Οι περιηγητές (ας ονομάσουμε έτσι – με την αντίστοιχη ελληνική λέξη – τους τουρίστες), κατά κανόνα, έρχονται στην πατρίδα μας αναζητώντας τέσσερα στοιχεία:
- την αρχαία ιστορία και φιλοσοφία μας,
- φυσιολατρικές διαδρομές και γραφικούς οικισμούς,
- παραδοσιακούς μερακλήδες τύπου Ζορμπά,
- καλοκαιρινή διασκέδαση χωρίς έγνοιες, που μπορεί να λάβει διάφορες μορφές, από οικογενειακά παιχνίδια στην παραλία μέχρι ποτό χωρίς όρια σε μπαρ, με κίνδυνο εκτροπής σε ακρότητες.
Οι περισσότερες επισκέψεις στην πατρίδα μας μπορούν να ενταχθούν σε μία από τις παραπάνω τέσσερις κατηγορίες, με τις παραλλαγές τους.
Εμείς, κατ’ αρχάς, δεν συμπαθούμε τις ακρότητες και επιθυμούμε την αποφυγή τους. Πιστεύουμε ότι δυσφημίζουν τη χώρα μας και βλάπτουν τόσο τους κατοίκους της τοπικής κοινωνίας, όσο και τους ίδιους τους επισκέπτες μας.
Εκτός αυτού πάντως, θεωρούμε πολύπλευρα ωφέλιμο οι περιηγητές να αναζητήσουν στην πατρίδα μας τέσσερα ακόμη στοιχεία:
- Τη νεώτερη ιστορία μας με τον αξιόλογο πολιτισμό που τη συνοδεύει (λόγιο και λαϊκό), από την περίοδο της χριστιανικής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας («Βυζαντίου»), αλλά και από την εποχή της Τουρκοκρατίας και εντεύθεν, μέχρι τις μέρες μας.
- Τα γεγονότα και τους ήρωες των αγώνων του λαού μας για την ελευθερία, ενάντια σε κάθε μορφής τυραννία – από τον οθωμανικό ζυγό μέχρι τον ναζισμό και τον φασισμό παντός είδους. Η Ελλάδα των επαναστάσεων, του ηρωισμού και της αυτοθυσίας, των ανθρώπων κάθε ηλικίας και φύλου με το αδούλωτο φρόνημα, αναμφίβολα είναι μία από τις καταλληλότερες περιοχές της Ευρώπης και ίσως ολόκληρου του πλανήτη, για να εκφράσει το συγκεκριμένο ιδανικό.
- Τα αγνά ελληνικά προϊόντα του πρωτογενούς τομέα, που μπορούν να κερδίσουν το ενδιαφέρον είτε ως γευσιγνωσία, είτε ως βιωματική εμπειρία, με τη συμμετοχή στη ζωή των παραγωγών τους (ιδίως εκείνων που ακολουθούν παραδοσιακές μεθόδους, που μεταφέρουν έναν ολόκληρο πολιτισμό), είτε ως επιστημονική γνώση.
- Το πνευματικό βάθος της Ορθοδοξίας, που δεν συνίσταται μόνο σε όμορφα έθιμα, όπως π.χ. ο στολισμός και η περιφορά του επιταφίου ή ο «εκρηκτικός» εορτασμός της νύχτας της Αναστάσεως, αλλά αποτελεί έναν δρόμο σοφίας και αυτογνωσίας, πνευματικής και ηθικής τελειοποίησης, που μπορεί να προσφέρει απαντήσεις σε κάθε πνευματικό αναζητητή. Τέτοιου είδους προσκυνηματικός τουρισμός συμβαίνει ήδη στο Άγιο Όρος π.χ., όμως αναρίθμητα σημεία της πατρίδας μας είναι κατάλληλα γι’ αυτόν. Άνθρωποι από όλον τον κόσμο ταξιδεύουν στο Θιβέτ αναζητώντας τη σοφία του βουδισμού· καιρός να συνειδητοποιήσουμε ότι η πατρίδα μας είναι ένας προορισμός πολύ μεγαλύτερης βαρύτητας – γιατί εδώ φωτίζει ακόμη, σαν ακοίμητο καντήλι, η σοφία των ορθοδόξων αγίων και το φως του αληθινού Θεού.
Απαραίτητη προϋπόθεση για τα παραπάνω είναι να τα ανακαλύψουμε, να τα μελετήσουμε, να τα γνωρίσουμε και να τα αξιοποιήσουμε πρώτοι εμείς, για την αναβάθμιση της ποιότητας της ζωής μας. Γνωρίζοντας, αγαπώντας και αντλώντας τον πνευματικό, αλλά και υλικό, πλούτο που έχει να μας προσφέρει η ιστορία και ο πολιτισμός μας, αλλά και ο ίδιος ο τόπος μας, θα προσφέρουμε κατ’ αρχάς στον εαυτό μας, στην οικογένειά μας και στο σύνολο της κοινωνίας μια διαφορετική ποιότητα ζωής, η οποία δημιουργεί έναν υγιή πολιτισμό, και στη συνέχεια θα μπορούμε, με γνώση και αυθεντικότητα, να τα προσφέρουμε στους επισκέπτες μας. Δεν είναι αυθεντικό, ούτε έντιμο, και προφανώς ούτε αποτελεσματικό, να επιχειρήσουμε να τα εκμεταλλευτούμε απλώς σαν «τουριστικά δολώματα», συντηρώντας μια επιδερμική σχέση με αυτά, χωρίς να τα έχουμε κατακτήσει και αγαπήσει και χωρίς να ενσωματώσουμε στη ζωή μας τις αξίες που εκφράζουν.
***
Πρώτα βήματα για μια τέτοια πορεία θα λέγαμε πως είναι η ιστορική και γεωγραφική χαρτογράφηση όλων των στοιχείων που συνθέτουν τις παραπάνω όψεις του πολιτισμού και της ιστορίας μας. Όλων των μνημείων, όλων των γεγονότων, όλων των προσώπων, όλων των προϊόντων, όλων των τεχνικών, αλλά και της λειτουργίας τους στην κοινωνία, στο παρελθόν και σήμερα.
Στη συνέχεια, η προσφορά τους, με κατάλληλο τρόπο, ως γνώσης – ή, ακριβέστερα, παιδείας – στα μέλη της ελληνικής κοινωνίας, όλων των ηλικιών, κατ’ αρχάς στις τοπικές κοινωνίες για όσα αφορούν άμεσα σε κάθε μία και κατά δεύτερον στο πανελλήνιο.
Συγχρόνως προϋποτίθεται η διατήρηση όλων των παραπάνω στοιχείων, πριν αφανιστούν από τη φθορά του χρόνου. Είναι αναγκαίο π.χ. να ξεπεραστεί το πρόβλημα της υπερβολικής βραδύτητας στην αναστήλωση και συντήρηση των βυζαντινών μνημείων (ναών, παρεκκλησίων, εξωκκλησιών), από τα οποία είναι κυριολεκτικά γεμάτα τα χωριά, αλλά και οι πόλεις της πατρίδας μας, όπως είναι ανάγκη να μην αντιμετωπίζονται αυτά τα μνημεία σαν νεκρά κατάλοιπα του παρελθόντος, αλλά όπως είναι στην πραγματικότητα: ως λειτουργικοί χώροι ζωντανής δράσης, στους οποίους ο λαός μας αναβαπτίζεται πνευματικά κάθε εβδομάδα ή κάθε έτος εδώ και αιώνες, παρά τις αντιξοότητες ή μάλλον αντλώντας δυνάμεις για να αντιμετωπίζει τις αντιξοότητες.
Και τέλος προϋποτίθεται η οργανωμένη προβολή όλων των ανωτέρω σε παγκόσμια κλίμακα, πράγμα που θα επιτρέψει να αξιοποιηθούν ως τουριστικό προϊόν. Είμαστε πεπεισμένοι ότι το τουριστικό αυτό προϊόν όχι μόνο θα μείνει αξέχαστο σε κάθε επισκέπτη οποιασδήποτε γωνιάς της πατρίδας μας, αλλά και θα αλλάξει πραγματικά προς το καλύτερο τη ζωή πάμπολλων ανθρώπων· κατ’ αρχάς εμάς των ίδιων και στη συνέχεια των επισκεπτών μας. Και η αλλαγή αυτή μπορεί να έχει θετικές συνέπειες που δεν φανταζόμαστε για το μέλλον ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Είναι προφανές ότι το ανθελληνικό κατεστημένο που διοικεί την πατρίδα μας δεν πρόκειται να συμβάλει ποτέ σε ένα τέτοιο πρόγραμμα – άλλες είναι οι δικές του δεσμεύσεις και στοχεύσεις: διαβάζουμε (Εστία της Κυριακής 7.4.24) ότι το υπουργείο Τουρισμού καλεί τα ελληνικά ξενοδοχεία να υψώσουν τη σημαία της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας με το ουράνιο τόξο και να εκπαιδεύσουν τους υπαλλήλους τους να ρωτούν προκαταβολικά τους πελάτες με ποιες αντωνυμίες επιθυμούν να τους προσφωνούν («αυτός» ή «αυτή»)! Τα υπόλοιπα είναι όνειρα θερινής νυκτός σ’ έναν κόσμο, όπου η ομοφυλοφιλική ιδεολογία και το πρόγραμμά της τείνει να σαρώσει τα πάντα – εκτός αν ενεργοποιήσει τις αντιστάσεις του ο ελληνικός λαός και βρει και το θάρρος για την απαραίτητη αλλαγή πολιτικού σκηνικού.
***
Τέλος, θα θέλαμε να υπενθυμίσουμε ότι πολλά από τα διασημότερα ελληνικά έργα τέχνης εξακολουθούν να κρατούνται στα μουσεία της αλλοδαπής, όπου τα μετέφεραν οι «ευγενείς» κλεπταποδόχοι του αποικιοκρατικού παρελθόντος. Όχι μόνον αρχαία ελληνικά αριστουργήματα, όπως τα γλυπτά του Παρθενώνα (Βρετανικό Μουσείο), η Νίκη της Σαμοθράκης ή η Αφροδίτη της Μήλου (Λούβρο), αλλά και λείψανα αγίων (κάποια λίγα έχουν επιστραφεί) και ιστορικές εικόνες της Θεοτόκου και άλλων ιερών προσώπων, που αφαίρεσαν από διάφορες περιοχές της πατρίδας μας οι δυτικοευρωπαίοι κατακτητές – Ιταλοί κυρίως – κατά την περίοδο της Λατινοκρατίας. Τα έργα αυτά είναι απαραίτητο να διεκδικηθούν δυναμικά και να επιστραφούν στις εστίες τους.
Είναι αυτονόητο ότι το ελληνικό κράτος οφείλει επίσης να φροντίσει για την επάρκεια των υποδομών που προαπαιτούνται για την απρόσκοπτη τουριστική ανάπτυξη της χώρας μας, από τις υποδομές στα οδικά δίκτυα, στα αεροδρόμια και τα λιμάνια, μέχρι τις δημόσιες υπηρεσίες, την υγεία, την ασφάλεια, την καθαριότητα και τη διαχείριση των απορριμμάτων, την επάρκεια σε νερό και ενέργεια, τη σύνδεση των τουριστικών επιχειρήσεων με τα προϊόντα της εγχώριας παραγωγής, αλλά και την ορθή αντιμετώπιση του Έλληνα επιχειρηματία και εργαζόμενου, που είναι πρέπον να βλέπει το κράτος ως φίλο και συνεργάτη στις προσπάθειές του και όχι ως ανταγωνιστή (και μάλιστα κακόβουλο), διεκδικητή του μόχθου του και εμπόδιο στην πορεία του. Τα υπόλοιπα επαφίενται στον ίδιο τον επιχειρηματία του τουριστικού τομέα, ώστε κι εκείνος με τη σειρά του να προσφέρει το καλύτερο στον επισκέπτη του και να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του προς το κράτος και την κοινωνία, ως ευσυνείδητος άνθρωπος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου