
―Μὰ θὰ μὲ συγχωρήσῃ ὁ Θεός; λέει ὁ ἁμαρτωλός.
Δῶστε μου τ᾿ ἁμαρτήματά σας. Μικρά μου παιδιά, δῶστε
τ᾿ ἁμαρτήματά σας. Νέοι μου, δῶστε τ᾿ ἁμαρτήματά σας. Ἐπιστήμονες, δῶστε τ᾿
ἁμαρτήματά σας. Γιατροί, δῶστε τ᾿ ἁμαρτήματά σας. Μικροὶ καὶ μεγάλοι, γυναῖκες
καὶ ἄνδρες, δῶστε τ᾿ ἁμαρτήματά σας. Κ᾿ ἐσεῖς, γυναῖκες ἁμαρτωλές, δῶστε τ᾿
ἁμαρτήματὰ σας.
Δῶστε, δῶστε τ᾿ ἁμαρτήματά σας.
Πετραδάκι εἶνε τ᾿ ἁμαρτήματα σου; Ἐὰν συγκεντρώσωμε τ᾿ ἁμαρτήματα τοῦ κόσμου, θὰ κάνουμε ἕναν Ὄλυμπο. Ἕναν Ὄλυμπο ὄχι ἀπὸ πέτρες, ἕναν Ὄλυμπο ὄχι ἀπὸ θάμνους, ἕνα Ὄλυμπο ἀπὸ κάρβουνα ἀναμμένα.
Φανταστῆτε ἕναν Ὄλυμπο καιόμενο καὶ φλεγόμενο, ἀπὸ κάρβουνα ἀναμμένα. Ποιός μπορεῖ νὰ τὸν σβήσῃ; Ὅλες οἱ ὑδραντλίες νὰ μαζευτοῦν, εἶνε ἀδύνατον νὰ τὸν σβήσουν. Καὶ ὁ Πηνειὸς ποταμὸς εἶνε ἀδύνατο νὰ σβήσῃ ἕναν Ὄλυμπο καιόμενο.
Καὶ ὅμως, ἀδελφοί! Πάρτε τ᾿ ἁμαρτήματα ὅλα καὶ ῥίψατέ τα στὸν ὠκεανόν· καὶ ἡ φωτιά δὲν νικάει τὴν θάλασσα, ἡ θάλασσα νικάει τὴν φωτιά. Ποιά εἶνε ἡ θάλασσα; Ἡ φωτιά εἶνε οἱ ἁμαρτίες· οἱ δικές μου, οἱ δικές σας, τοῦ κόσμου ὅλου. Ποιά εἶνε ἡ θάλασσα; Ὦ χριστιανοί μου, πιστεύσατέ το· ἡ θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ ἀπέραντος, στὴν ὁποία ὄχι ἕνας Ὄλυμπος, ἀλλὰ ἑκατὸ Ὄλυμποι μποροῦν νὰ βυθιστοῦν καὶ νὰ σβήσουν· ἡ θάλασσα ἡ ἀπέραντος καὶ ἀτέρμων, πιστεύσατέ το, – ποιά εἶνε; Μιὰ σταλαγματιὰ αἷμα, ποὺ ἔπεσε ἀπὸ τὸν Ἐσταυρωμένο, ἔγινε θάλασσα, καὶ μέσα στὴν θάλασσαν αὐτὴν τοῦ ἐλέους του πίπτομε καὶ καθαριζόμεθα. Ἐὰν ὁ Χριστὸς δὲν ἐθυσιάζετο, οὔτε ὁ λῃστὴς μποροῦσε νὰ πῇ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε» (Λουκ. …), οὔτε κανένας. Ἐλπίζομεν εἰς τὸ θεῖον ἔλεος, ἐλπίζομεν εἰς τὴν φιλανθρωπίαν του. Καὶ σημαίνομεν ἀπὸ τῆς πόλεως ταύτης, ὅτι εἴμεθα, δὲν εἶνε ὑπερβολή, σύμφωνα μὲ τὰ ἱερὰ κείμενα, τὸ ρολόϊ τῆς ἀνθρωπότητος σημαίνει δώδεκα παρὰ πέντε. Ἂν μέσα στὰ λίγα αὐτὰ λεπτὰ ἡ ἀνθρωπότητα μετανοήσῃ, θὰ δοῦμε τὴν βασιλεία τοῦ οὐρανοῦ ἐπὶ τῆς γῆς.
Ναί, ἀδελφοί μου, αὐτά εἶχα νὰ πῶ πρὸς ἐσᾶς.
Παιδιά, ἄνδρες, γυναῖκες τῆς προσφιλοῦς Κοζάνης, κάνετε στροφὴ εἰς τὸν βίον σας, πρὸς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Ὅν, παῖδες Κοζάνης, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.
(Κοζάνη 13-1-1974)
Δῶστε, δῶστε τ᾿ ἁμαρτήματά σας.
Πετραδάκι εἶνε τ᾿ ἁμαρτήματα σου; Ἐὰν συγκεντρώσωμε τ᾿ ἁμαρτήματα τοῦ κόσμου, θὰ κάνουμε ἕναν Ὄλυμπο. Ἕναν Ὄλυμπο ὄχι ἀπὸ πέτρες, ἕναν Ὄλυμπο ὄχι ἀπὸ θάμνους, ἕνα Ὄλυμπο ἀπὸ κάρβουνα ἀναμμένα.
Φανταστῆτε ἕναν Ὄλυμπο καιόμενο καὶ φλεγόμενο, ἀπὸ κάρβουνα ἀναμμένα. Ποιός μπορεῖ νὰ τὸν σβήσῃ; Ὅλες οἱ ὑδραντλίες νὰ μαζευτοῦν, εἶνε ἀδύνατον νὰ τὸν σβήσουν. Καὶ ὁ Πηνειὸς ποταμὸς εἶνε ἀδύνατο νὰ σβήσῃ ἕναν Ὄλυμπο καιόμενο.
Καὶ ὅμως, ἀδελφοί! Πάρτε τ᾿ ἁμαρτήματα ὅλα καὶ ῥίψατέ τα στὸν ὠκεανόν· καὶ ἡ φωτιά δὲν νικάει τὴν θάλασσα, ἡ θάλασσα νικάει τὴν φωτιά. Ποιά εἶνε ἡ θάλασσα; Ἡ φωτιά εἶνε οἱ ἁμαρτίες· οἱ δικές μου, οἱ δικές σας, τοῦ κόσμου ὅλου. Ποιά εἶνε ἡ θάλασσα; Ὦ χριστιανοί μου, πιστεύσατέ το· ἡ θάλασσα ἡ μεγάλη καὶ ἀπέραντος, στὴν ὁποία ὄχι ἕνας Ὄλυμπος, ἀλλὰ ἑκατὸ Ὄλυμποι μποροῦν νὰ βυθιστοῦν καὶ νὰ σβήσουν· ἡ θάλασσα ἡ ἀπέραντος καὶ ἀτέρμων, πιστεύσατέ το, – ποιά εἶνε; Μιὰ σταλαγματιὰ αἷμα, ποὺ ἔπεσε ἀπὸ τὸν Ἐσταυρωμένο, ἔγινε θάλασσα, καὶ μέσα στὴν θάλασσαν αὐτὴν τοῦ ἐλέους του πίπτομε καὶ καθαριζόμεθα. Ἐὰν ὁ Χριστὸς δὲν ἐθυσιάζετο, οὔτε ὁ λῃστὴς μποροῦσε νὰ πῇ τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε» (Λουκ. …), οὔτε κανένας. Ἐλπίζομεν εἰς τὸ θεῖον ἔλεος, ἐλπίζομεν εἰς τὴν φιλανθρωπίαν του. Καὶ σημαίνομεν ἀπὸ τῆς πόλεως ταύτης, ὅτι εἴμεθα, δὲν εἶνε ὑπερβολή, σύμφωνα μὲ τὰ ἱερὰ κείμενα, τὸ ρολόϊ τῆς ἀνθρωπότητος σημαίνει δώδεκα παρὰ πέντε. Ἂν μέσα στὰ λίγα αὐτὰ λεπτὰ ἡ ἀνθρωπότητα μετανοήσῃ, θὰ δοῦμε τὴν βασιλεία τοῦ οὐρανοῦ ἐπὶ τῆς γῆς.
Ναί, ἀδελφοί μου, αὐτά εἶχα νὰ πῶ πρὸς ἐσᾶς.
Παιδιά, ἄνδρες, γυναῖκες τῆς προσφιλοῦς Κοζάνης, κάνετε στροφὴ εἰς τὸν βίον σας, πρὸς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. Ὅν, παῖδες Κοζάνης, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.
(Κοζάνη 13-1-1974)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου