Πέμπτη 4 Απριλίου 2024

ΤΟ ΚΑΡΛΟΜΑΓΝΕΙΟ ΚΡΑΤΙΚΟ ΜΟΡΦΩΜΑ, Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ & Η ΕΥΡΩΠΗ

 Γράφει ο Μάνος Χατζηδάκης,

Ιστορικός - Ερευνητής,

Πρόεδρος ΔΣ του ΕΠΟΚ,

Παρότι, τό “Βυζάντιο” ὑπῆρξε ἐκείνο πού διέσωσε τόν Ἑλληνισμό, θεμελίωσε τόν Χριστιανισμό καί κωδικοποίησε τό Ρωμαϊκό Δίκαιο, ἡ σύγχρονη Εὐρώπη θεωρεῖ ὡς ἀπαρχή της τόν Φράγκο ρήγα Κάρολο Α’ (768 - 814) ἐπονομαζόμενο καί “Καρλομάγνο” τόν ὁποῖο βάπτισε "Pater Europae" (Πατέρα τῆς Εὐρώπης). Γιατί ὅμως συνέβη αὐτό;
Ὁ Κάρολος Α’ ἦταν πρω­τό­τοκος υἱός καί ἀπό τό 768 διάδοχος τοῦ βασιλέως τῶν Φράγκων Πιπί­νου Βρα­χέ­ως ὁ ὁποῖος -λόγω τῆς ἀδιαφορίας τοῦ Κωνσταντίνου Ε’- κα­τέ­κτη­σε τό Ἐξα­­ρχᾶτο τῆς Ραβέννας καί τό παρεχώρησε στόν πάπα (Πιπί­νου δωρε­ά).
Μέ τήν ὑποστήριξη τῆς παπικῆς Ρώμης ὁ Κάρολος ἦταν ἤδη ἀπό τό 774 βασιλεύς της Ιταλίας καί κατέκτησε τά ἐδάφη τῆς ἄλλοτε Δυτικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας ἐπιδιώκοντας νά ἐμφανισθῆ συνεχιστής της.
Ἡ στέψη του ἀπό τόν πά­πα Λέοντα ’Γ ὡς «Imperator Ro­manorum» (Αὐτοκρά­τωρ Ρω­μαί­ων) τά Χριστούγεννα τοῦ 800 ἀπετέλεσε τήν πρώτη στροφή τῆς παπικῆς Ρώμης πρός τούς Φράγκους. Ἡ παπική κίνηση ἀμ­­φισβη­τοῦσε εὐθέως τήν ἀπο­κλειστική κληρονομιά τῆς ρω­μαϊκῆς παρα­δό­­σε­ως ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη.
Ἡ στέψη αὐτή ἀποτελεῖ κατά τόν Γερμανό Karl Krum­ba­cher «τεχνητή της ρωμαϊκῆς ἀρχῆς ἀναβίωσι».[«Ἱστορία Βυζαντινῆς Λογοτεχνίας», Ι σελ. 27]. Καί ὅπως γράφει ὁ Ostrogo­r­sky: «Ἡ οἰ­κουμένη διασπάσθηκε γλωσσικά, πολιτιστικά, πο­λι­τικά καί θρη­σκευ­τικά σέ δύο χωριστά τμήματα». [«Ἱστορία τοῦ Βυζαντινοῦ Κράτους», Τόμος Δεύτερος σελ. 57]. Στό ἕνα κυριαρχοῦ­σε ὁ λα­τι­­νογερμα­νικός κόσμος τῆς Δύσεως καί στό ἄλλο ὁ ἑλληνοβυ­ζα­­ντι­­νός τῆς Ἀνατολῆς.
Ὅσον ἀφορά τήν σύντομη περίο­δο τῆς λεγομένης Καρολίγγειας “Ἀναγεννήσεως”, κατά τόν Paul Lemerle, «ὑπερτιμά­ται» ἀφοῦ εἶχε μόνο λατινικό ὑπόβαθρο καί «ἡ ἑλληνική παιδεία δέν εἶχε καμιά συμμετοχή καί δέν ἔπαιξε κανένα ρόλο στή μεταρ­ρύ­θμιση αὐτή» [«Ὁ Πρῶτος Βυζαντινός Οὐμανισμός», σελ. 22].
Πράγματι, μόνο τό ἑλληνικό χειρόγραφό του Ψευδοδιονυσίου Ἀ­ρεοπαγίτου φθάνει τό 827 στήν Δύση ὡς δῶρο τοῦ Αὐτοκράτορος Μι­χα­ήλ Τραυλοῦ στόν Λουδοβίκο τόν Εὐσεβῆ.
Ἡ Δύση βρίσκεται σέ μία «σκοτεινή ἀκόμα ἐποχή» [«Ὁ Πρῶτος Βυζαντινός Οὐμανισμός», σελ. 15,] ἐνῶ στήν Ἀγ­γλία «τά κάλυψε ὅλα ἡ νορμανδική κατάκτηση καί στήν ἠπει­ρω­τι­κή Εὐρώπη τό μεγάλο σκοτάδι τοῦ 10ου αἰώνα».[«Ὁ Πρῶτος Βυζαντινός Οὐμανισμός», σελ. 24].
Τό κράτος του ἐπέζησε μόνο μία γενεᾶ. Μέ τόν θάνατο τοῦ υἱοῦ του Λουδοβίκου, διαμελίσθηκε μεταξύ τῶν υἱῶν του, γεγονός πού ὁδήγησε στήν δημιουργία τῶν κρατῶν τῆς Γαλλίας καί τῆς Γερμανίας.
Ὁ Καρλομάγνος θεωρεῖται πώς «ἐνοποίησε τήν γερμανική, τήν ρωμαϊκή καί τήν χριστιανική παράδοση σέ ἔνα οἰκοδόμημα». Πρόκειται ξεκάθαρα γιά ἀνθελληνική γερμανική καπηλεία τοῦ ρωμαϊκοῦ “κεκτημένου” μέ τήν συμπαιγνία τῆς παπικῆς Ρώμης κατά τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἰδού γιατί, κατά τήν Ἑλένη Γλύκατζη - Ἀρβελέρ εἶναι «ἀνιστό­ρητη τάση» [«Γιατί τό Βυζάντιο» σέλ. 255], νά θεωρεῖται τό κρατικό μόρφωμα τοῦ Καρλομά­γνου ὡς ἀρ­χῆ τῆς Εὐρώπης.
Όρθά γράφει ὁ Ἰωάννης Παναγιωτακόπουλος: «μέ τόν Καρλο­μάγνο γίνεται ἡ ἀρχή τῆς χωρισμένης -καί ὄχι τῆς ἑνωμένης- Εὐρώπης. Ἡ ἀνάδειξη τοῦ Καρλο­μάγνου ὡς “πατέρα τῆς Εὐ­ρώ­­­πης”, προϋποθέτει τήν κατανόηση ὁλόκληρης τῆς Ἠπείρου ὡς γαλ­λο­γε­ρμα­­νικῆς περιφέρειας. Ὡς ἐκ τούτου, μᾶλ­λον ἀποτελεῖ πε­ρισσό­τε­ρο ἕνα σωβινιστικό-πολιτικό ἀφήγημα παρά ἕνα ἱστορικό συμπέρα­σμα». [«Οἱ βυζαντινές ρίζες τῆς Εὐρώπης καί ἡ θεωρία τῆς εὐρωπαϊκῆς ὀφει­λῆς στό Ἰσλάμ»].
Τό σκηνικό ἐπαναλήφθηκε τό 962 ὅταν ὁ βασιλεύς τῆς Γερμανίας Ὄθων Α’ ἐστέφ­θη ἀπό τόν πάπα Ἰωάννη ΙΒ’ ὡς «Imperator Romanorun». Ὁ κάτο­χος τοῦ τίτλου «τῶν Ρωμαίων» ἀ­πη­­χοῦσε τόν κληρονόμο καί συνε­χιστῆ τῆς ρωμαϊκῆς αὐτοκρα­το­ρι­­κῆς ἰδέας. Γι’ αὐτό τόν διεκδικοῦσαν οἱ Γερμανοί. Γι’ αὐτό ἔμε­ναν πεισματικά προσκολημ­με­νοι σέ αὐτόν οἱ βυζαντινοί Ἕλληνες. Ὅπως γράφει ὁ Charles Di­ehl «ἡ ἑλλη­νική ὑπερηφάνεια δυσκο­λεύ­τη­κε νά δεχθεῖ αὐτό πού θε­ω­ροῦσε σφετερισμό». [«Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος πρῶτος σελ. 55].
Τήν ἐποχή ἐκείνη Αὐ­το­κρά­τωρ στήν Κωνσταντι­νούπολη ἦταν ὁ Νικηφόρος Β’ Φωκᾶς. Για να νομιμοποιηθῆ ὁ Ὄθων Α’ τοῦ ἀπέστειλε τό 968 ὡς πρέ­σβυ τόν Λιουτπράνδο τῆς Κρε­μώνας για νά διαπραγ­μα­τευ­θῆ συνοικέσιο τοῦ υἱοῦ του μέ μία πορφυ­ρογέν­νητη πρι­γκή­πισσα. Πολύ χαρακτηριστικό εἶναι ὅτι ἡ ἐπιστολή τοῦ πάπα τῆς Ρώ­μης πού ἔφερε ὁ Λι­ου­τ­πρά­νδος, ἔγραφε: «Ad Nicephorum Pho­cam Gra­eco­rum Imperato­rem», δηλαδή: «Στόν Νικηφόρο Φωκᾶ Αὐ­το­κρά­τορα τῶν Γραι­­κῶν». Ὅπως γράφει ὁ Vasiliev «ὁ Πά­πας ἄρ­χισε νά τόν προσφωνεῖ “Αὐ­τοκρά­τορα τῶν Ἑλλήνων” δί­νο­ντας τόν τί­τ­λο τοῦ “Αὐτοκράτο­ρα τῶν Ρωμαίων” -ἐπίσημο τίτλο τῶν Ἀρ­χό­­ντων τοῦ Βυζαντίου- στόν Ὄθω­να τῆς Γερμανίας». («Ἱστορία τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας», Τόμος πρῶτος σελ. 427).
Φυσικά, οὔτε τό συνοικέσιο, οὔτε ὁ χαρακτηρισμός ἔγιναν ἀπό­δε­κτα στήν Βασιλεύουσα.
Ἀργότερα μάλιστα τό κρατικό αὐτό μόρφωμα μετονομάσθηκε ξεκάθαρα σέ «Ἁγία Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία τοῦ Γερ­μα­νικοῦ Ἔθνους» καί πε­ριε­λάμ­βανε κυ­ρίως ἐδάφη τῆς Κεντρικῆς Εὐρώπης δι­αι­­ρεμένα σέ ἐνίοτε ἄλ­­λη­­λο­ϋποβλεπομενα κρατίδια, πριγκιπάτα, δουκάτα κ.λπ.
Κατά τόν Paul Lemerle οἱ «Ἕλληνες τοῦ Βυζαντίου» τοῦ 10ου αἰ­ῶ­νος, μέ τό ἐγκυκλοπαιδικό πάθος τους «νά ξαναβροῦν, νά ἀνα­κτή­­σουν νά διασώσουν», διατήρησαν τήν ἑλλη­νι­κή παι­δεί­α ζωντανή ὅταν ἡ Δύση ταλαντευόταν «ἀνάμεσα σέ τό­σους λα­ούς μισο­βά­ρβαρους ἀκόμα», μέ συνέπεια «ὁ βυζαντινός ἀν­θ­ρω­­πος τοῦ πρω­ίμου Μεσαίωνα νά εἶναι πολύ πιό κοντά μας ἀπό ὅτι ὁ σύγ­χρονός του τῆς Δύσης» [«Ὁ Πρῶτος Βυζαντινός Οὐμανισμός» σελ. 283, 284].

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου