Κυριακή 12 Μαΐου 2019

Αἰακίδαι Ἠπειρῶται


Οι Αιακίδες (Αἰακίδαι) ήταν ηπειρωτικό γένος, απόγονοι του Αίακου, ή Αιακού ο οποίος ήταν γιος του Δία και της νύμφης Αίγινας.
Πρώτος Αιακίδης ήταν ο Πηλέας, γιος του Αιακού και της νύμφης Ενδηίδας.
Αιακίδης ονομάζονταν και ο Τελαμών, αδελφός του Πηλέα. Γνωστός Αιακίδης, από τον Όμηρο, είναι  ο Αίαντας γιος του Τελαμώνα, ήρωας του τρωικού πολέμου.

      Οι Αιακίδες ως μυθολογικά και ιστορικά πρόσωπα.

Πρόκειται για τη συλλογική ονομασία των γιων του Αίακου ή Αιακού και όλων όσων ανήκαν στα ηπειρωτικά γένη, που σχηματίστηκαν από αυτούς. Οι διασημότεροι μυθικοί Αιακίδες ήταν ο Πηλέας, ο Φώκος, ο Ευρυσάκης, ο Αχιλλέας, ο Νεοπτόλεμος, ο Μολοσσός, ο Αίας ο Τελαμώνιος, ο Τεύκρος, οι Κύπριοι Τευκρίδες κι απ' τα ιστορικά πρόσωπα η Ολυμπιάς, ο Μιλτιάδης, ο Αριστείδης ο Δίκαιος, ο Φωκίων, ο Κίμων, ο Κύπριος Ευαγόρας,  ο Πύρρος. Τα αγάλματα των Αιακιδών, φυλάσσονταν στην Αίγινα και φημίζονταν πως εξασφάλιζαν  νίκη στους πολέμους. Γι’ αυτό και οι Αιγινήτες τα έστειλαν με τριήρη για να ενισχύσουν τους Αθηναίους στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Μετά τη νίκη ο Θεμιστοκλής είπε την περίφημη φράση: «Δεν νικήσαμε εμείς τους Πέρσες, αλλά οι θεοί και οι ήρωές μας».
Η λέξη Ήπειρος ετυμολογικά προέρχεται από τη δωρική έκφραση "ΑΠΕΙΡΟΣ ΧΩΡΑ" .  
Η λέξη "ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ" που αναγράφεται στα αρχαία  νομίσματα είναι η δωρική γενική "των Ηπειρωτών".

ΑΙΑΚΟΣ - Ο πατήρ των Ελλήνων αρίστων, γενάρχης των Αιακιδών.

Ο ποταμός θεός Ασωπός, που μερικοί τον λένε γιο του Ωκεανού και της Τηθύος κι άλλοι του Ποσειδώνα και της Τυρώς, ενώ άλλοι του Δία και της Ευρυνόμης, παντρεύτηκε τη Μετώπη, κόρη του ποταμού Λάδωνα, από την οποία απέκτησε δυο γιους και είτε δώδεκα θυγατέρες είτε είκοσι.
Κάμποσες απ’ αυτές τις θυγατέρες του Ασωπού, σε διάφορες περιπτώσεις, τις άρπαξαν ο Ζευς, ο Ποσειδών ή και ο Απόλλων, και όταν η νεότερη απ’ όλες, η Αίγινα, δίδυμη αδελφή της Θήβης -μιας από τα θύματα του Δία-, εξαφανίστηκε κι αυτή, ο Ασωπός κίνησε να τη βρει. Στην Κόρινθο έμαθε για μια ακόμη φορά ο ότι ένοχος ήταν ο Ζευς. Τον έστρωσε λοιπόν στο κυνήγι γεμάτος εκδικητικά αισθήματα, και τον πέτυχε αγκαλιά με την Αίγινα μέσα σ’ ένα δάσος. Ο Ζευς, το έσκασε τρέχοντας ανάμεσα στις συστάδες των δέντρων και όταν δεν τον έβλεπε κανείς μεταμορφώθηκε σε βράχο, ώσπου να τον προσπεράσει ο Ασωπός οπότε και γύρισε κρυφά στον Ό­λυμπο. Από τη σιγουριά των επάλξεών του τάραξε τον Ασωπό στους κεραυνούς. Ο Ασωπός εξακολουθεί έκτοτε να κυλάει αργά εξαιτίας των τραυμάτων που δέχτηκε τότε, και συχνά στην κοίτη του βρίσκονται κομμάτια κάρβουνο.
Αφού τακτοποίησε έτσι τον πατέρα της, ο Ζευς κουβάλησε μυστικά την Αίγινα στο νησί το λεγόμενο τότε Οινώνη, όπου πλάγιασε μαζί της με τη μορφή αετού ή φλόγας, ενώ πάνω από την κλίνη τους φτερούγιζαν ερωτιδείς σκορπίζοντας τα δώρα του έρωτα .
Με τον καιρό η Ήρα ανακάλυψε ότι η Αίγινα είχε χαρίσει στον Δία έναν γιο που λεγόταν Αιακός, και από το θυμό της αποφάσισε να εξολοθρέψει όλους τους κατοίκους της Οινώνης, της οποίας ο Αιακός ήταν τώρα βασιλιάς.
Σ’ ένα από τα ρέματα του νησιού η Ήρα έβαλε ένα φίδι που μαγάρισε το νερό και γέννησε χιλιάδες αβγά κι έτσι φίδια πέρασαν έρποντας τα χωράφια και χώθηκαν σ’ όλα τ' άλλα ρέματα και ποτάμια. Βοηθός και σύμμαχός της για πρώτη φορά, σ' όλο αυτό, ήταν ο Απόλλων, ο άλλος γιος του Δία, που μισούσε τον Αιακό. Πυκνό σκοτάδι και χαυνωτική ζέστη απλώ­θηκαν σ’ όλο το νησί, που ο Αιακός τώρα είχε μετονομάσει σε Αίγινα, και μολεμένος τέσσερις μήνες συνέχεια φυσούσε ο λίβας. Οι καλλιέργειες και τα βοσκοτόπια ξεράθηκαν κι ακολούθησε λιμός κι οι νησιώτες δοκιμάζονταν κυρίως από τη δίψα και όταν το κρασί τους τέλειωσε κι αυτό, σέρνονταν ως κοντινότερο ρυάκι, όπου πέθαιναν καθώς έπιναν το δηλητηριασμένο νερό του. Οι εκκλήσεις στο Δία δεν έφερναν αποτέλεσμα. Οι εξουθενωμένοι ικέτες και τα ζώα τους για τις θυσίες έπεφταν νεκρά μπροστά στους βωμούς του, ώσπου δεν έμεινε ζωντανό ούτε ένα σχεδόν θερμόαιμο πλάσμα.
Κάποια μέρα ο κεραυνός και η αστραπή απάντησαν στις προσευχές του Αιακού. Ενθαρρυμένος απ’ αυτόν τον αίσιο οιωνό ο Αιακός ικέτευσε τον Δία να ξαναγεμίσει την άδεια χώρα δίνοντάς του τόσους υπηκόους όσα ήταν τα μυρμήγκια που κουβαλούσαν κόκκους σταριού σε μια βελανιδι­ά εκεί δίπλα. Αυτό το δέντρο, που είχε φυτρώσει από βελανίδι της Δωδώνης, ήταν αφιερωμένο στον Δία οπότε, με την προσευχή του Αιακού, η βελανιδιά θρόισε και στους απλωμένους κλώνους της ακούστηκε ο ψίθυρος χωρίς να έχει φυσήξει καθόλου. Μια άλλη επικρατέστερη εκδοχή είναι ότι ο Αιακός ανέβηκε στην υψηλότερη κορυφή της Αίγινας, το Ελλήνιον κι επειδή η προσευχή του δεν εισακούετο κίνησε για τον αγαπημένο τόπο του Δία, την Δωδώνη, απ' όπου έφερε και τους Μυρμιδόνες στην Αίγινα. Αυτό ενισχύεται και απ' το γεγονός ότι η δρυς φύεται κατά κόρον στην Ήπειρο, ενώ όσο κι αν ψάξει κανείς σήμερα δεν θα βρει καμιά δρυ στην Αίγινα.
Ο Αιακός, μολονότι τρόμαξε, δεν το 'βαλε στα πόδια, αλλά φίλησε πολλές φορές τον κορμό του δέντρου και το χώμα κάτωθέ του. Τη νύχτα εκείνη ο Αιακός είδε στ’ όνειρό του να πέφτουν από την ιερή βελανιδιά στο έδαφος βροχή τα μυρμήγκια και ευθύς να τινάζονται πάνω ως άνθρωποι. Όταν ξύπνησε, απόδιωξε τ' όνειρο αυτό θεωρώντας το απατηλή φαντασίωση. Ξάφνου όμως ο γιος του Τελαμών τον φώναξε έξω, για να δει πλήθος ανθρώπων που σίμωναν  και που ο Αιακός αναγνώρισε στα πρόσωπα τους το όνειρό του.
 Ο Αιακός ευχαρίστησε γεμάτος ευγνωμοσύνη το Δία και μοίρασε την ρημαγμένη πόλη και τη γη στους καινούριους υπηκόους του, που ονομάστηκαν Μυρμιδόνες, δηλαδή «μυρμήγκια», και που οι απόγονοί τους χαρακτηρίζονται ακόμη για την οικονομία, την υπομονή και την επιμονή τους, όμοια αυτής των μυρμηγκιών. Αυτοί οι Μυρμιδόνες ακολούθησαν τον Πηλέα στην πορεία του από την Αίγινα και πολέμησαν στο πλευρό του Αχιλλέα και του Πάτροκλου στην Τροία.
Ο Αιακός, ο οποίος νυμφεύθηκε την Ενδηίδα, κόρη του Σκίρωνα από τα Μέγαρα, και μαζί της απέκτησε δυο γιους, τον Πηλέα και τον Τελαμώνα, ήταν περιώνυμος για την ευσέβεια του και έχαιρε τόσο μεγάλου σεβασμού ώστε οι άνθρωποι το θεωρούσαν ύψιστη ικανοποίηση να τον ατενίσουν με τα μάτια τους. Ο Αιακός κατά τη διάρκεια της βασιλείας του κυβέρνησε με μεγάλη ικανότητα και δικαιοσύνη. Ο Πίνδαρος τον ονομάζει βασιλιά "χειρί και βουλαίς άριστον". Οι αριστοκράτες της Σπάρτης και της Αθήνας ζητούσαν πώς και πώς να πολεμήσουν κάτω από τις διαταγές του, την δε Αίγινα ο Αιακός την είχε μεταβάλει  στο πλέον δυσπρόσιτο νησί του Αιγαίου, περιτριγυρίζοντάς την με βυθισμέ­νους βράχους (σκοπέλους) και επικίνδυνους υφάλους για την προστασία της από τους εχθρούς. Ο Αιακός νυμφεύθηκε επίσης και την κόρη του Νηρέα Ψαμάθη, παρ' όλο που αυτή δεν τον ήθελε και για να τον αποφύγει μεταμορφώθηκε σε φώκια, Μαζί της γέννησε  τον Φώκο.
Όταν ολόκληρη η Ελλάδα δοκιμάζονταν από την ξηρασία που είχε προκαλέσει η δολοφονία του Πέλοπα από το βασιλιά της Αρκαδίας Στύμφαλο ή, όπως λένε μερικοί, η δολοφονία του Ανδρόγεω από τους Αθηναίους, το μαντείο των Δελφών συμβούλεψε τους ‘Έλληνες: «Ζητήστε από τον Αιακό να προσευχηθεί για τη σωτηρία σας»  (το δελφικό ιερατείο, εχθρικό στη γενιά του Αιακού, είχε διαστρεβλώσει πολλούς από τους μύθους, ώστε να απαλείψει την αίγλη του, ανταγωνιστικού του, αρχέγονου μαντείου της Δωδώνης.)
Όλες οι πόλεις έστειλαν αγγελιοφόρους στον Αιακό, κι αυτός ανέβηκε ξανά στην κορυφή του  Ελληνίου,  ντυμένος ιερέας του Δία. Εκεί θυσίασε στο θεό και προσευχήθηκε για να τερματιστεί η ξηρασία. Δυνατή βροντή απάντησε στην προσευχή του Αιακού, σύννεφα σκοτείνιασαν τον ουρανό, και έπεσε ορμητική βροχή που μούλιασε όλη την Ελλάδα. Έκτοτε λέγεται ότι όταν καθίσει στην κορυφή του βουνού της Αίγινας σύννεφο, είναι αλάνθαστο σημάδι ότι θα βρέξει, κάτι που ακόμα και σήμερα οι ναυτικοί το επιβεβαιώνουν.
Λέγεται ότι Απόλλων και ο Ποσειδών πήραν μαζί τους τον Αιακό όταν έχτισαν τα τείχη της Τροίας, επειδή ήξεραν ότι αν σ’ αυτό το έργο δεν λάμβανε μέρος κι ένας θνητός, η πόλη θα γινόταν απόρθητη και οι κάτοικοί της θα ήταν ικανοί ν' αψηφήσουν τους θεούς. Δεν είχαν καλά καλά τελειώσει το έργο, όταν τρία φίδια με τεφρά μάτια επιχείρησαν να σκαρφαλώσουν στα τείχη.
Η ασπίδα τους Αχιλλέα, σύμφωνα με τον John Flaxman - πηγή : http://users.sch.gr/ipap/Ellinikos%20Politismos/Yliko/OMHROS-ILIADA/Iliada/Iliada29.htm

Τα δύο διάλεξαν το μέρος που μόλις είχαν τελειώσει οι θεοί, αλλά κατρακύλησαν κάτω και έπεσαν νεκρά. Το τρίτο όμως με μια κραυγή  όρμησε προς το μέρος του Αιακού και κατόρθωσε να περάσει. Ο Απόλλων προφήτεψε τότε ότι η Τροία θα κατακτηθεί περισσότερες από μια φορές και ότι θα ήταν ανάμεσα στους πορθητές της και οι γιοι του Αιακού, τόσο από την πρώτη όσο και από άλλες γενεές· έτσι και έγινε με τα πρόσωπα του Τελαμώνα (γιου) και του Αίαντα (εγγονού). Ο λόγος όμως για τον οποίο η Τροία κατακτήθηκε από θνητό και δη απόγονο του Αιακού, είναι ότι ο Απόλλων συμμετείχε με την Ήρα στην αδικία που έγινε σε βάρος του Αιακού με τα φίδια στην Αίγινα. Αυτό ως ύβρις και αδικία δημιούργησε χρέος του θεού προς τον Αιακό, που ξεπληρώθηκε με την άλωση της Τροίας. Ο Απόλλων ήταν προστάτης της Τροίας όπως και ο Ποσειδών, κάτι που εξηγεί και το γιατί οι Αχαιοί στο όνομα του Ποσειδώνα άφησαν ως δώρο… ίππο, το Δούρειο ίππο. Ως γνωστόν ο Ποσειδών χαρακτηριζόταν από τον ίππο, αφού έναν κατάλευκο ίππο  προσέφερε ως δώρο στους Αθηναίους με σκοπό να δώσουν το όνομά του στην ονομασία της πόλης τους, ανταγωνιζόμενος την Αθηνά..
Ο Αιακός, ο Μίνως και ο Ραδάμανθυς ήταν οι τρεις από τους γιους του, που ο Ζευς θα ήθελε περισσότερο απ' όλα, να τους γλυτώσει από τη "βάσανο" των γηρατειών. Οι Μοίρες όμως δεν το επέτρεπαν και ο Ζευς αποδεχόμενος την απαγόρευσή τους, τούς όρισε κριτές του Άδη μετά το θάνατό τους. (Οι κριτές αποφάσιζαν για την τύχη του νεκρού, αν δηλαδή θα στέλνονταν στο νησί των Μακάρων ή στα Τάρταρα. Ο Αιακός, γιος του Δία και της νύμφης Αίγινας, έκρινε όσους προέρχονταν από την Ευρώπη, ο Ραδάμανθυς, καρπός του Δία και της Ευρώπης, όσους προέρχονταν από την Ασία, ενώ στη διαιτησία του Μίνωα κατέληγαν οι κρίσεις σε περίπτωση αμφιβολιών). 
Έτσι όταν πέθανε ο Αιακός έγινε ένας από τούς τρεις Κριτές του Άδη, όπου απένειμε το δίκαιο στους πεθαμένους, ενώ τον καλούσαν ακόμη και για να διαιτητεύσει στις έριδες που τύχαιναν να προκύπτουν μεταξύ των θεών. Ο Ισοκράτης τον αναφέρει ως τον πιο τιμημένο παρακαθήμενο του Πλούτωνα και της Περσεφόνης. Μερικοί προσθέτουν ότι ο Αιακός κρατούσε τα κλειδιά του Ταρτάρου, ότι επέβαλε διόδια και έλεγχε τις ψυχές που κατέβαζε ο Ερμής, σύμφωνα με τη φορτωτική της Ατρό­που, μιας από τις τρεις μοίρες. Με την ιδιότητά του αυτή, δηλαδή ως κριτή των νεκρών στον κάτω κόσμο, συναντάμε τον Αιακό στις περισσότερες εικονιστικές παραστάσεις από την αρχαία ελληνική τέχνη. 
Το κέντρο της λατρείας του Αιακού στην κλασική Ελλάδα ήταν φυσικά η Αίγινα. Ως ημίθεος και τοπικός ήρωας λατρευόταν στο Αιάκειο, ένα ιερό που κατά την παράδοση είχε χτίσει ο ίδιος. Προς τιμή του οι Αιγινήτες γιόρταζαν τα Αιάκεια, με γυμναστικούς αγώνες και άλλες εκδηλώσεις. Γνωστό ακόμη είναι ότι στην Αγορά των Αθηνών υπήρχε ιερό του Αιακού.
Από αυτόν τον Αιακό εκαυχώντο ότι είχαν ρίζα, αρχικά οι άριστοι των Αθηνών όπως ο Μιλτιάδης ο Κίμων, ο Φωκίων και ο Αριστείδης ο Δίκαιος, ο οποίος και εξορίστηκε στην Αίγινα, αλλά και ο βασιλικός οίκος της Ηπείρου με τον οποίο ο Φίλιππος απεγνωσμένα ήθελε να συγγενέψει και γι' αυτό παντρεύτηκε την Ολυμπιάδα.
Ζωγραφική σε αγγείο από τον Τάραντα -
Ο Ραδάμανθυς ο Μίνως και δεξιά ο Αιακός
πηγή:http://ellinondiktyo.blogspot.gr/2015/05/blog-post_30.html 



Σύμφωνα με την Ελληνική μυθολογία οι Μολοσσοί ήταν απόγονοι του επώνυμου ήρωά τους, του Μολοσσού, ενός  από τους τρεις γιους του Νεοπτόλεμου, γιου του Αχιλλέα και της Δειδάμειας.  Μετά την πτώση της Τροίας, ο Νεοπτόλεμος μαζί με τον στρατό του εγκαταστάθηκαν στην Ήπειρο, όπου συνενώθηκαν με τον τοπικό πληθυσμό.
Ο Μολοσσός κληρονόμησε το βασίλειο της Ηπείρου μετά τον θάνατο του Έλενου, γιου του Πριάμου και της Εκάβης, που είχε παντρευτεί την πρώην νύφη του, Ανδρομάχη μετά το θάνατο του Νεοπτόλεμου. Ο Πλούταρχος αναφέρει, ότι σύμφωνα με κάποιους αρχαίους ιστορικούς ο πρώτος τους βασιλιάς ήταν ο Φαίδων, ένας από αυτούς που εγκαταστάθηκαν στην Ήπειρο με τον Πελασγό. Ο Πλούταρχος επισημαίνει επίσης ότι ο Δευκαλίωνας και η Πύρρα, εγκαινίασαν στην περιοχή των Μολοσσών την λατρεία του Δωδώνιου ή Νάιου Δία.
Ο Αλέξανδρος εκαυχάτο πρωτίστως ότι ήταν Αιακίδης και Μολοσσός, κάτι που οι εσωτερικοί του αντίπαλοι στη Μακεδονία το εκμεταλλεύθηκαν μετά το θάνατό του, για να στραφούν εναντίον των απογόνων του.
Από τους τελευταίους Αιακίδες ήταν και ο  Πύρρος της Ηπείρου, ο μόνος που έμοιαζε στο παράστημα και στο ήθος με τον δεύτερο ξάδερφό του Αλέξανδρο.
Τον κίνδυνο της ανάληψης της ηγεσίας των Ελλήνων από τους Αιακίδες, οι Ρωμαίοι επεχείρησαν να τον εξαλείψουν όταν με διάφορες προφάσεις προέβησαν σε γενοκτονία του ηπειρωτικού και μολοσσιμικού πληθυσμού μετά την μάχη στην Πύδνα. Ήταν το μοναδικό ελληνικό βασίλειο που εδηώθη με τόση σκληρότητα, από αυτούς που θεωρούσαν ότι ήταν απόγονοι των Τρωαδιτών (Ρωμαίοι).
Η ιστορία και η μυθολογία κάνουν κύκλους ανταπόδοσης... Σήμερα στην Ήπειρο, στα Γιάννενα, 8 χμ. μόλις από το κέντρο της πόλης, υπάρχει τόπος «μυστικός», που οι ντόπιοι ξέρουν ότι εκεί βρίσκεται η γενέτειρα της Ολυμπιάδος, το παλάτι των Αιακιδών και σημαντικές αρχαιότητες, η αρχαία Πασσαρώνα
(Η Πασσαρών είναι αρχαία πόλη της Ηπείρου, αρχική έδρα του Βασιλείου των Μολοσσών. Ιδρύθηκε από το βασιλιά των Μολοσσών Θαρύπα το έτος 420 π.Χ. - 400 π.Χ. ως πρωτεύουσα του Βασιλείου. 
Η αρχαία Πασσαρώνα γεωγραφικά βρίσκεται στο Νομό Ιωαννίνων, στο Δήμο Ζίτσας και στη Δημοτική Ενότητα Πασσαρώνος, στο λόφο που υψώνεται πάνω από την πρωτεύουσα του Δήμου, την Ελεούσα. Πλησίον της βρίσκεται σήμερα η τοπική κοινότητα Μεγάλου Γαρδικίου, λόφος "Εικονίσματα", ύψωμα 761 μ.)


Η ιστορία των Ηπειρωτών Αιακιδών
Η Δυναστεία των Αιακιδών ήταν μια σειρά ηγεμόνων της ηπειρωτικής φυλής των Μολοσσών. Ήταν απόγονοι του Νεοπτόλεμου, γιου του Αχιλλέα και της Δειδάμειας. Βασίλεψαν από τον 5ο αι π.Χ. μέχρι το 231 π.Χ. 
Σημαντικότερος των Αιακιδών ήταν ο βασιλιάς Πύρρος της Ηπείρου που έκανε εκστρατεία κατά του ανερχόμενου Ρωμαϊκού κράτους. Σημαντική θυγατέρα των Αιακιδών ήταν η Ολυμπιάς, μητέρα του Αλέξανδρου.  Ο Αλέξανδρος θεωρείται απόγονος του Αχιλλέα από τη μητέρα του. Διαρκής και ισόβια ήταν η λατρεία του Αλεξάνδρου για τον πρόγονό του Αχιλλέα. Μετά τον θάνατο του Πτολεμαίου του Β οι Ηπειρωτικές φυλές καταλύουν τη μοναρχία και ιδρύουν δημοκρατικό πολίτευμα με την ονομασία Κοινό των Ηπειρωτών.
Εκτός από τους Ηπειρώτες Αιακίδες, 
Αίακοι  ονομάζονταν και οι κάτοικοι της Αίγινας και λάτρευαν τον Αιακό, επειδή κατά τη μυθολογία, όπως προαναφέρθηκε, μητέρα του Αιακού ήταν η νύμφη Αίγινα και βασίλεψε στο νησί μέχρι το θάνατό του. 

Κατάλογος ηγεμόνων της Ηπείρου της Δυναστείας των Αιακιδών
Ο κατάλογος περιλαμβάνει όλους τους ηγεμόνες του ενιαίου βασιλείου μέχρι την κατάληψη του από τους Ρωμαίους.
Όνομα
Περίοδος βασιλείας 
μέχρι το 390/85 π.Χ.
 385 – 370 π.Χ.
370 -  360/58 π.Χ.
370 – 343/2 π.Χ.
343/2 – 331/30 π.Χ.
324 – 317 π.Χ.
313/2 – 306 π.Χ.
306 – 302 π.Χ.  &  297 – 272 π.Χ.
302 – 297/6 π.Χ.
272 – 245/40 π.Χ.
245/40 – 233 π.Χ.
245/40 – 231 π.Χ.
Τέλος της Μοναρχίας
233 – 231 π.Χ.
Δημοκρατία
από το 231 π.Χ. μέχρι την κατάκτηση της Ηπείρου απ’ τους Ρωμαίους 168 π.Χ.

Οι ημερομηνίες ποικίλουν από πηγή σε πηγή.  Άλλη μία  εκδοχή είναι η ακόλουθη:  

Νεοπτόλεμος Α (; - ;), υιός Αχιλλέα
Έλενος (; - ;), σύζυγος Ανδρομάχης (χήρας Νεοπτόλεμου)
Μολοσσός (; - ;), υιός Νεοπτόλεμου
Άδμητος (469 - 423)
Θαρύπας (423 - 385), υιός Αδμήτου
Αλκέτας Α΄ (385 - 370), υιός Θαρύπα
Νεοπτόλεμος Β' (370 - 360), υιός Αλκέτα Α΄
Αλέξανδρος Α' (360 - 352), υιός Νεοπτόλεμου Β'
Αρύββας (342), υιός Αλκέτα Α΄
Αλέξανδρος Α', (342 - 331), δεύτερη βασιλεία
Νεοπτόλεμος Γ', (331 - 313), υιός Αλεξάνδρου Α'
Αρύββας (323 - ;), δεύτερη βασιλεία
Αιακίδης, (; - 313), υιός Αρύββα
Αλκέτας Β', (313 - 307), υιός Αρύββα
Πύρρος Α', (307 - 302), υιός Αιακίδη
Νεοπτόλεμος Γ', (302 - 296), δεύτερη βασιλεία
Πύρρος Α', (298 - 272), δεύτερη βασιλεία
Αλέξανδρος Β', (272 - 242), υιός Πύρρου Α'
Πύρρος Β', (242 - 234), υιός Αλεξάνδρου Β'
Πτολεμαίος, (234 - 231), υιός Αλεξάνδρου Β'
168 π.Χ.: οι Ρωμαίοι, υπό τον Ανίκιο Γάλλο, κατακτούν την Ήπειρο


Αρχαία Ήπειρος


Η λέξη Ήπειρος ετυμολογικά προέρχεται από τη δωρική έκφραση "ΑΠΕΙΡΟΣ ΧΩΡΑ" .  Η λέξη "ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ" που αναγράφεται στα αρχαία νομίσματα είναι η δωρική γενική "των Ηπειρωτών". Η Ήπειρος κατά την αρχαιότητα εκτεινόταν από τη σημερινή Πρέβεζα νοτίως έως την Εγνατία ρωμαϊκή οδό, δηλαδή τον ποταμό Σκούμπιν βορείως γνωστό στην αρχαιότητα ως Γενούσο, που περνάει από το Ελμπασάν της σημερινής Αλβανίας. Αυτό προκύπτει από κείμενο του γεωγράφου Στράβωνα. H Αρχαία Ήπειρος αποτέλεσε υπολογίσιμο κράτος που κατείχε κατά κύριο λόγο την ευρύτερη περιοχή της σύγχρονης Ηπείρου, καθώς και της Βόρειας Ηπείρουπου σήμερα ανήκει στην Αλβανία. Οι τρεις βασικές φυλές που κατοίκησαν την περιοχή ήταν οι Χάονες στα βορειοδυτικά, οι Μολοσσοί στα βόρεια και κεντρικά και οι Θεσπρωτοί στα νοτιοδυτικά. Διακεκριμένη βασιλική οικογένεια που εμφανίστηκε κατά την ύστερη κλασική εποχή ήταν οι Αιακίδες, από τη φυλή των Μολοσσών. Μέλος της ήταν και ο διάσημος βασιλιάς που είναι γνωστός ως Πύρρος της Ηπείρουο επονομαζόμενος και "αετός της Ηπείρου".(http://www.paraxeno.com/23987/o-vasilefs-pirros-ke-i-ipirotes-tou-enantia-stin-romi#_) Κατά την ελληνιστική περίοδο το πολίτευμα μετατράπηκε σε δημοκρατία, μέχρι την κατάληψη της περιοχής από τους Ρωμαίους

Το αργυρό  τετράδραχμο της Ηπείρου του 2ου-1ου αι. π.Χ. απεικονίζει της κεφαλές του Δωδώνιου Δία και της Διώνης. Ο Δίας είναι στεφανωμένος με φύλλα βελανιδιάς, ενώ η Διώνη φοράει πέπλο και χιτώνα.  Η πίσω όψη που φέρει την επιγραφή ΑΠΕΙ_ΡΩΤΑΝ στο δεξιό άκρο και απεικονίζει έναν ταύρο που χυμάει και ένα ρόπαλο με την λαβή στα αριστερά, έχει γύρω γύρω ένα στεφάνι από φύλλα βελανιδιάς.
Ο βασιλιάς της Ηπείρου Πύρρος είναι ένας από τους τελευταίους γνωστούς Αιακίδες της  Ελληνικής Ιστορίας 



Η Αρχαία Ήπειρος ως κοιτίδα των Ελλήνων 

Κατά την διάρκεια του Τρωικού Πολέμου, οι Έλληνες ήταν μια σχετικά μικρή αλλά δυνατή φυλή στην Φθία της Θεσσαλίας, συγκεντρωμένοι στις πόλεις Άλος, Αλώπη, Τροιχίνα και στο Πελασγικό Άργος
Είναι γνωστό με σιγουριά ότι οι Έλληνες έχουν σχέση με τους Σελλούς και τους Γραικούς, τους ιερείς της Δωδώνης στην Ήπειρο, οι οποίοι ήταν θεσπρωτικό φύλο. Ο Όμηρος περιγράφει τον Αχιλλέα να προσεύχεται στον Δωδωναίο Δία σαν τον αρχέγονο Θεό: «Βασιλέα Ζευ, φώναξε, Άρχοντα της Δωδώνης, Θεέ των Πελασγών, που κατοικούν μακριά, που έχεις τη χειμωνιάτικη Δωδώνη κάτω από την εξουσία σου, όπου οι ιερείς σου οι Σελλοί κατοικούν γύρω σου με τα πόδια τους άπλυτα και τα καταλύματά τους πάνω στο έδαφος»

 Αρχαία Δωδώνη
Ο Πτολεμαίος αποκαλεί την Ήπειρο αρχέγονη Ελλάδα και ο Αριστοτέλης αναφέρεται για την ίδια περιοχή σ' έναν αρχαίο πολύ άγριο κατακλυσμό, (κατακλυσμός του Δευκαλίωνα)  «στην αρχαία Ελλάδα, μεταξύ της Δωδώνης και του Αχελώου ποταμού [...], τη γη που κατείχαν οι Σελλοί και οι Γραικοί, που αργότερα θα γίνονταν γνωστοί ως Έλληνες», (οι καλούμενοι τότε μεν Γραικοί, νυν δ' Έλληνες). 
Η άποψη, συνεπώς, ότι οι Έλληνες ήταν μία φυλή από την Ήπειρο η οποία αργότερα μετανάστευσε προς τα νότια στη Φθία της Θεσσαλίας (σημερινά Φάρσαλα) επαληθεύεται. Η επέκταση της συγκεκριμένης λατρείας του Δία στη Δωδώνη, μια τάση των Ελλήνων να σχηματίζουν ακόμη μεγαλύτερες κοινότητες και αμφικτυονίες, καθώς και η αυξανόμενη δημοτικότητα της λατρείας των Δελφών, είχε σαν αποτέλεσμα την επέκταση του ονόματος και στην υπόλοιπη ελληνική χερσόνησο κι αργότερα πέρα από το Αιγαίο πέλαγος, στην Μικρά Ασία και τελικά προς δυσμάς στη Σικελία και τη νότια Ιταλία, που ήταν γνωστές με τον όρο Μεγάλη Ελλάδα.

Ο "αρχέγονος" δωδώνιος Δίας, γνωστός ως Νάιος Δίας και η σύζυγός του Διώνη

Στη Μυθολογία, ο Γραικός είναι ξάδερφος του Λατίνου και η λέξη μάλλον σχετίζεται με τη λέξη γηραιός, που ήταν ο τίτλος των ιερέων της Δωδώνης. Οι Γραικοί ονομάζονταν επίσης Σελλοί, κι αυτό δείχνει τη σχέση μεταξύ των δυο βασικών ονομασιών των Ελλήνων. Η επικρατούσα θεωρία για τον αποικισμό της Ιταλίας είναι ότι ένα τμήμα των κατοίκων αυτής της περιοχής της Ηπείρου άφησε τη Δωδώνη και μετοίκησε στη Φθία και εκεί έγιναν γνωστοί ως Έλληνες, (είναι η φυλή που οδήγησε στην Τροία ο Αχιλλέας) κι ένα άλλο τμήμα ταξίδεψε δυτικά προς την Ιταλία, πριν καταφτάσει το πρώτο κύμα αποικισμού στη Σικελία και την Κάτω Ιταλία τον 8ο αιώνα π.Χ. 
Η λέξη Έλληνες στην αρχαία Ελλάδα με την ευρύτερη σημασία της απαντάται για πρώτη φορά σε μια επιγραφή αφιερωμένη στον Ηρακλή για τη νίκη του στις Αμφικτυονίες και αναφέρεται στην 48η Ολυμπιάδα (584 π.Χ.). Φαίνεται πως παρουσιάστηκε τον 8ο αιώνα π.Χ. με τους Ολυμπιακούς Αγώνες και σταδιακά καθιερώθηκε μέχρι τον 5ο αιώνα π.Χ.

ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ

(πηγές: Βικιπαίδεια και Εγκυκλοπαίδεια ΠΑΠΥΡΟΣ ΛΑΡΟΥΣ ΜΠΡΙΤΑΝΙΚΑ )

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου