Πέμπτη 3 Μαΐου 2018

ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑ ΤΩΝ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΕΝΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ



Κωνσταντίνος Χολέβας – Πολιτικός Επιστήμων
Με δύο αποφάσεις του το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) χαρακτηρίζει ως αντίθετο με το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών για τα Θρησκευτικά. Τυπικά οι δύο αποφάσεις του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου ακυρώνουν την Υπουργική Απόφαση του πρώην Υπουργού Ν. Φίλη, αλλά στην ουσία αφορούν και την ύλη που διδάσκεται σήμερα, η οποία κατά 90% είναι ίδια με αυτή του κ. Φίλη. Οι αποφάσεις είναι η 660/2018, η οποία αναφέρεται στο Δημοτικό και στο Γυμνάσιο, και η 926/2018, η οποία αναφέρεται στα Θρησκευτικά του Λυκείου.

Το πώς θα διδάσκεται από εδώ και στο εξής το μάθημα των Θρησκευτικών στα σχολεία είναι ένα θέμα που θα αποφασισθεί μετά από ειλικρινή διάλογο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, με τη συμμετοχή της Εκκλησίας της Κρήτης. Πιστεύω ότι πρέπει να ακουσθεί και η γνώμη των μαχίμων εκπαιδευτικών Θεολόγων, οι οποίοι εκφράζονται από την Πανελλήνιο Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ). Εκείνο που σήμερα θέλω να σχολιάσω δεν είναι το πώς πρέπει να είναι το μάθημα. Αλλά το πώς ΔΕΝ πρέπει να είναι. Βασίζομαι στις δύο αμετάκλητες αποφάσεις του ΣτΕ και παρατηρώ ότι το μεγαλύτερο μειονέκτημα των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών, τα οποία εφαρμόσθηκαν πιλοτικά (με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα) από το 2011 και υποχρεωτικά σε όλη την Ελλάδα από το 2016, είναι η άκριτη, αντιπαιδαγωγική και αντισυνταγματική ανάμιξη της Ορθόδοξης Χριστιανικής διδασκαλίας και Παραδόσεως με στοιχεία άλλων θρησκειών και δοξασιὠν. Αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση στα παιδιά μας.
Η απόφαση 660/2018 γράφει χαρακτηριστικά:
«Στις εν λόγω ελλείψεις εντάσσεται και η μη οριοθέτηση της ορθόδοξης χριστιανικής διδασκαλίας με επισήμανση των χαρακτηριστικών της στοιχείων που την διακρίνουν από άλλα χριστιανικά δόγματα και άλλες θρησκείες. Αντιθέτως, στο επίμαχο πρόγραμμα σπουδών δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην προβολή στοιχείων κοινών στην διδασκαλία τόσο της ορθόδοξης εκκλησίας όσο και άλλων χριστιανικών δογμάτων και άλλων θρησκειών. Δεύτερος παράγοντας που καθιστά το επίμαχο πρόγραμμα σπουδών απρόσφορο για την ανάπτυξη ορθόδοξης χριστιανικής συνειδήσεως είναι το γεγονός ότι η διδασκαλία στοιχείων της ορθόδοξης χριστιανικής πίστεως δεν γίνεται αυτοτελώς και διακριτώς, αλλά εκ παραλλήλου -πολλές φορές στο πλαίσιο της ίδιας ώρας διδασκαλίας- και ισοτίμως με τη διδασκαλία στοιχείων, συχνά υπερβολικά λεπτομερειακών, άλλων θρησκειών ή χριστιανικών ομολογιών [π.χ. στην Γ τάξη του Δημοτικού από τις οκτώ θεματικές ενότητες (ΘΕ) μόνο οι ΘΕ 4, 6 και 7 έχουν αμιγώς ή κυρίως χριστιανική, όχι αποκλειστικώς ορθόδοξη, θεματολογία, ενώ οι ΘΕ 1, 4, 5, 6 και 7 έχουν εκτενείς αναφορές και σε άλλες θρησκείες….. Από τα ανωτέρω στοιχεία του εισαγόμενου με την προσβαλλόμενη απόφαση προγράμματος σπουδών καθίσταται σαφές ότι με αυτό δεν παρέχεται μία αμιγώς ορθόδοξη χριστιανική διδασκαλία, αλλά προκαλείται σύγχυση στη θρησκευτική συνείδηση των ορθοδόξων χριστιανών μαθητών, στους οποίους αποκλειστικά, όπως έχει εκτεθεί, μπορεί να απευθύνεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 16 παρ. 2 και 13 παρ. 1 του Συντάγματος, το μάθημα των θρησκευτικών, μέσω του οποίου επιτυγχάνεται, κατά την πρώτη από τις συνταγματικές αυτές διατάξεις, ως σκοπός της παιδείας, η ανάπτυξη της ορθόδοξης χριστιανικής θρησκευτικής συνειδήσεως».
Η δε απόφαση 926/2018 του ΣτΕ αναφέρει ότι το μάθημα των Θρησκευτικών με τη νέα ύλη του Λυκείου «έχει ποιοτική και ποσοτική ανεπάρκεια ως προς τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, προκαλώντας σύγχυση στη θρησκευτική συνείδηση των Ορθοδόξων Χριστιανών μαθητών». Επίσης η απόφαση υπογραμμίζει ότι «δεν επιχειρείται ούτε καν η θρησκειολογικού τύπου μετάδοση γνώσεων και πληροφοριών για τα δόγματα, τις ηθικές αξίες και τις παραδόσεις της Ορθοδοξίας ή άλλων χριστιανικών θρησκειών, αλλά η επεξεργασία εννοιών οι οποίες ανάγονται σε διάφορες εκτιμήσεις ή διδακτικά αντικείμενα, εξετάζοντας απλώς από θρησκευτικής σκοπιάς, όχι όμως αποκλειστικώς από Ορθόδοξη χριστιανική οπτική γωνία».
Από τα αποσπάσματα που παρέθεσα γίνεται σαφές ότι το Δικαστήριο εκφράζει έκπληξη, διότι το εκσυγχρονισμένο μάθημα Θρησκευτικών, το οποίο επέβαλε άνευ σοβαρής διαβουλεύσεως η παρούσα κυβέρνηση, δεν εντάσσεται σε καμία από τις κατηγοριοποιήσεις που ισχύουν στην Ευρώπη. Ούτε είναι ομολογιακό, δηλαδή βασισμένο αποκλειστικά στην επικρατούσα θρησκεία (όπως είναι το μάθημα στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες), ούτε είναι θρησκειολογικό, όπου τα διάφορα θρησκεύματα παρουσιάζονται σε ξεχωριστά κεφάλαια. Πρόκειται για μία περίεργη ανάμιξη θρησκειών και πεποιθήσεων, η οποία ενέχει τον κίνδυνο να απομακρύνει το παιδί από αυτά που διδάχθηκε στο σπίτι και στο οικογενειακό περιβάλλον. Το ΣτΕ και στις δύο αποφάσεις του ομιλεί για παραβίαση της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και όχι μόνον του Συντάγματος της χώρας. Άρα και αν ακόμη αλλάξουν τα σχετικά άρθρα του Συντάγματος μετά από λίγα χρόνια, και πάλι η ανάμιξη των θρησκειών όπως γίνεται στο Νέο Πρόγραμμα των Θρησκευτικών θα αποτελεί πρόβλημα.
Πρέπει να προστατεύσουμε τα μαθήματα που διαμορφώνουν ήθος, χαρακτήρα, αλλά και εθνική ταυτότητα. Τέτοια μαθήματα είναι κυρίως τα Ορθόδοξα Θρησκευτικά, τα Αρχαία Ελληνικά, τα Νέα Ελληνικά και η Ιστορία. Βεβαίως είναι χρήσιμες οι προτάσεις για ανανέωση των παιδαγωγικών μεθόδων ή για συγγραφή βιβλίων περισσότερο ελκυστικών. Δεν θα γυρίσουμε πίσω στο 1950 ούτε όμως δεχόμαστε την αποδόμηση της ελληνορθόδοξης ταυτότητας.
Άρθρο στην ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ 2.5.2018

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου