Οι γενικές αρχές της Μασονίας, που
παρατηρούνται και στα έργα του Ν. Καζαντζάκη
Η Μασονία, όπως και κάθε άλλη θρησκεία και αίρεση, έχει οπωσδήποτε κάποιες
γενικές αρχές, που τη διέπουν, παρόλο που αυτές είναι συνήθως μυστικές και
ανομολόγητες. Μεταξύ των αρχών αυτών είναι και η απόκρυψη ή το καμουφλάζ, ο
παγανισμός, ο κρυφός σατανισμός και η καταφρόνηση της γυναίκας, για τις οποίες
θα γίνει λόγος ιδιαίτερος πιο κάτω.
Κεφ. Α’. Η απόκρυψη ή το καμουφλάζ
Σύμφωνα με τις διακηρύξεις των ίδιων των οπαδών της, η Μασονία δεν είναι
κάτι άλλο, παρά ένας «φιλοσοφικός, προοδευτικός και φιλανθρωπικός» σύλλογος,
ευεργετικός δήθεν για κάθε κοινωνία και έθνος. Στην πραγματικότητα όμως η Μ.
δεν είναι αυτό, που οι διδάσκαλοί της διασαλπίζουν, προσπαθώντας με το πιο πάνω
καμουφλάρισμα να ρίξουν στάκτη στα μάτια των αφελών, αλλά η νέα μορφή της
ειδωλολατρείας και αθεΐας, που έχει άμεση σχέση με τις μυστηριακές θρησκείες
της αρχαιότητας, εφόσον οι ίδιοι οι Μασόνοι ομολογούν ότι η Μ. «είναι η μόνη
επιζήσασα των αρχαίων μυστηρίων και δύναται ν’ αποκληθή ο φύλαξ αυτών» (Ward, Freemasonry and the Ancient Gods, σ. 347-350). Δεν είναι, με άλλα λόγια, η Μασονία μια αθώα φιλανθρωπική
οργάνωση, αλλά αυτό που διαβεβαιώνεται από τον Ν. Ψαρουδάκη, δηλ. «η μυστική
γιάφκα της πλουτοκρατίας» και «διεθνής του Καπιταλισμού» (Βλ. Ν. Ψαρουδάκη,
Σκοτεινές δυνάμεις και Χριστιανισμός, Αθήνα 1996, σ. 192),
Όπως, λοιπόν, η Μασονία κρύβεται πίσω από
τη μάσκα της δήθεν φιλανθρωπίας και της φιλοσοφίας, κατά παρόμοιο τρόπο και ο
Ν. Καζαντζάκης έβαζε κάθε τόσο την «καλόβολη μάσκα» (Αναφ. 85) του χριστιανού ή
του πιστού, που επιζητεί δήθεν την κάθαρση της Εκκλησίας, ενώ εντελώς
διαφορετικά ήταν τα όσα έκρυβε στην καρδιά του. Η πιο πάνω απόκρυψη, για
παράδειγμα, γίνεται φανερή στο τέλος πολλών επιστολών του, στις οποίες
προσθέτει το «ο Θεός μαζί σας». Στην πραγματικότητα, όμως, Θεός του Κ. δεν ήταν
ο Θεός των χριστιανών, όπως θα φανεί και πιο κάτω, αλλά εντελώς διαφορετικός.
Για τούτο στο βιβλίο του «Αναφορά στον Γκρέκο» γράφει χαρακτηριστικά, ότι «δε
θέλω να πουλήσω την ψυχή μου στο Θεό, σε αυτό που λέτε εσείς Θεό» (σ. 420),
φανερώνοντας σε μία στιγμή ειλικρίνειας ότι τις πιο πολλές φορές έκρυβε την
απιστία του στο Θεό. Κατά παρόμοιο τρόπο κάνει λόγο και για την ψυχή. «Η ψυχή
σας -αυτό που λέτε εσείς ψυχή- βυθισμένη στη βουδική κοσμοθεωρία», γράφει
φανερώνοντας την πραγματική του άποψη ή ακριβέστερα αιρετική κοσμοθεωρία,
«θαρρεί πώς να κοιμηθείς με γυναίκα είναι αμαρτία θανάσιμη» (Αναφ. 426).
Από τις πιο πάνω και άλλες αποκαλύψεις του Ν.Κ. καθώς και κάποια
αποκαλυπτικά χωρία της Αγίας Γραφής γίνεται φανερό ότι τόσο η Μ., όσο και ο
Ν.Κ. μεταχειρίζονταν την απόκρυψη, για να μη ελεγχθούν τα έργα τους, που ήταν
πονηρά. «Πᾶς ὁ φαῦλα πράσσων, δίδασκε για τούτο ο Κύριος, μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ
ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ» (Ιω. 3, 20).
Κεφ. Β’. Ο Παγανισμός
Ένα από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά της Μασονίας είναι αναμφίβολα και ο
παγανισμός της, που κρύβεται γενικότερα κάτω από το όνομα και τη λατρεία του
Θεού, που οι οπαδοί της πιστεύουν, δηλ. του Μεγάλου Αρχιτέκτονα του Σύμπαντος
(ΜΑΤΣ). Ο ΜΑΤΣ, όμως, αυτός στην πραγματικότητα δεν είναι ο Θεός των
χριστιανών, αλλά ο αποστάτης Άγγελος, δηλ. ο Εωσφόρος, ή η Φύση, που περιβάλλει
τον άνθρωπο, δηλ. η δημιουργία, ή οι κάθε μορφής θεοί της αρχαίας
ειδωλολατρείας, που προσπαθούν να ανασυστήσουν, υπενθυμίζοντας τις προσπάθειες
του Ιουλιανού του Παραβάτη, ή και ο ίδιος ακόμη ο άνθρωπος με τις αρετές και τα
πάθη του.
Παρόμοιες, όμως, ακριβώς είναι οι αντιλήψεις και του Ν.Κ., που δεν πίστευε
στο Θεό των χριστιανών, αλλά στους θεούς της αρχαίας ειδωλολατρείας, που
έτρωγαν, έπιναν και ασώτευαν, σύμφωνα με τη Μυθολογία, στις κορυφές του
Ολύμπου. «Ετούτοι είναι, γράφει, για τούτο, οι ντόπιοι, οι αληθινοί θεοί μας,
οι αθάνατοι· πώς μπόρεσαν κάτω από τέτοιο φως, εμπρός σε τέτοια θάλασσα,
ανάμεσα σε τέτοια βουνά, να γεννηθούν και να προκόψουν άλλοι θεοί, χωρίς
κοιλιά, χωρίς χαρά, χωρίς αμπελόφυλλα στα μελίγγια; Και πώς μπόρεσαν οι γιοι
και οι θυγατέρες της Ελλάδας να πιστέψουν σ’ ένα Παράδεισο διαφορετικό από τον
Παράδεισο ετούτης της γης;» (Αν. 583).
Οι παγανιστικές αντιλήψεις, δηλ., του Ν.Κ., που, κατά τη διαβεβαίωση και
του αρχιεπισκόπου της Αλβανίας κ. Αναστασίου Γιαννουλάτου, έβλεπε το Χριστό
«μέσα στο ημίφως ενός είδους ασιατικού πανθεϊσμού και παραφροϋδικών προσωπικών
βιωμάτων» (Βλ. Εφημ. «Μεσημβρινή» της 17.11.1988), ιδιαίτερα εξεταζόμενες,
διακρίνονται, εκτός πολλών άλλων, εμφαντικότερα στα εξής:
α) Στο μπέρδεμα του Θεού με τον άνθρωπο
Μία από τις πιο βασικές θέσεις του Ν.Κ. είναι πρωταρχικά το μπέρδεμα του
Θεού με τον άνθρωπο ή ακριβέστερα η τοποθέτηση του ανθρώπου στον κενό θρόνο του
Θεού, που για τον ίδιο δεν υπάρχει. «Χαίρουμαι, έλεγε, για το λόγο αυτό, τα
φυτά, τα ζώα, τους ανθρώπους, τους θεούς, τα παιδιά μου» (Ασκητ. 14). Ο
άνθρωπος, με άλλα λόγια, γι’ αυτόν είναι πιο δυνατός από το Θεό, γιατί έχει
δήθεν τη δύναμη να κατασκευάζει και να κυβερνά το Θεό ή τους θεούς. «Δεν έχει
ανάπαψη, δεν έχει ησυχία, λέγει για τούτο η καρδιά καρδερίνα στο θεό-νου, μη
κοιμηθείς. Μέρα νύχτα θα κάθουμαι από πάνω σου και θα φωνάζω: Δεν έχει ανάπαψη,
δεν έχει ησυχία, μη κοιμηθείς. Δε θα σ’ αφήσω να κοιμηθείς, είμαι η καρδιά τ’
ανθρώπου» (Ο Φτ. του Θεού, σ. 342).
Από τα πιο πάνω λόγια και από πολλά άλλα, ακόμη, σχετικά γίνεται φανερός ο
παγανισμός του Ν.Κ., που υποστήριζε άλλωστε και κατά τρόπο φιλοσοφικό κάθε τόσο
ότι «Ἓν τὸ πᾶν», υπενθυμίζοντας τις αντιλήψεις των Προσωκρατικών Φιλοσόφων, και
«τὸ Ἕνα τοῦτο δὲν ὑπάρχει» (Αν. 601). Ένα έγινε για τούτο και ο άγιος της Δύσης
Φραγκίσκος της Ασίζης, όταν πέθαινε, με το Θεό ή με το μαύρο Αρχάγγελο, που,
κατά το Ν.Κ., ήρθε να τον πάρει (Ο Φτ. του Θεού, σ. 368, 345). Ένα με το Θεό
γίνονται επίσης, γι’ αυτόν και όσοι βυθίζονται στη μακαριότητα του βουδιστικού
Νιρβάνα, που τον είχε κατακυριεύσει στα τελευταία χρόνια της ζωής του.
«Μακάριοι, έλεγε για τούτο, όσοι σε λύτρωσαν και σμίγουν μαζί σου, Κύριε, και
λεν Εγώ και συ είμαστε ένα» (Επίλογος Ασκητ.).
β) Στο μπέρδεμα των ζώων και των φυτών με το Θεό και τον άνθρωπο
Θεός, κατά το Ν.Κ., δεν είναι μονάχα ο νους του ανθρώπου ή η
καρδιά-καρδερίνα ή ο όλος γενικότερα άνθρωπος, αλλά και όλα τα ζώα και τα φυτά
της Δημιουργίας ή ακριβέστερα ολόκληρη η Δημιουργία, που καταλαμβάνει τη θέση
του Θεού. «Αδελφή μου αυλή, έλεγε για το λόγο αυτό με το στόμα του αγίου της
Δύσης Φραγκίσκου της Ασσίζης, αδέλφια μου κρίνα και τριαντάφυλλα, καλώς σας
βρήκα! Να δώσει η χάρη του Θεού στη Δευτέρα Παρουσία ν’ ανεβείτε και σεις από
τη γη και να μπείτε μαζί με την αδερφή Κλάρα στον Παράδεισο» (Ο Φτ. του Θεού,
σ. 243).
Από όλα τα δημιουργήματα, όμως, φαίνεται ότι ο Ν.Κ. αγαπούσε πιο πολύ τα
πουλιά και για τούτο αποδίδει κατ’ εξοχήν σ’ αυτά θεϊκές ιδιότητες. «Αδέρφια
μου πουλιά, λέει για τούτο και πάλι με το στόμα του “Αγίου” Φραγκίσκου της
Ασσίζης, ο Θεός πολύ σας αγαπάει και το ξέρετε· γι’ αυτό, … όταν οι φωλιές σας
γεμίσουν αυγά και καθίζετε, μανάδες, από πάνω τους και τα κλωσσάτε, γίνεται ο
θεός αρσενικό πουλί, καθίζει στο αντικρινό κλαρί και κελαηδάει να σας
ξεκουράζει» (Ο Φτ. του Θεού, σ. 184)
γ) Στη θεοποίηση της φωτιάς και άλλων στοιχείων της φύσης
Το ότι ο Ν.Κ. λάτρευε «την Κτίσην μάλλον ή τον Κτίσαντα» φαίνεται καθαρά
και στη θεοποίηση της φωτιάς, που συναντάται και στις γιορτές του Νηπιαγωγείου
του Μασονισμού, δηλ. των Προσκόπων. Για τούτο, άλλοτε χαρακτηρίζει τη Φλόγα ως
«αδερφή» (Ο Φτ. του Θεού, σ. 217), άλλοτε παρουσιάζει τη φωτιά ως θυγατέρα του
Θεού (όπ. π., 228), το πυρωμένο σίδερο ως αδερφό (ὀπ. π., 238) κ.ο.κ.
Από τα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω και πάρα πολλά άλλα, που θα μπορούσαν να παρατεθούν,
γίνεται ολοφάνερο ότι για το Ν.Κ., «αυτός θα ‘ναι ο Θεός, το κεντημένο με
ανθούς, πουλιά, ανθρώπους παραπέτασμα» (Αν. 562), δηλ. η Κτίση, που λάτρευε σαν
θεότητα. Για το λόγο αυτό υποστηρίζεται από το Ν. Ανδριώτη πολύ σωστά ότι
«Κανένα θρησκευτικό δόγμα, καμμιά πολιτική ιδεολογία δεν μπορεί να θεωρήσει τον
Καζαντζάκη δικό της. Τα έργα του θα είναι πάντα μια αίρεση για κάθε πολιτική
είτε θρησκευτική πίστη…» (Βλ. Ελλ. Αλ., όπ.π., 344-345).
Κεφ. Γ’. Ο κρυφός δαιμονισμός
Μία τρίτη γενική και ανομολόγητη αρχή, που διέπει τη Μασονία, είναι ο
δαιμονισμός, τον οποίο πρέπει σιγά-σιγά να ανακαλύψουν μόνοι τους οι οπαδοί
της. Ο δαιμονισμός, δηλ., στον οποίο καταντούν, γίνεται φανερός από πολλά
σημεία της διδασκαλίας τους και μάλιστα από τους επαίνους και τους ύμνους προς
τον Εωσφόρο, στον οποίο αφιερώνονται και ειδικές προσευχές.
Ο δαιμονισμός αυτός, ακριβώς, κατά τρόπο απαράλλακτο παρατηρείται και σε
κάθε σελίδα των έργων του Καζαντζάκη, που άλλοτε βεβαιώνει ότι «ο Εωσφόρος
έλαμπε στο μυαλό μου» (Αναφορά, σ. 270) και ότι «ένας δαίμονας αντάρτης
τινάζεται μέσα μου» (Σόδομα, σ. 317) και άλλοτε πάλι ότι «μια μέρα ο πιο
ένδοξος αρχάγγελος, που θα στέκεται στο πλάι του Θεού, δεν θα είναι, μήτε ο
Γαβριήλ, μήτε ο Ραφαήλ· θα ‘ναι ο Εωσφόρος» (Ο Φτωχούλης του Θεού, σ. 19). Ήταν
τόσο μεγάλη, δηλ., η επίδραση των πονηρών πνευμάτων μέσα του, που τον έσπρωχνε
«ν’ αυθαδιάζει με τον προαιώνιο αντίμαχό του, το Θεό» (Αναφορά, σ. 303), ώστε
να «ψυχανεμίζεται με τρόμο» ότι δεν ήταν αυτός, αλλά κάποιος άλλος (Βλ. Έλλη
Αλεξίου, Για να γίνει μεγάλος, 185-186), ενώ ταυτόχρονα διαβεβαίωνε ότι «μου
αρέσει, κι ας χαθώ να παλεύω με το Θεό» (Αναφορά, σ. 175).
Ο Θεός, που πίστευε άλλωστε ο Ν. Καζαντζάκης δεν ήταν, όπως είπαμε, ο
λατρευόμενος από τους χριστιανούς, αλλά ο ίδιος ο Σατανάς, που χαρακτήριζε ως
θεό ή ακριβέστερα μπέρδευε με το Θεό. «Αιώνια παλεύουν, έλεγε για τούτο, μέσα
μου οι δυο τους…, Θεός και Σατανάς» (Ο Φτωχούλης του Θεού, σ. 280). Έχοντας
συμμαχήσει, δηλ., σύμφωνα με τα δικά του λόγια, με όλες τις σκοτεινές και
φωτερές δυνάμεις, για να γκρεμίσει από το θρόνο του το Θεό (Αναφορά, σ. 575),
ήταν επόμενο να τοποθετήσει στη θέση Του τον ίδιο το Σατανά, που τον υποδαύλιζε
να πράττει τα εντελώς αντίθετα από εκείνα, που δίδαξε ο ενανθρωπήσας Θεός,
δηλ., ο Χριστός. «Καταχωνιασμένος μέσα μου ο αδιάντροπος δαίμονας, βεβαιώνει ο
ίδιος ο Κ., περίμενε να ξεβιδώσουν μία στιγμή τα μελίγγια μου, να παρατήσει τα
κλειδιά ο νους μου, για… ν’ αρχίσει αυτός ν’ αυθαδιάζει με τον προαιώνιο
αντίμαχό του, το Θεό» (Αναφορά, σ. 303). Στη διαστροφή, ακριβώς, αυτή
βρίσκεται, για μας, η ουσία του σατανισμού του Ν.Κ., του οποίου «η παθολογική
φαντασία… όπως βεβαιώνεται και από το Δ. Καραχάλιο, φθάνει… εις τα όρια του
παρανοϊκού και της σατανοπληξίας» («Ορθόδοξος Τύπος», 8 Αυγούστου 1997). Για
τούτο άλλωστε ο ίδιος διαβεβαίωνε ότι «ένας δαίμονας είναι μέσα μας, ας τον
πούμε Εωσφόρο, γιατί φέρνει το Φως» (Αναφορά, σελ. 599).
Τη σατανοπληξία, ακριβώς, αυτή του Ν.Κ. παραδέχεται και ο Νικ. Βρεττάκος,
που την αποδίδει στο τραγικό άγχος της ζωής του άπιστου αυτού συγγραφέα. «Η
μεταφυσική αγωνία του, γράφει χαρακτηριστικά, κι η αίσθηση της ασημαντότητάς
του απέναντι στο χώρο και το χρόνο μεταβλήθηκε σ’ ένα τραγικό άγχος, που μέσα
του ούρλιαζαν όχι μόνο όλοι οι δαιμονισμένοι του Ντοστογιέφσκι, αλλά όλοι οι
δαιμονισμένοι από καταβολής κόσμου» (Ν. Καζαντζάκης, Η αγωνία του και το έργο
του, σ. 149-158).
Εάν, όμως, κανένας δεν πιστεύει στα πιο πάνω, τότε δεν απομένει άλλο, παρά
μα μελετήσει με προσοχή το έργο του Ν.Κ. «Τελευταίος Πειρασμός», που, κατά τον
Κ. Μουρατίδη, «γράφηκε με ανθρώπινο χέρι καθ’ υπαγόρευση του σατανά» (Ο Χριστός
ξανασταυρώνεται, Αθήνα, 1988, σ. 12), για να διαπιστώσει «ιδίοις όμμασιν» αυτό,
που διαπίστωσε και ο Αρχιμ. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος και για τούτο χαρακτήρισε
το Ν.Κ. ως «σατανόπληκτο και σατανοκίνητο» (Άρθρα-Μελέται-Επιστολαί, τ. Α,
Αθήναι 1981, σ. 488).
Κεφ. Δ’. Η καταφρόνηση της γυναίκας
Στη Μασονία, όπως είναι γνωστό, οι γυναίκες δε γίνονται δεκτές, εξαιτίας
και μόνο του φύλου τους. Για το λόγο αυτό οι γυναίκες των Μασόνων εντάσσονται
σε κάποιες άλλες θυγατρικές οργανώσεις τους (Ζόντα κ.λπ.). Η καταφρόνηση
ακριβώς αυτή και υποτίμηση της γυναίκας παρατηρείται και στα έργα του Ν.Κ.
(Έλλη Αλεξίου, Για να γίνει μεγάλος, σ. 415), από τα οποία, κατά την Έλλη
Αλεξίου, σαν πρωταγωνίστριες, «λείπουν οι γυναίκες. Μόνο μια υπάρχει, για να
δίνεται στους άνδρες κι αυτή τη γυναίκα τη σκοτώνει πάντοτε χωρίς να χρειάζεται
ο σκοτωμός της ούτε στη πλοκή, ούτε στη δράση της αφήγησης» (όπ. π., σ. 81).
Την ίδια άποψη σχημάτισε και ο Δ. Πόθος, που γράφει ότι στα έργα του Ν.Κ. «η
γενετήσια πρόκλησι καλεί στο φόνο, φέρνοντας στο νου του αναγνώστη τα
“σεξουαλικά” εγκλήματα των ανωμάλων τύπων» (όπ. π., σ. 84). Οι γυναίκες δηλ.
για το Ν.Κ., «καμμιά δεν έχουν αυτόφωτη λάμψη» (Πρεβελάκη, 400 γράμματα, σ.
372), ενώ το φαρμάκι, που στάζει μέλι, παραλληλίζεται από αυτόν με τη γυναίκα
(Ζορμπάς, σ. 52 ή 144). Για το Ν.Κ., με άλλα λόγια, είναι «μαρτύριο και ντροπή
να ‘σαι γυναίκα» (Ιουλιανός…, σ. 125), ενώ η κοιλιά της μάνας χαρακτηρίζεται
κατά τον πλέον απεχθή τρόπο από τον ίδιο ως «υπόνομος» (Ζορμπάς, σ. 127). Αν
ήθελε να ακριβολογήσει, δηλ., κανένας περισσότερο, οι γυναίκες για το Ν.Κ. «δεν
είναι άνθρωποι, ισότιμοι με τους άνδρες, αλλά “παράσιτα” της κοινωνίας» (Έλλη
Αλεξίου, Για να γίνει μεγάλος, σ. 117), που οφείλουν να υπηρετούν μονάχα τους
άνδρες, σαν δεύτερης κατηγορίας όντα (Έλλη Αλεξίου, όπ. π., σ. 115) ή «σκεύη
ηδονής» των ανδρών (Ζορμπάς, σ. 109). Για τούτο η αδελφή της πρώτης συζύγου του
Γαλάτειας σημειώνει με παράπονο ότι η αδελφή της είχε προσφέρει στο σύζυγό της
τα πάντα, ενώ εκείνος δε στάθηκε στο πλευρό της ούτε στις αρρώστειες της, ούτε
σε καμμία άλλη ανάγκη (Έλλη Αλεξίου, όπ. π., σ. 189). «Τι βοήθεια πρόσφερες
εσύ, γράφει η Έλλη Αλεξίου για τη σχέση του Ν.Κ. με τις δύο γυναίκες του, στον
αγώνα το δικό τους; Σε ποιες θυσίες ατομικής απάρνησης αποδύθηκες, για να
γλυκάνεις τις δύσκολες ώρες τους;» (όπ. π., σ. 196). Η απάντηση στα ερωτήματα
αυτά είναι ασφαλώς «ουδεμία». Την καταφρόνηση που ένοιωθε άλλωστε, για κάθε
γυναίκα την συναντά κανένας όχι μονάχα στα λόγια των άλλων ηρώων των έργων του,
αλλά και στον «άγιο» Φραγκίσκο ακόμη της Ασίζης, που λέει σε κάποια στιγμή ότι
«δεν έχει εμπιστοσύνη στη γυναίκα· το φίδι της Εύας αγλείφει αιώνια τ’ αυτιά
σας και τα χείλια» (Ο Φτωχούλης του Θεού, σ. 222), γιατί η γυναίκα γι’ αυτόν
είναι ένα «άγριο θεριό», που μονάχα ο Θεός μπορεί να δαμάσει (όπ.π., 237), ενώ
η αγάπη είναι κάτι το αποτρόπαιο και φευκτέο, από το οποίο «πρέπει να
λυτρωθούμε» (Αδερφ., σ. 84).
* * *
Όποιες σελίδες των έργων του και να μελετήσει τελικά κανένας, θα αντιληφθεί
πολύ σύντομα ότι οι γυναίκες για το Ν.Κ. είναι «διπλοκάπουλες φοράδες» και
«παράσιτα» της κοινωνίας, που «παίζουν πάντα βοηθητικό ρόλο» (όπ.π.), γιατί
είχε ένα σατανικό εγωισμό, ώστε να βλέπει όλους τους άλλους και ιδιαίτερα τις
γυναίκες σαν σκιές (Έλλη Αλεξίου, όπ.π., 189). Για τούτο είναι απορίας άξιο το
πώς βρίσκονται στον κόσμο αυτό γυναίκες, που υπερασπίζονται με μανία τη μνήμη
του μεγαλύτερου υβριστή όχι μονάχα του Χριστού, αλλά και του φύλου τους, εφόσον
«Από τα πρώτα έργα ως τα υστερνά (τις γυναίκες) τις μεταχειρίζεται με
συγκατάβαση· σαν δεύτερης κατηγορίας όντα» (Έλλη Αλεξίου, όπ.π., σ. 115).
Ένα μονάχα πρέπει να σημειώσουμε, όμως, εδώ ιδιαίτερα, ότι, δηλ., η
καταφρόνηση της γυναίκας από το Ν.Κ., δεν οφειλόταν μονάχα στο σατανικό εγωισμό
του, αλλά, κατά τη διαβεβαίωση της Έλλης Αλεξίου, και στη διεστραμμένη από την
πλευρά της ηθικής ζωή του. «Νίκος – Γαλάτεια, σημειώνει αυτή, που ήξερε τα
πράγματα από κοντά, δέκα χρόνια είχαν ερωτικό δεσμό, χωρίς συμβίωση. Δεκάξη
χρόνια κάνανε παντρεμένοι. Εικοσιέξη χρόνια συνολικά, χωρίς σαρκικό δεσμό»
(όπ.π., 192).
Συνεχίζεται….
Δημοσιεύτηκε σε 11 συνέχειες στον Ορθόδοξο
Τύπο
Από τις 9 Οκτωβρίου 1998 μέχρι τις 18 Δεκεμβρίου 1998
Από τις 9 Οκτωβρίου 1998 μέχρι τις 18 Δεκεμβρίου 1998
I δ ο υ μια προτροπή - νουθεσία προς τους ανήκοντες σε τεκτονικές στοές : Αν αποφασίσετε να φύγετε από τον τεκτονισμό , μ η διστασετε . Οι όρκοι τους οποίους δώσατε όταν ενταχτηκατε σε στοές , δ ε σας δεσμεύουν δ ι ο τ ι είναι προϊον ε ξ α π α τ η σ η ς . Τα π ε π ρ α γ μ ε ν α σας στη σ α τ α ν ι κ η ομήγυρη δ ι α γ ρ α φ ο ν τ α ι δια π α ν τ ο ς ως εξής : Ο μ ο λ ο γ ε ι τ ε τη π ι σ τ η σας στον Χριστό ; Ζ η τ α τ ε την α φ ε σ η των αμαρτιών ; Σ Ω Ζ Ε Σ Τ Ε .
ΑπάντησηΔιαγραφή