Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2022

Ο ΑΥΤΟΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ “ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ”: ΜΕΡΟΣ Β’: Η ΕΞΕΛΙΞΙΣ ΤΩΝ ΟΡΩΝ “ΕΛΛΗΝ” & “ΓΡΑΙΚΟΣ”

 Τοῦ Μάνου Ν. Χατζηδάκη, Προέδρου Δ.Σ. τοῦ Ε.ΠΟ.Κ.

Ἀναλύσαμε στό Α’ Μέρος τό γιατί ὁ αὐτο­προ­σδιο­ρισμός τῶν “βυζαντινῶν” ὡς «Ρωμαί­ων» δέν ἦταν ἐ­θ­νικός ἀλλά ἰδεολογικοπολιτικός. Ὅπως ἐπιση­μαί­νει ὁ Sylvain Gou­­­­­­guenheim «ἡ ὀνομασία “Ρω­μαίοι” παραπέμπει σέ ἕνα πολιτικό πρό­γραμμα καί σέ μία πο­λιτική κληρονομιά, πού υἱοθέτησαν οἱ ἡ­γέ­τες μίας αὐτοκρατορίας πού εἶχε καταστεῖ ἑλλη­νική».[1] Μάλιστα κατά τήν Averil Came­ron, πα­­­ρότι «συνέχισαν νά αὐτοαπο­κα­λούνται Ρωμα­ί­οι… ἡ πλειονό­τη­τά τους ἦταν Ἕλληνες καί ἡ ἄκ­ρως ἐκλεπτυσμένη γλῶσ­σα τῆς λο­γο­τεχνίας καί τῆς διοίκησής τους ἦταν τά ἑλλη­νι­κά».[2] Καί ὅπως γρά­φει ὁ John C. Carr, μπορεῖ νά μήν αὐτοαποκαλοῦντο Ἕλληνες, ἀλλά «οἱ περισσότεροι Βυζαντινοί ὑπήκοοι, ἰδίως οἱ ἄρχουσες τά­ξεις, ἀναμφίβολα ἦταν».[3]


Τό ὄνομα “Ἕλλην” μετατρέπεται σέ θρησκευτικό καί ὄχι ἐθνολογικό ὄρο

 Ἀπό τόν 1ο αἰώνα, τό ὄνομα «Ἕλλην» ἄρ­χι­σε νά προσ­λα­μβά­νη θρησκευτικό χαρακτήρα καί νά χαρακτηρίζη τούς εἰδω­λο­­­λά­τρες ἀνεξαρτήτως φυλῆς ἤ γλώσσας. Χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι στό Κατά Μάρκον Εὐαγγέλιο περιγράφεται γυναίκα «Ἑλλη­νίς, Συ­­ρο­φοινίκισσα τῷ γενεῖ»[4]. “Ἐθνικοί” καί Χριστιανοί χρησιμοποι­­­­ούν πλέον τήν ἔν­νοι­α μέ θρησκευτική καί ὄχι ἐθνική σημασία (Τα­­τια­νός, Κλή­μης ὁ Ἀλεξανδρεύς, Ἰωάννης Χρυσόστομος, Θεοδώ­­ρητος Κύρου, Ζώσιμος, Πορφύριος κ.λπ.).

Τόν 6ο αἰώνα ὁ Ἰω­άν­νης Μό­σ­χος χα­ρα­κτηρίζει ἔτσι τούς Ἄραβες, τόν 9ο αἰώνα ὁ Φώτιος ἀνα­­­φέ­ρει ἔτσι τούς παγανιστές Ρῶς (πρίν ἐκχριστιανισθοῦν). Καί τόν 11ο αἰώνα ὁ Μιχαήλ Ψελλός ἀποκαλεῖ ἔτσι τούς Κινέζους (!).

Εἶναι λοι­­­πόν πα­σιφανές ὅτι τά ὀνόματα «Ἕλλην» καί «Ἑλληνι­σμός» εἶχαν ἀπω­λέσει παντελῶς τό ἐθνικό νόημά τους καί ἦσαν συ­νώ­νυ­μα μέ τήν ὁποιαδήποτε μορφή εἰδωλολατρικῆς θρησκείας. Τό γε­γο­νός ἐπισημαίνουν τόσο ἡ Averil Cameron[5] ὅσο καί ἡ Gill Page.[6] Ὅπως γράφει ὁ Διο­νύσιος Ζα­κυθηνός: «τό ὄνομα Ἕλλην, συν­δε­θέν ἀ­πό τῶν πρώ­­των χριστιανικῶν χρόνων μετά τῆς θρη­σκευ­τι­κῆς ἐν­νοί­ας τοῦ ἐμ­μένο­ντος εἰς τήν παλαιάν θρησκείαν τῶν Ἑλλή­νων, τοῦ εἰ­δω­λο­λά­­τρου γε­νικώτερον, περιέπεσεν εἰς ἀφάνει­αν»[7] καί κατά τήν Ἑλένη Γλύ­κα­τζη - Ἀρβελέρ: «ὁ ὅρος “Ἕλλην” διαγρά­φε­ται σιγά - σι­γά ἀπό τά πά­τρια καί τίς μνῆμες».[8]

 Ἡ ἐθνολογική ἐξέλιξις τοῦ ὅρου “Γραικός” (4ος - 9ος αιώνας)

Ἡ ὀνομασία «Γραικός» θεωρεῖται ἀρχαιότερη τοῦ «Ἕλληνος» καί ὁ Ἀριστοτέλης γράφει ὅτι τά πανάρχαια χρόνια τήν Ἑλλάδα κα­­­τοικοῦσαν «οἱ καλούμενοι τότε μέν Γραικοί νῦν δ’ Ἕλληνες».[9]

Οἱ ἀρχαῖοι Ρωμαῖοι ἀποκαλοῦσαν τούς Ἕλληνες ὡς «Gra­e­ci» -λα­τι­­­νική ἐκδοχή τοῦ «Γραικοί»- ὀνομασία πού ἐπι­κρά­τησε στήν Δύσι μέχρι σήμερα. (Ἀπό αὐτήν προέρχεται καί τό σημερινό ἀγγλικό «Greeks», τό γαλ­λικό «Greks» κ.λπ. πού κατά λέξι σημαίνουν «Γραικοί» καί κατ’ οὐσίαν «Ἕλ­λη­νες»).

Ὅπως ἀποδεικνύει ὁ Ἠσύχιος ὁ Ἀλεξανδρεύς, τόν 5ο μ.Χ. αἰ­ώ­να τό ὄνομα “Γραικός” παρέμενε ταυτόσημο μέ τό ὄνομα “Ἕλλην”.[10]

Καί ὅπως ἦταν φυσικό, ὅταν ὁ ὅρος «Ἕλ­λην» ἔγινε συνώνυμος τοῦ «εἰ­δω­λο­λά­τρη» ἀντικαταστά­θη­κε στήν ἐθ­νο­­λογική ση­μα­σία του ἀπό τόν ὅρο «Γραικός». Ὅταν ὁ Πρί­­σ­κος ρωτᾶ κάποιον ἀ­πό τό πε­ρι­βάλ­λον τοῦ Ἀττίλα πῶς μι­λᾶ «τήν Ἑλ­λή­νων φωνήν», τό­τε «γε­­λάσας ἔφη Γραικός μέν εἶ­ναι τό γέ­νος».

Τόν 8ο αἰώνα, ἀ­πα­ραί­τητη προϋ­πό­θεσις τῆς θυγα­τρός τοῦ Καρλο­μά­γνου νά πα­ν­τρευ­­θῆ τόν Κω­ν­­στα­ντῖνο ΣΤ’, ἦταν -κατά τόν Θε­ο­φάνη- νά δι­δαχθῆ τά «τῶν Γραι­­κῶν γράμ­ματα καί τήν γλῶσ­σαν».[11]

Οἱ ἀνα­φο­ρές τοῦ Θεο­δώρου Στουδίτου, τοῦ Προκο­πί­ου, τοῦ Κωνστα­ντί­νου Ζ’ Πο­­ρφυ­ρογέννητου, τοῦ Λέοντος Χοιρο­σφά­κτου, τοῦ Γεωρ­γί­ου Κε­δρη­νοῦ κ.ἄ. ἐπιβεβαιώ­νουν τόν Ν. Σβο­­­­­ρῶνο πού γρά­φει ὅτι οἱ βυ­ζαντι­νοί «χρη­σι­μοποιοῦν ἤδη ἀπό τόν 6ο αἰ­ώ­να τόν ὅρο Γραι­­κός, πα­λαιό ὄνομα τῶν Ἑλλήνων, ὅταν θέ­­­λουν νά δη­λώ­σουν τήν ἑλλη­νι­κή τους ἐθ­νό­­τητα καί νά διακρι­θοῦν ἀπό τούς μή ἑλληνι­κούς πλη­θυ­σμούς τῆς Αὐτοκρα­το­ρί­ας».[12] Καί ὁ Κ. Ἄμα­ντος γράφει: «Ὅταν ἔπρεπε νά γίνη ἀκριβεστέρα διάκρισις μεταξύ Ἑλλήνων καί ἄλλων πολιτῶν Ρωμαί­ων, ἐχρησιμοποιεῖτο τό παλαιόν ὄνομα Γραικός».[13]

Ἀπό τόν 9ο αἰώνα ὡστόσο, ὁ ὅρος «Γραι­κός» ἀρχίζει νά πε­­­ρι­πί­πτει σέ ἀχρη­στ­ία, ὡς ἀντίδρασι ἀπέναντι στούς δυτικούς πού ἀπό­κα­­λούσαν ἔτσι τούς βυζαντινούς.[14] Ἐν­δει­κτική ἡ ὀργή τοῦ Νι­κη­φό­ρου Φωκᾶ ὅταν ὁ πάπας τόν ἀποκάλε­σε «Gra­­e­co­rum Imperato­rem» (968). Τοῦτο δέν ὀφειλό­ταν σέ ἄρνησι τῆς ἐθνικό­τη­τός του, ἀλλά στήν πολιτική κα­πήλευσι τοῦ ρωμαϊ­κοῦ τίτλου ἀπό τόν Ό­θω­να Α’.


Ἡ Αὐτοκρατορία κατά τόν θάνατο τοῦ Βασιλείου Β΄τό 1025

Πῶς χαρακτήριζε ἐθνολογικά ὁ τότε γνωστός κόσμος τούς “βυζαντινούς”

 Σύσ­σω­μος πάντως, ὁ τότε γνωστός κόσμος χαρακτήριζε τούς βυζαντινούς ἀπο­­κλει­στικά μέ ἑλληνικά ἐθνικά ὀνόματα:

Λατινογερμανοί: Ἤδη ἀπό τόν 6ο αἰώνα ὁ Παύ­λος ὁ Διά­κο­νος ἀποκα­­λεῖ τόν Μαυρί­κιο «primus ex Grecorum ge­ne­re in imperio con­fi­r­ma­tus est»[15] Ὁ ἀνώνυμος συγ­­γρα­­φεύς τοῦ ποιή­μα­τος «De mu­ta­­ta Ro­ma­e for­tu­na» (9ος αἰ.) τούς ἀναφέρει ὡς «Graecos» καί τήν βυ­­­ζα­­ντινή ἐπι­κρά­τεια «rura Pela­sga c­o­lunt», («γῆ τῶν Πελα­σ­γῶν»).[16] Τόν 10ο αἰώνα ὁ Λιουτπράνδος τῆς Κρεμώνας γράφει γιά «Im­pera­to­­r­es Gra­e­corum» (Ι 6, ΙΙ 26) ἀλλά καί «Regnum Ar­gi­rorum» (ΙΙΙ 26) (Βα­­σί­λει­ο Ἀρ­γεί­ων). Τόν 11ο αἰώνα ὁ χρονικογράφος Ἀδάμ τῆς Βρέ­μης ἀ­πο­καλεῖ τό Βυζάντιο «Graecia»[17], τό «Annales Barences» μι­­λάει γιά «Grecis» καί «Grae­co­rum», ὁ βενεδικτίνος Ama­tus Casi­ne­­nsis τούς ἀποκαλεῖ «Grex» καί «Greci». Οἱ δυτικοί ἱστοριογράφοι τοῦ 11ου καί 12ου αἰῶνος ἀναφέρονται στήν Θεοφα­νῶ ὡς «Impe­ra­trix Greca»[18] ἡ ὁποία κατέφθασε ἀπό τήν «Gre­­ci­a».[19]

Ἄραβες: Οἱ ἄραβες ἱστορικοί καί γεωγράφοι τοῦ 10ου αἰῶνος Yahya ibn Said al-Antaki («Histoire de Yahya d’ Antioche»), Ibn al-Qa­la­nisi («Χρονικό τῆς Δαμασκοῦ»), Al-Maqdisi «The Best of Clas­si­fi­ca­tion for the Knowledge of Regions»), ἀλλά καί τῶν 11ου - 13ου αἰῶνος, ὅπως Ali ibn al-Athir («The Complete Hi­sto­r­y») καί A­bul­Fe­da («History of Hu­ma­ni­ty»), θεωροῦν τούς βυζαντινούς καί τήν χώρα «Rum» (Ρω­μιοί) ἀλλά κυ­ρί­α­ρχο εἶναι καί τό ὄνομα «Yunani - Yunanistan» (Ἴω­νες - Ἰωνία).

Ἀρμένιοι καί Σύριοι: Οἱ Ἀρμένιοι ἱστορικοί τοῦ 11ου αἰῶνος Στέφανος ὁ Ταρωνίτης («Histoire Universelle») καί Aristagues de La­s­diverd μιλοῦν γιά ἑλληνική αὐτοκρατορία καί βασιλεῖς τῶν Ἑλ­λή­νων. Οἱ Σύριοι χρονικογράφοι Μιχαήλ Α’ Ἀντιοχείας καί Ματ­θαῖος Ἐδέσσης γράφουν γιά «ἑλληνική περιοχή» καί «χώρα τῶν Ἑλλήνων».

Σλαῦοι καί Ρῶσσοι: Τό σλαυϊκό «Νεστοριανό Χρονικό» ἀπό­κα­­λεῖ τους βυζαντινούς «Greki» καί ὁ δαλματός ἱστορικός Johan­nes Lucius ἀναφέρεται στούς «Graecos Imperatores».[20] Ὁ Stever Ru­n­ciman θά γράψη χα­ρα­κτη­ριστικά: «Οἱ Σλαῦοι συγγραφεῖς μι­λοῦν περιφρονητικά γιά τήν Ἀνατολική Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία, ἐ­πει­δή ἦταν κυρίως ἑλληνική»[21] Οἱ Ρῶσοι ἀποκαλοῦσαν τούς βυ­ζα­ντι­νούς «Gretchniki».[22]

Νορμανδοί - Σκανδιναυοί: Τόν 11ο αἰώνα, ὁ Νορμαν­δός χρο­νο­γρά­φος Guillelmus Apu­lien­sis ἀποκαλεῖ τούς βυζαντινούς «Gra­e­cis» καί «Danais» (Δα­να­ούς!)[23] καί ὁ σκα­νδι­ναυός Snorri Stur­lu­son ἀναφέρει τό Βυ­ζά­ντιο ὡς «Grik­kland» («Heimskringla»), ἐνῶ οἱ Σκα­ν­διναυοί ἀπο­κα­λοῦσαν τήν Μεσόγειο «Grikklands­sa­l­ti» (ἑλλη­νι­κή θάλασσα).[24] Ὁ σύγ­χρο­νος Ornolfur Thorsson ἀποκα­λεῖ τήν βυζαντινή ἐπικράτεια «Gree­ce» («Viking Voyages to the East in Written Accounts»).

Συνεπῶς ὅλος ὁ τότε γνωστός κόσμος ἀποκαλοῦσε τούς βυ­ζα­ντι­νούς, τήν χώρα καί τούς βασιλεῖς τους ὄχι μονάχα «Γραι­­κούς», ἀλ­λά καί «Ἴωνες», «Ἀργείους», «Δαναούς», «Πε­λα­σ­γούς». Τό γεγονός αὐτό ἀναιρεῖ τόν ἰσχυρισμό μερικῶν ὅτι ὁ ὅρος «Γραικός» σήμαινε ἁπλῶς τόν «ἑλληνόφωνο» και αποδεικνύει ότι τούς θεωροῦσαν ξεκάθαρα ἑλληνικῆς καταγωγῆς.


Ἡ σταδιακή ἐπαναφορά τοῦ ὄρου “Ἕλλην” μέ ἐθνολογική ση­μασία (9ος - 12ος αἰώνας)

 Κατά τόν Cha­rles Diehl «περί τά μέσα τοῦ 9ου αἰ­ώ­να ὑπῆρχε πρα­­­γματικά μία βυζαντινή ἐθνικότητα» ἡ ὁποία βασίσθηκε σέ δύο στοι­­χεῖα: «τήν κοινή σφρα­γί­δα τοῦ ἑλληνισμοῦ καί τήν κοι­νή ὁμο­λο­γία τῆς ὀρ­θο­δο­ξίας»[25] Ἀπό τόν ἴδιο αἰώνα (9ο αἰ.) παρατηρείται αὐ­­τό πού ὁ Paul Le­me­r­le ἀποκαλεῖ «πρῶτο βυ­ζαντι­νό οὐμα­νι­σ­μό» στό ὁμώνυμο ἔργο του, («Μυριόβιβλος» Φωτίου, Ἀρέθας Καισαρείας Θεόδωρος Στουδίτης Λέων ὁ Φιλόσοφος κ.α.)

Τον 10ο αἰ­­ώ­­να θά ἐξελιχθῆ κατά τόν H. W. Haussig σέ ἕναν «Ἑλληνικό Διαφωτι­σ­μό»[26], μέ τό κίνημα τοῦ “Ἐγκυκλοπαιδισμοῦ” ὡς ἐγχειρήματος ἀνα­κτή­­σεως καί διασώσεως τοῦ ἑλληνικοῦ παρελθόντος, («Ἐκλογαί» Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογεννήτου, Λεξικό ΣΟΥΔΑΣ«Ἑλληνική (Παλατινή) Ἀνθολογία», «Φιλόπατρις ἤ Διδασκόμενος» κ.α.), μέ τό ὁποίο, ὅπως γράφει ὁ Charles Diehl, τό Βυζάντιο: «ἀπό πνευματική ἄποψη, βυθιζόταν μέ ὅλες τίς ρί­ζες του στό γό­νιμο ἔδαφος τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδας».[27]

Αὐτό θά ἀπό­γειω­θῆ κατά τόν 11ο αἰ­ώ­να ὁπό­τε ἔχουμε -κατά τόν Διον. Ζακυθηνό- τήν «ποχή ὠριμό­τη­τος τοῦ κλασσικοῦ Ἀνθρω­πι­σμοῦ».[28] (Ἰωάννης Μαυρόπους, Ἀκριτικός Κύκλος, «Τό Ἆσμα τοῦ Ἀρμούρη» Ἰωάννης Ξιφιλίνος Μιχαήλ Ψελλός κ.α.)

Ἔτσι, κατά τήν περίοδο τῆς μα­κε­δονικῆς δυναστείας ἀναπτύ­χθη­κε κατά τόν Sy­l­vain Gouguenheim «ἕνας “ἑλληνοβυζαντινός πα­­­­τριωτισμός”, βασιζόμενος στίς δύο θεμελιώδεις ἀρχές τῆς ἑλλη­νι­­­­κό­τητας καί τῆς ὀρθοδοξίας»,[29] ἐνῶ ἡ πνευ­μα­τι­κή ἀνασύνδεσις μέ τήν ἀρ­­χαί­α Ἑλλάδα κατά τήν Αἰκ. Χριστοφιλοπούλου «ἐξοικειώνει τούς λο­γί­ους μέ τόν ἑλληνισμό, ἀπό­κα­θα­ρμέ­νον ἀπό τήν προκα­τά­λη­ψη τῆς εἰ­δω­­λο­λα­τρείας» καί ὁδηγεῖ στήν «παναφορά τῶν ὅρων Ἕλλην, Ἑλ­λη­νίς μέ τήν ἐθνολογική τους ση­μασία».[30] Τό ἴδιο παρατηρεῖ καί ὁ Sylvain Gouguenheim[31]




Σέ ἐπόμενο ἅρθρο μας, θά ἐξετάσουμε τό πῶς, ἀρχικά ἡ πνευματική ἐλίτ ἀπό τοῦ 12ου αἰῶνος καί κυρίως ἡ ἅλωσι τῆς Πόλεως ἀπό τούς Λατίνους τό 1204, θά τούς ἐπα­να­φέρουν πλήρως (Νικήτας Χωνιάτης, Νικηφόρος Γρηγορᾶς, Ἰωάννης Βατάντζης, Πλῆ­θων Γεμιστός κ.α.) δημιουργώντας τίς ρίζες τοῦ νεοελληνικοῦ πρωτοεθνικισμοῦ πού ἡ φυσική ἐξέλιξίς του (Παλαιολόγεια Ἀναγέννησις) θά διαποκῆ τραγικά τό 1453…





Διαβάστε περισσότερα στο βιβλίο του Μάνου Ν. Χατζηδάκη "ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ 324-1081: Από τον Μέγα Κωνσταντίνο έως την άνοδο των Κομνηνών (Εκδόσεις ΠΕΛΑΣΓΟΣ, Χαρ.Τρικούπη 14 Αθ'ηνα. Τηλ. 2106440021



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου