Τρίτη 31 Ιουλίου 2018

Φωτορεπορτάζ απ' τον ερχομό των Βορειοηπειρωτών το 1991


Οι πιο άτυχοι από τους έτσι κι αλλιώς άτυχους Έλληνες αυτού του αιώνα βρέθηκαν να ζούνε στην Αλβανία του Χότζα και του Αλία, στην Αλβανία με τις φυλακές τις εξορίες, τα καταναγκαστικά έργα, τη μυστική αστυνομία, τη φτώχεια, την πείνα, την οπισθοδρόμηση. Τους λέμε Βορειοηπειρώτες αυτούς τους 400.000 Έλληνες και μέσω αυτών ελπίζουμε να διεκδικήσουμε κάποτε, όταν έρθει η ώρα της μοιρασιάς κάποιο κομμάτι γης ελληνικής στη Βόρειο Ήπειρο.

Χρόνια τώρα γράφουμε για λογαριασμό τους στους τοίχους συνθήματα με κόκκινη μπογιά και πολύ πάθος και οι πολιτικοί μας κάνουν δηλώσεις που τους αφορούν. «Αδέρφια» τους αποκαλούμε - αλλά απο μακριά. Τώρα που οι πρώτες ομάδες των «αδερφών» μας έφτασαν στη δική μας ελληνική Ήπειρο εξαντλημένοι μετά από χρόνια στερήσεων και ώρες πεζοπορίας μέσα στα χιόνια, το πρώτο που τους είπαμε επισήμως είναι να γυρίσουν αμέσως στη φυλακή τους - γιατί «έτσι πρέπει». Κι εκείνοι, με τη λάμψη ενός αληθινού μέλλοντος επιτέλους στα μάτια τους, μας κοιτάζουνε απορημένοι μέσα από τα στρατόπεδα όπου τους βολέψαμε άρον - άρον κι όπως - όπως, αλλά σαν πραγματικά αδέρφια δεν φαίνονται να μας κρατούν κακία. «Είμαστε ευχαριστημένοι και δεν γυρνάμε πίσω» λένε - και σίγουρα σκέφτονται πως θα χρειαστεί καιρός άλλα θα τους καταλάβουμε και θα τους δεχθούμε. Σίγουρα όμως θα χρειαστεί καιρός. Γιατί μια κοινωνία σαν τη δική μας, μια κοινωνία αγριεμένη και νεόπλουτη, με εξοχικά, παϊδάκια, Πανταζήδες, τούρμπο και φα κα ντ' όρο, δεν θέλει να θυμάται την πρόσφατη μιζέρια της. Να πάνε σπίτι τους, λοιπόν, οι «αδερφοί μας». Να πάνε να φυλάξουν Θερμοπύλες. Το λένε και οι πολιτικοί μας άνδρες όλων των παρατάξεων. Εμείς εδώ δεν έχουμε ούτε καιρό ούτε όρεξη για ξένα προβλήματα. Εξάλλου είναι και εθνικοί, σου λέει, οι λόγοι: θα αφελληνιστεί η Βόρειος Ήπειρος των 400.000 Ελλήνων αν μείνουν εδώ αυτοί οι 5.000. Θλιβερή υποκρισία μιας κοινωνίας ψυχικά και οικονομικά τσιγκούνας.
Την μεθεπόμενη της Πρωτοχρονιάς το «ΕΝΑ», πέταξε στα Γιάννενα για να δει απο κοντά την πραγματικότητα των Βορειοηπειρωτών προσφύγων, να τη φωτογραφίσει και να μεταφέρει στις σελίδες του τη δική του ματιά πάνω σ' αυτό το θέμα που τόσο απασχόλησε την επικαιρότητά μας αυτές τις ημέρες. Πέρσι, όταν πρωτοπήγα στην Αλβανία πάλι για το «ΕΝΑ», είχα φωτογραφίσει μόνο παιδιά - «Τα παιδιά των Τιράνων». Ήταν τα μόνα που χαμογελούσαν στην απύθμενη σκοτεινή θλίψη που σκέπαζε ολόκληρη την αλυσοδεμένη Αλβανία. Φέτος ο Σπύρος Στάβερης αποτύπωσε στις φωτογραφίες του κι άλλα χαμόγελα, ενήλικα πια. Μέσα σ' ένα χρόνο η ελπίδα πήρε φως κι άπλωσε τα φτερά της στον ρεαλισμό, τα προβλήματα όχι μόνο δεν λύθηκαν - ίσα ίσα που μόλις τώρα αρχίζουν να τίθενται. Όμως εκεί που υπήρχε μα ισόβια καταδίκη, έξαφνα υπάρχει ένα, έστω και αβέβαιο μέλλον. Τον Φεβρουάριο θα γίνουν κάποιες εκλογές και θα συμμετάσχει σ' αυτές και κάποια αντιπολίτευση - έστω και απροετοίμαστη. Τα αγάλματα του Στάλιν γκρεμίστηκαν και τους τελευταίους μήνες δεν πας πια φυλακή αν κάνεις τον σταυρό σου ή αν βλέπεις στα κρυφά ελληνική τηλεόρασης Και την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, μια νύχτα φωτεινή λουσμένη στο γαλάζιο φως της ολοστρόγγυλης σελήνης, σπρωγμένοι κι από τις φήμες που έλεγαν πως η Ελλάδα θα κλείσει τα σύνορα της με την Αλβανία την 1η Ιανουαρίου, μερικές χιλιάδες Έλληνες πήραν την μεγάλη απόφαση, τα άφησαν όλα πίσω τους και προχώρησαν μπροστά. Περπάτησαν μέσα στο χιόνι, δέκα, δεκαπέντε, είκοσι ώρες και βρέθηκαν κάποια στιγμή στην Ελλάδα. Στο καφέ μπαρ «Η Χρυσή Καρδιά» του Ευάγγελου Κέντρου στο μεθοριακό χωριό του Τσαμαντά πήραν, από ιδιωτική πρωτοβουλία μια πρώτη γεύση αληθινής φιλίας και κατανόησης. Ο πρώην και ο νυν πρόεδρος της κοινότητας τους κέρασαν κοκα κόλες, «καλώς ήρθατε», χαρτζιλίκι και ζεστές κουβέντες. Ο Τσαμαντάς και άλλες μικρές κοινότητες, όπως το Δελβινάκι, η Πωγωνιανή (και οι Φιλιάτες περισσότερο απ' όλους) απέδειξαν πόσο ισχυρό είναι το υγιές μας κύτταρο, το αληθινά ελληνικό, όταν δεν παραμορφώνεται απο τις επιδράσεις των μέσων ενημέρωσης και των πολιτικών ανδρών μας. Αυθόρμητα οι τοπικές αρχές και οι κάτοικοι έδωσαν οτι μπορούσαν να δώσουν και κάτι παραπάνω. Ξεπέρασαν τους εαυτούς τους προσπαθώντας να ντύσουν, να ταΐσουν, και να περιθάλψουν τους χιλιοταλαιπωρημένους πρόσφυγες που οι γονείς τους ήταν αδέρφια των δικών μας γονιών. «Μήπως ξέρετε κάποιον Δημήτρη Δημητριάδη» με ρώτησε κάποιος στην Ηγουμενίτσα, όταν του είπα πως ζω στην Αθήνα. Του είπα πως μόνο έναν γνωστό συγγραφέα ξέρω με αυτό το όνομα και πως έχει γράψει το «Πεθαίνω σαν χώρα». «Μπορεί και να' ναι αυτός», μου είπε. «Κι εγώ Δημητριάδης λέγομαι, είμαι από τους Αγίους Σαράντα, ο αδερφός του παππού μου εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα το σαράντα-τόσο και έκανε παιδιά και εγγόνια - τα ξαδέρφια μας δηλαδή. Θα τους βρω. Είμαστε μια οικογένεια».
Με τον φωτογράφο Σπύρο Στάβερη και τη μερσέντες του Μιχάλη Βερλέτη (ένιωσα κάποια στιγμή σαν προνομιούχος τουρίστας σε σαφάρι στην Αφρική όταν είδα πίσω από τα συρματοπλέγματα του παροπλισμένου στρατοπέδου στο Καλπάκι τα εκατοντάδες πρόσωπα των εξαντλημένων αλλά αποφασισμένων φυγάδων του εγκληματία Αλία) οργώσαμε για δυο εικοσιτετράωρα όλες τις περιοχές και τους χώρους όπου φιλοξενούνται ή περιφέρονται οι νεοφερμένοι. Πολλά είναι τα προβλήματα, άπειρες οι δυσκολίες, σύνθετες οι πολιτικές ισορροπίες και οι διπλωματικές υποκρισίες γύρω απ΄αυτό το ζήτημα που, σε ανώτερο επίπεδο, θα διευθετηθεί, αν όλα πάνε καλά, με το ταξίδι του Μητσοτάκη και του Σαμαρά στα Τίρανα. Πέρα όμως απο τις πολιτικές πλευρές της, όλη αυτή η υπόθεση έχει μεγάλη σημασία για την ελληνική κοινωνία. Οι αντιδράσεις μας σε πρώτο επίπεδο, στον ανθρώπινο και καθημερινό, γίνονται αυτόματα καθρέφτης μας. Μέσα απ' αυτές τις αντιδράσεις θα δούμε πόσο χοντρόπετσοι έχουμε γίνει ή, αντίθετα, πόσο έχουμε αντισταθεί στην φθορά της ευδαιμονίας μας. Έτσι η αλλιώς οι Βορειοηπειρώτες θα προχωρήσουν μπρος και θα κατακτήσουν το νεογέννητο μέλλον τους - όσο κι αν τους αφήσουμε αβοήθητους. Αυτοί, έτσι κι αλλιώς μας είναι ευγνώμονες και μας αγαπάνε γιατί υπάρχουμε και διατηρούμε ζωντανή τη μητέρα Ελλάδα, έστω όπως όπως. «Μου έχουνε φερθεί όπως δεν μπορούσα ούτε να ελπίζω» μου' πε ο 17χρονος Σταύρος Νταής, που πέρασε τα σύνορα στις 24 Νοεμβρίου και απο τότε φιλοξενείται στο οικοτροφείο Φιλιατών. «Βρήκα ε΄δω μια αληθινή οικογένεια. Μου δώσανε τα πάντα,αγάπη, συμπαράσταση, κατανόηση. Θέλω να τα ανταποδώσω όλα αυτά κάποτε. Θέλω να πάω σχολείο, να μορφωθώ, να προχωρήσω. Αλλιώς πως θα τα βγάλω πέρα σε μια κοινωνία τόσο προηγμένη όσο η ελληνική;».
Στα Γιάννενα, στην Ηγουμενίτσα, το Δελβινάκι, την Πωγωνιανή, τις Σαγιάδες, τον Τσαμαντά, το Καλπάκι, την Πρέβεζα και αλλού, οι Βορειοηπειρώτες αδερφοί μας δοκιμάζονται και μας δοκιμάζουν. Ό, τι κι αν λέμε δεν πρόκειται να γυρίσουν πίσω και πολύ καλά θα κάνουν. Ας πέσει ο Αλία, ας εκτελεστούν οι δολοφόνοι του άγριου καθεστώτος, ας αποκατασταθούν τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι καλές σχέσεις με τους διεθνείς οργανισμούς και τότε, μάλιστα, ας επιστρέψουν. Μέχρι τότε πρέπει να μείνουν εδώ και έχουμε υποχρέωση να τους βοηθήσουμε. Δόξα το Θεό, έχουμε και μας περισσεύουν. Μπροστά στη δική τους φτώχεια είμαστε οι θείοι απ' την Αμερική. Ας οργανωθούμε λοιπόνς κι ας μάθουμε να δίνουμε χωρίς τσιγγουνιές - οικονομικές και ψυχικές. Όποιος ξέρει να δίνει, παίρνει. Όποιος τσιγκουνεύεται , στεγνώνει και απομονώνεται. Η κοινωνία μας έχει μια καλή ευκαιρία να αποδείξει τώρα αν είναι ακόμα ζωντανή , στη σκηνή, σαν ροκ συγκρότημα ή αν έχει μπει στη σύνταξη και δεν ελπίζει πια σε τίποτα. Ιδου η Βόρειος Ήπειρος, ιδού και το πήδημα.


Άρης Δαβαράκης 
Περιοδικό «ΕΝΑ», 9 Ιανουαρίου 1991 
φωτογραφίες Σπύρος Σταβέρης
Πηγή: Himara.gr | Ειδήσεις απ' την Βόρειο Ήπειρο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου