Τι προέβλεπε η διαβόητη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου;
Μπροστά στη γενική κατακραυγή η Ρωσία αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να δεχτεί αναθεώρηση της συνθήκης, που έγινε τον Ιούνιο του 1878 στο Συνέδριο του Βερολίνου. Εκτός από τις άλλες μεταβολές, αντί της μεγάλης Βουλγαρίας του Αγίου Στεφάνου, ιδρύθηκε μια μικρή αυτόνομη ηγεμονία, φόρου υποτελής στο σουλτάνο, που τα όριά της περιορίζονταν ανάμεσα στο Δούναβη και στον Αίμο!..
Οι συνομολογήσαντες τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, από αριστερά: Σαντουλάχ πασάς, Σαφβέτ Πασάς, Νικόλαος Ιγνάντιεφ που υπογράφει και ο βοηθός διπλωμάτης Νεντίλοφ
Η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου
Πρόκειται για μια συνθήκη ειρήνης που υπογράφτηκε ανάμεσα στη Ρωσία και την Τουρκία στις 3 Μαρτίου του 1878 στο προάστιο της Κωνσταντινούπολης Άγιο Στέφανο (τουρκ. Γεσίλκιοϊ) και σημείωσε το τέλος του ρωσοτουρκικού πολέμου του 1877-1878.
Στον πόλεμο αυτό ο ρωσικός στρατός, μετά από μια σειρά σκληρών συγκρούσεων στο έδαφος της σημερινής Βουλγαρίας, συνέτριψε τον τουρκικό στρατό και τον Ιανουάριο του 1878 κατέλαβε την Αδριανούπολη. Η Τουρκία, όταν οι προσπάθειές της να επιτύχει βοήθεια από τις άλλες μεγάλες Δυνάμεις έμειναν χωρίς αποτέλεσμα, αναγκάστηκε, μπροστά στον κίνδυνο ολοκληρωτικής κατάρρευσης, να ζητήσει από τη Ρωσία ανακωχή. Η ανακωχή υπογράφτηκε στις 31 Ιανουαρίου 1878 στην Αδριανούπολη και ακολούθησε, στις 3 Μαρτίου, η υπογραφή της συνθήκης ειρήνης στον Άγιο Στέφανο.
Με τη συνθήκη αυτή η νικήτρια Ρωσία επέβαλε στην ηττημένη Τουρκία τους όρους της. Οι σπουδαιότεροι απ' αυτούς ήταν οι ακόλουθοι:
- Η Ρωσία, αντί πολεμικής αποζημίωσης, έπαιρνε από την Τουρκία τη Βεσαραβία και τις ασιατικές πόλεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας Τούλσα, Αρδαχάν, Καρς και Βατούμ.
- Οι αυτόνομες ως τότε ηγεμονίες του Μαυροβουνίου, της Σερβίας και της Ρουμανίας γίνονταν ανεξάρτητα κράτη, ενώ επεκτείνονταν σημαντικά και τα όριά τους.
- Προβλέπονταν μεταρρυθμίσεις και μια μορφή αυτονομίας για τη Βοσνία και την Ερζεγοβίνη, καθώς και για την Αρμενία.
- Η Τουρκία υποχρεωνόταν να εφαρμόσει επακριβώς τον Οργανικό Νόμο που είχε παραχωρηθεί το 1868 στην Κρήτη.
- Η πιο σημαντική όμως και αμφιλεγόμενη ρύθμιση της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, που δημιούργησε έντονες διεθνείς αντιδράσεις, περιλαμβανόταν στο 6ο άρθρο της. Σύμφωνα μ' αυτό, ιδρυόταν μεγάλη αυτόνομη ηγεμονία της Βουλγαρίας, που θα εκτεινόταν από το Δούναβη και τον Εύξεινο Πόντο ως το Αιγαίο. Η ηγεμονία αυτή θα περιλάμβανε όλη την περιοχή μεταξύ Δούναβη και Αίμου, την Ανατολική Ρωμυλία και ολόκληρη σχεδόν τη Μακεδονία, με την ευρύτερη γεωγραφική έννοια του όρου, εκτός από τη Θεσσαλονίκη και τη Χαλκιδική.
Η υπό ίδρυση ηγεμονία της Βουλγαρίας θα βρισκόταν, βέβαια, κάτω από τη ρωσική επιρροή και το γεγονός συνιστούσε έμμεση επέκταση της Ρωσίας στο χώρο της Βαλκανικής, πράγμα που έθιγε τα συμφέροντα των άλλων Δυνάμεων (ιδιαίτερα της Αυστρίας), που αντέδρασαν όλες αποφασιστικά.
Μπροστά στη γενική κατακραυγή η Ρωσία αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να δεχτεί αναθεώρηση της συνθήκης, που έγινε τον Ιούνιο του 1878 στο Συνέδριο του Βερολίνου. Εκτός από τις άλλες μεταβολές, αντί της μεγάλης Βουλγαρίας του Αγίου Στεφάνου, ιδρύθηκε μια μικρή αυτόνομη ηγεμονία, φόρου υποτελής στο σουλτάνο, που τα όριά της περιορίζονταν ανάμεσα στο Δούναβη και στον Αίμο (βλ. και λ. Βερολίνου, Συνέδριο).
Στη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου είχε κινητοποιηθεί και η Ελλάδα, ενώ επαναστατικά κινήματα είχαν ξεσπάσει στην Κρήτη, στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο και στη Μακεδονία. Το Φεβρουάριο του 1878 μάλιστα είχε σχηματιστεί στο Λιτόχωρο προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση. Η δημιουργία της μεγάλης Βουλγαρίας με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου επέτεινε τις αντιδράσεις και την ανησυχία των Ελλήνων, γιατί η υλοποίησή της θα είχε ως συνέπεια την υπαγωγή των ελληνικών πληθυσμών της Μακεδονίας στη βουλγαρική επικράτεια.
Τα επαναστατικά κινήματα δεν είχαν άμεσο αποτέλεσμα και σταμάτησαν λίγο μετά το τέλος του ρωσοτουρκικού πολέμου. Το μόνο που μπόρεσε να επιτύχει τότε η Ελλάδα ήταν μια υπόσχεση των Δυνάμεων ότι κατά την αναθεώρηση της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου και την οριστική διευθέτηση θα ληφθούν υπόψη και οι ελληνικές διεκδικήσεις. Η υπόσχεση αυτή πραγματοποιήθηκε, κατά κάποιο τρόπο και κατά ένα μέρος, με την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος το 1881.
Στον πόλεμο αυτό ο ρωσικός στρατός, μετά από μια σειρά σκληρών συγκρούσεων στο έδαφος της σημερινής Βουλγαρίας, συνέτριψε τον τουρκικό στρατό και τον Ιανουάριο του 1878 κατέλαβε την Αδριανούπολη. Η Τουρκία, όταν οι προσπάθειές της να επιτύχει βοήθεια από τις άλλες μεγάλες Δυνάμεις έμειναν χωρίς αποτέλεσμα, αναγκάστηκε, μπροστά στον κίνδυνο ολοκληρωτικής κατάρρευσης, να ζητήσει από τη Ρωσία ανακωχή. Η ανακωχή υπογράφτηκε στις 31 Ιανουαρίου 1878 στην Αδριανούπολη και ακολούθησε, στις 3 Μαρτίου, η υπογραφή της συνθήκης ειρήνης στον Άγιο Στέφανο.
Με τη συνθήκη αυτή η νικήτρια Ρωσία επέβαλε στην ηττημένη Τουρκία τους όρους της. Οι σπουδαιότεροι απ' αυτούς ήταν οι ακόλουθοι:
- Η Ρωσία, αντί πολεμικής αποζημίωσης, έπαιρνε από την Τουρκία τη Βεσαραβία και τις ασιατικές πόλεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας Τούλσα, Αρδαχάν, Καρς και Βατούμ.
- Οι αυτόνομες ως τότε ηγεμονίες του Μαυροβουνίου, της Σερβίας και της Ρουμανίας γίνονταν ανεξάρτητα κράτη, ενώ επεκτείνονταν σημαντικά και τα όριά τους.
- Προβλέπονταν μεταρρυθμίσεις και μια μορφή αυτονομίας για τη Βοσνία και την Ερζεγοβίνη, καθώς και για την Αρμενία.
- Η Τουρκία υποχρεωνόταν να εφαρμόσει επακριβώς τον Οργανικό Νόμο που είχε παραχωρηθεί το 1868 στην Κρήτη.
- Η πιο σημαντική όμως και αμφιλεγόμενη ρύθμιση της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, που δημιούργησε έντονες διεθνείς αντιδράσεις, περιλαμβανόταν στο 6ο άρθρο της. Σύμφωνα μ' αυτό, ιδρυόταν μεγάλη αυτόνομη ηγεμονία της Βουλγαρίας, που θα εκτεινόταν από το Δούναβη και τον Εύξεινο Πόντο ως το Αιγαίο. Η ηγεμονία αυτή θα περιλάμβανε όλη την περιοχή μεταξύ Δούναβη και Αίμου, την Ανατολική Ρωμυλία και ολόκληρη σχεδόν τη Μακεδονία, με την ευρύτερη γεωγραφική έννοια του όρου, εκτός από τη Θεσσαλονίκη και τη Χαλκιδική.
Η υπό ίδρυση ηγεμονία της Βουλγαρίας θα βρισκόταν, βέβαια, κάτω από τη ρωσική επιρροή και το γεγονός συνιστούσε έμμεση επέκταση της Ρωσίας στο χώρο της Βαλκανικής, πράγμα που έθιγε τα συμφέροντα των άλλων Δυνάμεων (ιδιαίτερα της Αυστρίας), που αντέδρασαν όλες αποφασιστικά.
Μπροστά στη γενική κατακραυγή η Ρωσία αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να δεχτεί αναθεώρηση της συνθήκης, που έγινε τον Ιούνιο του 1878 στο Συνέδριο του Βερολίνου. Εκτός από τις άλλες μεταβολές, αντί της μεγάλης Βουλγαρίας του Αγίου Στεφάνου, ιδρύθηκε μια μικρή αυτόνομη ηγεμονία, φόρου υποτελής στο σουλτάνο, που τα όριά της περιορίζονταν ανάμεσα στο Δούναβη και στον Αίμο (βλ. και λ. Βερολίνου, Συνέδριο).
Στη διάρκεια του ρωσοτουρκικού πολέμου είχε κινητοποιηθεί και η Ελλάδα, ενώ επαναστατικά κινήματα είχαν ξεσπάσει στην Κρήτη, στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο και στη Μακεδονία. Το Φεβρουάριο του 1878 μάλιστα είχε σχηματιστεί στο Λιτόχωρο προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση. Η δημιουργία της μεγάλης Βουλγαρίας με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου επέτεινε τις αντιδράσεις και την ανησυχία των Ελλήνων, γιατί η υλοποίησή της θα είχε ως συνέπεια την υπαγωγή των ελληνικών πληθυσμών της Μακεδονίας στη βουλγαρική επικράτεια.
Τα επαναστατικά κινήματα δεν είχαν άμεσο αποτέλεσμα και σταμάτησαν λίγο μετά το τέλος του ρωσοτουρκικού πολέμου. Το μόνο που μπόρεσε να επιτύχει τότε η Ελλάδα ήταν μια υπόσχεση των Δυνάμεων ότι κατά την αναθεώρηση της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου και την οριστική διευθέτηση θα ληφθούν υπόψη και οι ελληνικές διεκδικήσεις. Η υπόσχεση αυτή πραγματοποιήθηκε, κατά κάποιο τρόπο και κατά ένα μέρος, με την προσάρτηση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος το 1881.
[Πάνω εικόνα: Τα σύνορα της Μεγάλης Βουλγαρίας σύμφωνα με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Και οι δύο εικόνες είναι από την Βικιπαίδεια]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου