ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΗ ΟΜΙΛΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΟ ΤΗΣ
28ης ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΘΗΑΙΝΟΥ
Ελληνίδες και Έλληνες της ημικατεχόμενης Κύπρου, καλημέρα σας.
ΟΧΙ.
Σε αυτό οφείλει το ελληνικό έθνος την επιβίωσή του.
Με αυτό σώζει την αξιοπρέπειά του.
Παίρνει υπόσταση όταν τεκμηριώνεται με το αίμα.
Κατοχυρώνεται όταν ειπωθεί από όσους αναλαμβάνουν την ευθύνη της καταγωγής τους.
Εμείς οι Έλληνες έχουμε πει πολλά «όχι».
ΟΧΙ που γεννούσαν μυριάδες άλλα τέτοια.
ΟΧΙ που σε καμιά περίπτωση δεν υπονοούσαν πόσο μάλλον να τσιμέντωναν οποιοδήποτε «ναι».
Ελληνίδες και Έλληνες της ημικατεχόμενης Κύπρου, καλημέρα σας.
ΟΧΙ.
Σε αυτό οφείλει το ελληνικό έθνος την επιβίωσή του.
Με αυτό σώζει την αξιοπρέπειά του.
Παίρνει υπόσταση όταν τεκμηριώνεται με το αίμα.
Κατοχυρώνεται όταν ειπωθεί από όσους αναλαμβάνουν την ευθύνη της καταγωγής τους.
Εμείς οι Έλληνες έχουμε πει πολλά «όχι».
ΟΧΙ που γεννούσαν μυριάδες άλλα τέτοια.
ΟΧΙ που σε καμιά περίπτωση δεν υπονοούσαν πόσο μάλλον να τσιμέντωναν οποιοδήποτε «ναι».
Σήμερα είναι η επέτειος μιας ακόμη λαμπρής άρνησης.
Ένα ακόμα ένδοξο ΟΧΙ πιασμένο χέρι χέρι με ένα “μολών λαβέ” έλαχε σε αυτή τη φυλή, την ελληνική να το βροντοφωνάξει στην Ιταλία, σε μια πανίσχυρη αυτοκρατορία που με τη βία θέλησε να επιβάλει την δική της τάξη πραγμάτων επιδιώκοντας να μεταβάλει τη Μεσόγειό μας, σε Μεσόγειό της.
«Αν η Ελλάδα ενέδιδε στο τελεσίγραφο του Μουσολίνι κανείς δεν θα είχε το δικαίωμα να την κατηγορήσει» είπε σε ραδιοφωνική ομιλία του το 1942 ο Βρετανός υπουργός. Μα πόσο λάθος είχε!
Θα είχαν κάθε δικαίωμα να την κατηγορήσουν, γιατί το «Μάχου Υπερ Πίστεως και Πατρίδος», που είχε τον τιτλο-προτροπή η προκήρυξη του Υψηλάντη, ωσάν θεριό θα έμπηγε τα νύχια του απάνω στου καθενός την συνείδηση.
Όχι! Οι Έλληνες δεν είχαν επιλογή!
«…Αι ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλλουν από της 5ης και 30 πρωινής της σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της Ελληνοαλβανικής μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους.»
Mε αυτό το λιτό πολεμικό ανακοινωθέν άρχισε να στάζει το αιμάτινο μελάνι απάνω στις σελίδες του βιβλίου μιας Ιστορίας τριών χιλιάδων χρόνων.
Από το στόμα του Λεωνίδα,
το ΟΧΙ έφτασε στα χείλη Κωνσταντίνου Δραγάτση Παλαιολόγου,
κοινώνησε την ψυχή του Διάκου εκεί στην Αλαμάνα,
δρασκέλισε τον ουρανό κι αντάμωσε τον Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό στην πλατεία του Σεραγιού,
πορεύτηκε άλλα 119 χρόνια για να ειπωθεί ξανά τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου του 1940 από τον Έλληνα πρωθυπουργό, Ιωάννη Μεταξά.
Και τεκμηριώθηκε.
Εκεί στην ελληνοαλβανική μεθόριο, όπου «με το χαμόγελο στα χείλη» πήγαιναν
«οι φαντάροι μας μπροστά» έχοντας «οδηγήτρα την πανίσχυρη Κυρά, την Παναγιά που τους εχάρισε τετράδιπλα φτερά για να διαβαίνουν τα χιονοσκέπαστα βουνά». (Γ,Βερίτης)
Τόσο μπροστά που ο εχθρός γελοιοποιήθηκε και αναγκάστηκε να υποχωρήσει για να υπερασπιστεί τη δική του επικράτεια.
Τεκμηριώθηκε εκεί,
«Με τις ατέλειωτες συνοδείες γερόντων, γυναικών και παιδιών που ανέβαιναν αδιάκοπα προς την Πίνδο φέρνοντας στα χέρια, στους ώμους, στα κεφάλια το πολύτιμο υλικό, το απαραίτητο για τον στρατό. Άνθρωποι τους οποίους η ηλικία είχε θέσει στο περιθώριο της δράσης, έβρισκαν τώρα δυνάμεις για αναβάσεις με βάρη, κατορθωτές μόνο από ρωμαλέους αθλητές. Χωρικές ανέβαιναν η μια πίσω από την άλλη, αλλόκοτες ανηφόροι του πολέμου, θηλυκοί Άτλαντες, που δεν καταθλίβονταν από το βάρος του φορτώματος.» (Δ.Κόκκινος)
Κι εύλογα αναρωτιέται ο ποιητής «Εχθρέ γιατί δε ρώτησες, ποιον πας να κατακτήσεις;»(Πυθαγόρας)
Αλήθεια δεν ήξερες εχθρέ,
πως οι 8 εκατομμύρια λόγχες σου,
θα έβρισκαν τα στήθη ενός ολόκληρου λαού
που με τη γρανιτένια του θέληση θα όρθωνε τείχος αδιαπέραστο κι απόρθητο οχηρό για να υπερασπιστεί την αδιατίμητη κι αλώβητη δια μέσου των αιώνων ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΙΜΗ;
Τεκμηριώθηκε το ΟΧΙ.
Στην Πρεμετή, την Κορυτσά, το Αργυρόκαστρο, τη Χειμάρα, το Πόγραδετς, τους Αγιούς Σαράντα και σε τόσες άλλες πόλεις και χωριά.
Τεκμηριώθηκε το ΟΧΙ.
Εκεί στην Κύπρο,
γιατί κι η αγγλοκρατούμενη Κύπρος στάθηκε στο πλευρό της Μάνας της.
Με παρελάσεις, σημαιοστολισμούς και δοξολογίες οι Έλληνες της Κύπρου δήλωναν τη συμπαράστασή τους στον αγώνα μιας Ελλάδας που «είχε μεθύσει με το Αθάνατο κρασί του ‘21» και κοίταζε ίσια στα μάτια τον αιμοσταγή και σιδηρόφρακτο Γολιάθ που στεκόταν απέναντί της.
«Εις ολόκληρην την Κύπρον επικρατεί αφάνταστος ενθουσιασμός αφ’ ης στιγμής ελήφθη η είδησις ότι η Ελλάς απεφάσισε ν’ αμυνθεί διά των όπλων εις την ιταλικήν επίθεσην. Εις ολόκληρον την νήσον υψώθησαν ελληνικαί σημαίαι, αι οποίαι κυματίζουν παρά τας αγγλικάς. Μέγα πλήθως συνεκεντρώθη προ του Ελληνικού Προξενείου της Λευκωσίας και έψαλλεν Ελληνικούς και Αγγλικούς ύμνους… Εις το Προξενείον της Λευκωσίας κατά πυκνάς μάζας προσέρχονται ευσταλείς Κύπριοι, ζητούντες ν’ αποσταλούν εις την Ελλάδα, όπως υπηρετήσουν εις τας τάξεις του ελληνικού στρατού», ήταν τα λόγια με τα οποία ο ανταποκριτής του Ρώυτερ στη Λευκωσία περιέγραψε την ατμόσφαιρα που επικρατούσε.
Οι Άγγλοι αποικιοκράτες χρησιμοποιώντας το σύνθημα: «Εντασσόμενοι στον Αγγλικό στρατό, πολεμάτε για την Ελλάδα και για τη δική σας ελευθερία», εκμεταλλεύτηκαν τα αισθήματα των Κυπρίων που στα λάβαρα της καρδιάς τους ήταν υψωμένες οι λέξεις ΕΝΩΣΙΣ και ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, για να τους προσελκύσουν να καταταγούν.
Το Κυπριακό Σύνταγμα που αποτελείτο από λόχους ημιονοδηγών, γενικού μεταγωγικού, σκαπανέων, πεζικού, κινητών πλυντηρίων, αποβατικών σκαφών και μηχανοκίνητων μονάδων, προσέφερε υπηρεσίες σε διάφορα μέτωπα: στη Γαλλία, στην Αφρική, στη Μέση Ανατολή, στην Ελλάδα και στην Ιταλία γράφοντας σελίδες τιμής και δόξας.
Στα ειδικά γυναικεία συμμαχικά σώματα κατατάχθηκαν Κύπριες εθελόντριες για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους συμβάλλοντας κι αυτές στον μεγάλο αγώνα κατά του φασισμού και του ναζισμού.
Είχε κι η Κύπρος τους νεκρούς της, τους αιχμαλώτους και τους τραυματίες της στον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Άγγλοι όμως με το τέλος του πολέμου αθέτησαν την υπόσχεση που έδωσαν στον κυπριακό λαό. Κι ήρθε η σειρά του πολύπαθου νησιού να κάνει τον δικό του αγώνα.
Τεκμηριώθηκε με τον καλύτερο τρόπο το ΟΧΙ.
Κι έλαμψε στον ορίζοντα το φως της ελπίδας για τους υπόδουλους λαούς.
Η μικρή Ελλάδα γεννούσε τα μεγάλα θαύματα.
Το γινάτι το ελληνικό που έχει φορεσιά την πίστη στον Θεό και τα μεγάλα ιδανικά της ελευθερίας και της δικαιοσύνης ενέπνευσε τον θαυμασμό ολόκληρου του κόσμου ενός θαυμασμού που συμπυκνώθηκε στη ρήση «οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες».
Ο Μουσολίνι συνέχισε τις αποτυχημένες του προσπάθειες για να καταλάβει την Ελλάδα με αποκορύφωμα την Εαρινή Επίθεση τον Μάρτιο του 1941.
Τότε ο Χίτλερ αποφασίζει να βοηθήσει τη σύμμαχό του Ιταλία και να σταθεί στο πλευρό της.
Η διεύρυνση του εχθρικού μετώπου αναγκάζει τον περήφανο ελληνισμό που πολεμούσε «υπέρ βωμών και εστιών»
«όπως σε όλες τις μεγάλες μέρες της ιστορίας του Έθνους, ενιαίος και με όλες τις αρετές του.» (Δ.Κόκκινος), να παραδοθεί στα γερμανικά στρατεύματα κατοχής όχι όμως πριν δώσει τις τελευταίες του μάχες:
Εκεί στο οχυρό του Ρούπελ όπου μια χούφτα γενναίοι στρατιώτες αποδεκάτισαν πολεμώντας μέχρις εσχάτων τους πολυάριθμους Γερμανούς επιδρομείς.
Εκεί στην Κρήτη όπου «λίγα λιανοτούφεκα στα χέρια των Κρητικών και των ολίγων μισογυμνασμένων εφήβων θαυματούργησαν κι ανάγκασαν τον επιδρομέα να διεξαγάγει επί δύο εβδομάδες φοβερό αγώνα και να υποστεί αιματηρές θυσίες των πιο εκλεκτών στρατευμάτων του, εώς ότου στερεωθεί επάνω στο νησί». (Έκθεση Πολέμου και θυσιών της Ελλάδας 1940-1944)
Οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την Θεσσαλονίκη στις 9 Απριλίου κι ακολουθεί η παράδοση της Αθήνας σε ένα καφενείο στις 27 Απριλίου 1941.
Κι έγιναν οι πόλεις και τα χωριά κρανίου τόπος.
Όμως τα βασανιστήρια, τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, οι φυλακίσεις, οι εκτελέσεις, η πείνα, όλα αυτά τα δεινά δε στάθηκαν ικανά να γονατίσουν τον λαό.
Η τριπλή κατοχή των Γερμανών, των Ιταλών και των Βουλγάρων
βρήκε αντίσταση.
Το αίσθημα της αδικίας,
για
την υποδούλωση και εξαθλίωση της χώρας,
την εκμετάλλευση του πλούτου της
την καταστροφή του πολιτισμού της
έδωσαν το έναυσμα για την οργάνωση ομάδων «από ψυχωμένους πατριώτες που θα αναπτέρωναν το κλονισμένο φρόνημα του ελληνικού λαού και θα τον ωθούσαν σε πράξεις αντίστασης κατά των κατακτητών», αναφέρει στο βιβλίο του ο αγωνιστής της Αντίστασης Βύρωνας Καραγιάννης, γιος της ηρωίδας αγωνίστριας της Αντίστασης, Λέλας Καραγιάννη, μάνας εφτά παιδιών, αρχηγού της ομάδας «Μπουμπουλίνα», η οποία συνελήφθη από τους Γερμανούς, κατόπιν προδοσίας, και εκτελέστηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 1944, ένα μήνα πριν την Απελευθέρωση της Ελλάδας.
Τον Οκτώβριο του 1944 ο κατακτητής αναγκάζεται να εγκαταλείψει την Ελλάδα. Στο βράχο της Ακρόπολης υψώθηκε και πάλι η γαλανόλευκη.
Μακρύς ο κατάλογος των θυμάτων. Υπολογίζεται ότι 750 000 Έλληνες έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου και της τριπλής κατοχής.
Πόσο απέχουμε εμείς σήμερα από εκείνο το ΟΧΙ της 28ης Οκτωβρίου 1940;
Ας μην απαντηθεί το ερώτημα με ψυχρά Μαθηματικά.
Με μια απλή αφαίρεση.
Να βάλουμε το χέρι στην καρδιά αντικρύζοντας τον Πενταδάκτυλο,
τα καζίνα και τα ΠΡΏΗΝ οδοφράγματα,
τα χρηματιστήρια και τις Τρόικες,
τον στρατό μας πια που «είναι για τα απολύτως απαραίτητα»
για να δώσουμε μια ειλικρινή απάντηση.
Ο Έλληνας είναι προορισμένος για να λέει ΟΧΙ όταν οι άλλοι επιλέγουν τον εύκολο δρόμο του συμβιβασμού επικαλούμενοι τη λογική.
Aυτή την ώρα η πατρίδα μας μετέρχεται δύσκολο αγώνα για την κατοχύρωση και διασφάλιση των εθνικών της δικαίων και των κυριαρχικών της δικαιωμάτων δυστυχώς όμως αποτελεί ένα ακόμη πιόνι στο κέντρο των εμπλεκόμενων συμφερόντων μιας σκακιέρας που έχει στηθεί από τους δυνατούς της γης.
Και στους δυνατούς της γης δε συμφέρει να το αντιληφθούμε γιατί θα αντισταθούμε.
Και για να μην το αντιληφθούμε πρέπει να χάσουμε την εθνική μας υπόσταση.
Προωθούν οι «πολιτισμένοι εχθροί», τους πιο ακατάλληλους στις πιο κατάλληλες θέσεις, σε κέντρα λήψης αποφάσεων.
Ναι, αυτή η επίθεση γίνεται έντεχνα, ύπουλα...
Ο εχθρός είναι εντός των τειχών κι έχει ήδη επιστρατεύει τα «παραισθησιογόνα» του.
Είναι αυτός ο ίδιος που κοιτάει απαξιωτικά τη γαλανόλευκη.
Είναι ο ίδιος που τον βλέπεις στο οδόφραγμα να χαϊρεντίζεται με ντέφια, σφυριά και ταμπούρλα για να σου αποδείξει πως δεν είναι εθνικιστής και αγαπάει την ειρήνη.
Είναι ο ίδιος που αύριο θα απαιτήσει στα ελληνορθόδοξα σχολεία σου να καταργηθούν η πρωϊνή Προσευχή, τα Θρησκευτικά, οι εθνικές επέτειοι, οι παρελάσεις γιατί ενοχλούν το παιδί του Μουσουλμάνου, του Βουδιστή του κάθε αλλόθρησκου.
Είναι ο ίδιος που έχει ήδη επέμβει στα βιβλία της Ιστορίας σου και την έχει παραποιήσει για να μην προκαλεί θυμό και οργή η αλήθεια της.
Είναι ο ίδιος που διοργανώνει τις «πορείες περηφάνιας» και σου ζητάει να επιβραβεύσεις τη διαστροφή.
Είναι ο ίδιος που σε έχει εξαθλιώσει οικονομικά έτσι ώστε η μόνη σου έγνοια να είναι πώς θα βγάλεις τα προς το ζειν και να βάζεις σε δεύτερη και τρίτη μοίρα τον αγώνα για την απελευθέρωση της πατρίδας μας.
Είναι ο ίδιος που σε επιβραβεύει με επιταγές για να επαναπροσεγγίζεσαι με τον Τουρκοκύπριο και την Τουρκοκύπρια. Λες και είναι αυτό το πρόβλημά μας με την τουρκοκυπριακή μειονότητα.
Είναι ο ίδιος που αθωώνει τον Ληστή, τον Μακελλάρη και σου ζητάει να κάνεις κι εσύ το ίδιο με την υπογραφή σου.
Το πώς ορίζει ο καθένας τι είναι «πατρίδα» καθορίζει και την απόστασή του από τα μεγάλα ΟΧΙ του έθνους.
Αν πατρίδα είναι απλά ένας γεωγραφικός προσδιορισμός τότε απέχουμε πολύ.
Αν όμως πατρίδα μας είναι η μνήμη, τότε η απόσταση μηδενίζεται και το ΟΧΙ
το όρθιο,
το ευθυτενές,
το αειθαλές,
το πέρκαλλο,
το ακατάλυτο,
το ακέραιο
το αδιαπραγμάτευτο,
Που ειπώθηκε.
Που τεκμηριώθηκε.
Στις θάλασσες και στα βουνά μας,
στην πύλη του Ρωμανού,
στην Αλαμάνα,
στη Στάτιστα,
στο Μπιζάνι,
στην Πίνδο
στον Μαχαιρά,
στις αγχόνες,
στους Αχυρώνες,
στον Πενταδάκτυλο,
στη Δερύνεια,
γίνεται αργαλειός για να υφάνουμε απάνω τη Λευτεριά, μας!
Γίνεται ένας «πάτσος τζι ένας κλώτσος» σε οποιονδήποτε προξενητή, μεσολαβητή, πεμπάμενο επιχειρήσει να τουρκοποιήσει το ελληνικότατο νησί μας.
Πόσο εύστοχα το είπε κι ο Μενέλαος Λουντέμης εκείνο το ΟΧΙ με ένα ποίημα του για την Κύπρο, απευθυνόμενος στους μεσολαβητές του Ο.Η.Ε τους οποίους αποκαλεί «προξενητάδες»:
Να τι να τους πεις, προξενητή.
Είμαστε μες στα νερά περιζωμένοι
-έτσι να τους πεις-,
μα δεν είμαστε, όχι, απελπισμένοι.
Οι απελπισμένοι δεν έχουνε ανάστημα.
Δεν περιγελούν τις αυτοκρατορίες.
Δεν πετούν λάσπη στους μπρούντζινους γίγαντες.
Και να τους πεις ακόμη,
πως ζούμε φρυγμένοι, πεινασμένοι
μα όχι απελπισμένοι.
Οι απελπισμένοι, πες , ζούνε μπρούμυτα.
Με φοβισμένα μάτια.
Με σκεπασμένα λόγια.
Με δαρμένη φωνή.
Όχι, δεν είμαστε απελπισμένοι.
Οι απελπισμένοι μόνο τρέμουν.
Μόνο σκύβουν.
Μόνο συμφωνούν.
Όχι πες! Εμείς δεν είμαστε απελπισμένοι.
Εμάς τα μάτια μας
πηδούν πάνω απ’ τις κορυφογραμμές,
εμάς η φωνή μας ξεπερνά, πες, τα σύννεφα.
Εμείς είμαστε περήφανοι.
Και δεν καλοπιάνουμε.
Δε θυμιατίζουμε.
Δεν προσκυνάμε.
Αυτή είν’ η χάρτα μας εμάς.
Αυτό το Σύνταγμά μας.
Στο πρώτο βιβλίο του Θουκυδίδη, ο Αρχίδαμος ο βασιλιάς των Λακεδαιμονίων , απευθυνόμενος στο λαό του, τον προτρέπει να μην στηρίζει τις ελπίδες του στα σφάλματα που θα κάνουν οι εχθροί αλλά στη δική του προνοητικότητα για την ασφάλειά του.
Δυστυχώς στην πορεία μας ως κράτος, πράττουμε ακριβώς το αντίθετο. Στηρίζουμε την εθνική μας επιβίωση στα λάθη του εχθρού.
Πού είναι η δική μας προνοητικότητα για την ασφάλειά μας;
Ασφάλεια είναι η ενίσχυση της άμυνάς μας!
Χωρίς την ενδυνάμωσή της απλά θα συνεχίσουμε χατζιαβατίζουμε απάνω στους μπερντέδες που μας φτιάξανε.Κακομάζαλοι και σκυφτοί θα λέμε «ναι» Από δειλία.
Τα ΟΧΙ όμως θα είναι εκεί . Στην ίδια θέση πάντα.
Ελληνίδες και Έλληνες της Κύπρου, Αντισταθείτε!
Τιμή και δόξα σ’ αυτούς που αγωνίστηκαν και αγωνίζονται για την ελευθερία και την αξιοπρέπεια.
Σας ευχαριστώ.
πηγή
http://koukfamily.blogspot.com/2018/11/28.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου